Πιο δυνατά και μαζικά στην απεργία της 24 Φλεβάρη
Για την ανατροπή της επίθεσης
Η επίθεση στην εργατική τάξη και σε όλο τον κόσμο της δουλειάς έχει πάρει τρομακτικές διαστάσεις και φέρνει τα πάνω κάτω. Το Πρόγραμμα Σταθερότητας και όλα τα αντεργατικά και αντιλαϊκά μέτρα που το συνοδεύουν αποτελούν μια βάρβαρη επίθεση για κάθε εργαζόμενο και πραγματικό εφιάλτη για κάθε εργατική και λαϊκή οικογένεια. Αυτό απαιτούν τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, ξένου και ντόπιου, καθώς και των ιμπεριαλιστών της ΕΕ. Με αυτά τα συμφέροντα ευθυγραμμίζεται η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και αυτά υπηρετεί με τον πιο ξεδιάντροπο και δουλικό τρόπο.
Σε αυτή την κατεύθυνση έχει την πλήρη στήριξη του κόμματος της ΝΔ και του ΛΑΟΣ και βεβαίως του συνόλου του αστικού κόσμου. Εχει, την ίδια στιγμή, τις υπηρεσίες των ΜΜΕ, που αναλαμβάνουν την προβολή των εκβιαστικών και τρομοκρατικών διλημμάτων της κυβέρνησης, με στόχο να σπείρουν τον τρόμο στους εργαζόμενους, ώστε να αποδεχτούν τα μέτρα ως –όπως λένε- αναγκαίο κακό. Δεν χάνουν επίσης την ευκαιρία να αποσιωπούν τις κινητοποιήσεις των εργαζομένων, ακόμα και την απεργία στις 10 Φλεβάρη ο φιλοκυβερνητικός τύπος την πέρασε στα ψιλά, ενώ ΤΑ ΝΕΑ του συγκροτήματος Λαμπράκη την αποσιώπησαν εντελώς. Είναι και αυτό έκφραση της γενικότερης υποτέλειας της άρχουσας τάξης απέναντι στους ιμπεριαλιστές και, στη συγκεκριμένη περίπτωση, αυτών της ΕΕ.
Τα σαρωτικά και καταιγιστικά μέτρα που ανακοίνωσε το κυβερνητικό επιτελείο τις τελευταίες μέρες για το ασφαλιστικό, τις συντάξεις, τους μισθούς και το φορολογικό δεν θα είναι τα τελευταία, αλλά ένα μέρος της συνολικής αντεργατικής και αντιλαϊκής λαίλαπας που προωθείται. Το δήλωσε, άλλωστε, ο Γ. Παπανδρέου ανοιχτά και με κυνικό τρόπο τη μέρα της απεργίας και λίγο πριν συναντηθεί με τους Ευρωπαίους αφεντάδες, ότι θα πάρει και άλλα μέτρα σε βάρος του εργαζόμενου λαού, τόσα όσα χρειαστούν και απαιτήσουν τα διεθνή μονοπώλια και οι διεθνείς ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί, η ΕΕ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο..
Οι υποδείξεις των εκπροσώπων της ΕΕ προς τον πρωθυπουργό της χώρας και το κυβερνητικό επιτελείο είναι να πάρουν όλο και πιο σκληρά μέτρα. Απαιτούν την άμεση συμμόρφωσή τους και μάλιστα με χαρακτήρα εντολής και ύφος αφέντη προς δούλους. Να, λοιπόν, πού κατάντησε η ισχυρή Ελλάδα, κατά τα λεγόμενα του Κ. Σημίτη, από τη συμμετοχή της χώρας στην ΟΝΕ και το ευρώ και, όπως ισχυρίζονταν, στην πρώτη ταχύτητα των χωρών της ευρωζώνης.
Τόσο ισχυρή που, κατά τα λεγόμενα του σημερινού αρχηγού του ΠΑΣΟΚ, σήμερα να κινδυνεύει με χρεοκοπία, λες και είναι μια προβληματική επιχείρηση. Και τότε η ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ και στο ευρώ απαίτησε και επέβαλλε στον εργαζόμενο λαό μια σκληρή και παρατεταμένη λιτότητα, που είχε ως αποτέλεσμα τη δραματική μείωση των μισθών των εργαζομένων και ταυτόχρονα το γκρέμισμα κατακτήσεων και δικαιωμάτων τους. Τότε, για την ένταξη της χώρας στη ζώνη του ευρώ, σήμερα στο όνομα της διατήρησής της και την αποφυγή της χρεοκοπίας, προωθεί η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ μια τέτοιου χαρακτήρα επίθεση που δεν έχει προηγούμενο.
Ολοφάνερα, αυτές οι εξελίξεις, όπως διαμορφώνονται ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες βδομάδες και μέρες, αυτά που ενισχύουν είναι τα δεσμά της χώρας με την ΕΕ, καθώς και την πολιτική της υποτέλειας του αστικού πολιτικού προσωπικού.
Η επιδρομή στο ασφαλιστικό δεν έχει καμία σχέση με αυτές που έχουν προηγηθεί από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Πρόκειται για την ολοκληρωτική ανατροπή του χαρακτήρα αυτού που λέγεται κοινωνική ασφάλιση.
Ετσι, καθιερώνεται ένα σύστημα ανταποδοτικό αντί του αναδιανεμητικού, που απαλλάσσει το κράτος από κάθε ευθύνη και τη μεταθέτει ατομικά, ως υπόθεση του κάθε εργαζόμενου χωριστά. Σε αυτό το πλαίσιο, η κρατική στήριξη των συντάξεων από 24% που είναι σήμερα πέφτει στο 8%, που σημαίνει σημαντικό περιορισμό της συμμετοχής του κράτους στο 1/3. Ετσι, το νέο αντιασφαλιστικό νομοσχέδιο προβλέπει ως βασική σύνταξη τα 350 ευρώ. Από εκεί και πέρα, ο τρόπος αναλογικού υπολογισμού της υπόλοιπης συμπληρωματικής σύνταξης, όπως έχει δημοσιευτεί στον Τύπο, υποχρεώνει αναγκαστικά τους εργαζόμενους να δουλέψουν περισσότερα χρόνια πέρα των 65, για να πάρουν κάποια ικανοποιητική σύνταξη, αν, τελικά, μπορέσουν κάποτε να την πάρουν.
Η βασική σύνταξη των 350 ευρώ, που θα καταβάλλεται από τον κρατικό προϋπολογισμό, θα καταβάλλεται μόνο στην περίπτωση παραμονής στην εργασία επί 35 χρόνια. Η ανταποδοτική σύνταξη, που θα αποτελεί και το κύριο μέρος της σύνταξης, θα καθορίζεται ανάλογα με τα χρόνια παραμονής στο σύστημα και τον τρόπο που θα γίνεται ο υπολογισμός. Πιο συγκεκριμένα, όπως δήλωσε ο υπουργός Εργασίας Α. Λοβέρδος στο ραδιοσταθμό Σκάι, τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση «δεν αυξάνουν, τυπικά, κανένα όριο ηλικίας πάνω από τα 65, αλλά στα 37 χρόνια δεν παίρνει ο άλλος την ανώτατη σύνταξη, θα έχει κι άλλο». Φανερές οι προθέσεις του υπουργού και, πολύ περισσότερο, αυτό που διέρρευσε σε ορισμένες εφημερίδες, ότι το βασικό μέρος της σύνταξης θα πριμοδοτείται με 1,5% από τα 18 μέχρι τα 52, με 1,9% από τα 53 μέχρι τα 62 και με 4,5% από τα 63 μέχρι τα 68. Η πριμοδότηση, ουσιαστικά, των τελευταίων χρόνων θα αναγκάζει τους εργαζόμενους να παραμείνουν στην εργασία όσο περισσότερο αντέχουν για να αποκτήσουν μια στοιχειώδη σύνταξη, που, σε κάθε περίπτωση, θα είναι, με τα σημερινά δεδομένα, δραματικά χαμηλότερη από τη σημερινή.
Τέλος, όσον αφορά τον τρόπο υπολογισμού της τελικής σύνταξης, ο υπουργός Εργασίας επισημαίνει: «Υπάρχουν διάφοροι τρόποι υπολογισμού της σύνταξης. Υπάρχει η τελευταία πενταετία ή τα καλύτερα 5 χρόνια της τελευταίας 10ετίας. Ενας άλλος τρόπος είναι να πεις προσμετρώ, υπολογίζω τα ¾ του εργασιακού βίου. Κι ένας άλλος είναι να πεις ότι εκτιμώ όλο τον εργασιακό βίο. Η δική μου άποψη, ας πούμε, του υπουργού Εργασίας, είναι η τέταρτη μέθοδος».
Με δυο λόγια, αυτό που επιχειρεί να κάνει η κυβέρνηση με το νέο νομοσχέδιο είναι η δραστική μείωση του ύψους των συντάξεων και η ανώτερη δυνατή αύξηση του εργασιακού βίου.
Τρομακτική είναι, επίσης, η επίθεση στους μισθούς των εργαζομένων στο Δημόσιο, αφού μειώνονται όχι μόνο οι πραγματικοί μισθοί, αλλά, ταυτόχρονα, και οι ονομαστικοί. Εχουμε, έτσι, τη μείωση του μισθού από το πάγωμά του, όσο είναι το ύψος του πληθωρισμού. Εχουμε, στην ουσία, όχι πάγωμα των μισθών, αλλά μείωσή τους. Ενώ με τη φορολογία των επιδομάτων κατά 10% μειώνεται, κατά μέσο όρο, ο πραγματικός μισθός γύρω στο 5% και, αν συνυπολογίσουμε και την έμμεση φορολογία που αυτή ισχύει για κάθε εργαζόμενο, τότε μπορούμε να μιλάμε για μια τεράστια ληστεία που πραγματοποιείται σε βάρος πολλών εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων. Και μόνο η αύξηση αυτών των έμμεσων φόρων σε ποτά, τσιγάρα και καύσιμα συνιστά άγρια επίθεση στο εισόδημά τους.
Στον ιδιωτικό τομέα, ο ΣΕΒ, αποθρασυσμένος από τα αντεργατικά μέτρα που προωθεί η κυβέρνηση, απαιτεί ανάλογου χαρακτήρα μέτρα. Την ίδια στιγμή, εκατοντάδες επιχειρήσεις υποχρεώνουν τους εργαζόμενους να αποδεχτούν ακόμη και μείωση του μισθού τους. Χωρίς αμφιβολία, η εργατική τάξη βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πρωτόγνωρη επίθεση και η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, που σημαίνει πως τα πράγματα θα γίνουν ακόμη χειρότερα απ’ ότι φαίνονται αυτή τη στιγμή.
Με τα μέχρι σήμερα δεδομένα οι εργαζόμενοι έχουν απώλειες από τη φορολογία των επιδομάτων, απώλειες από το πάγωμα των μισθών, απώλειες από την άμεση και έμμεση φορολογία.
Η επίθεση στον κόσμο της δουλειάς και του μόχθου και οι αρνητικές συνέπειες που θα προκύψουν από τη σαρωτική και ξέφρενη επιδρομή που δέχεται πάνω στο σύνολο των ζητημάτων που αφορούν την ίδια τους τη ζωή και την οικογένειά τους, θα σημαδέψουν για χρόνια όλο τους το βίο. Ετσι, αυτό που μπαίνει επιτακτικά και στην πρώτη γραμμή είναι η ανάπτυξη του μαζικού αγώνα για την ανατροπή του προγράμματος σταθερότητας, για την ανατροπή συνολικά της επίθεσης.
Αυτός ο στόχος της ανατροπής αποτελεί προϋπόθεση για να ανοίξει ο δρόμος για την υπεράσπιση όσων κατακτήσεων μας έχουν απομείνει και την κατάκτηση νέων που να καλύπτουν τις στοιχειώδεις ανάγκες μας.
Οι απεργιακές κινητοποιήσεις που ξεκίνησαν στις 10 Φλεβάρη και αυτές που θα γίνουν στις 24 Φλεβάρη με την απεργία που κήρυξαν η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ, θα πρέπει να αποτελέσουν το ξεκίνημα των αγώνων της εργατικής τάξης και όλων των εργαζόμενων της χώρας και αυτό το μήνυμα πρέπει να δοθεί στους αγώνες που έρχονται.
Οι εργατοπατέρες της ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ υποχρεώθηκαν να κηρύξουν τόσο την απεργία στις 24 Φλεβάρη όσο και αυτή της ΑΔΕΔΥ στις 10 Φλεβάρη, στη βάση του οξυμμένου χαρακτήρα της επίθεσης και της οργισμένης στάσης του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας. Και είναι βέβαιο πως θα κάνουν όλες αυτές οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες, όσο τους είναι δυνατόν, το κάθε τι για την αφαίρεση κάθε δυνατότητας των εργαζόμενων να αντισταθούν και να αντιπαλέψουν την επίθεση που δέχονται.
Σε αυτές τις κρίσιμες συνθήκες για την πάλη της εργατικής τάξης και του λαού, απαιτείται από τις πραγματικές αριστερές δυνάμεις, από όλες τις ταξικές πολιτικές οργανώσεις και από κάθε λαϊκό αγωνιστή που κατανοεί τη σπουδαία σημασία που έχει η συνέχιση και κλιμάκωση των αγώνων, να μπουν στην πρώτη γραμμή για να συντονίσουν τη δράση τους.
Η απεργία στις 24 Φλεβάρη είναι δυνατόν να πάρει συγκλονιστικό χαρακτήρα και να θέσει το ζήτημα της πάλης και της αντίστασης σε μια νέα βάση. Να ανατρέψει παλιά δεδομένα και να δώσει και να διαμορφώσει καινούριες καταστάσεις, που θα δίνουν δύναμη και κουράγιο για το δυνάμωμα της πάλης. Να γιατί έχει τεράστια σημασία η επιτυχία της απεργίας που έρχεται, να γιατί την οργάνωσή της και την προβολή της πρέπει να την κάνουμε καθημερινή υπόθεση.
Μαζική συμμετοχή στην απεργία, μαζική συμμετοχή στις συγκεντρώσεις, για να δείξει η εργατική τάξη την πραγματική της δύναμη. Να, λοιπόν, ποιο είναι το καθήκον αυτών των ημερών.
Πηγή:www.kkeml.gr-Προλεταριάκη Σημαία