Η χώρα μας βρίσκεται στη δίνη της πολύπλευρης κρίσης. Παρά τους επαίνους με τους οποίους γύρισε φορτωμένος ο πρωθυπουργός από την τελευταία Σύνοδο Κορυφής, για τη θεραπεία σοκ στην οποία επιβάλλεται ο ελληνικός λαός, η αίσθηση των πολιτών είναι το αδιέξοδο.
Η κυβέρνηση στο όνομα της διασφάλισης θετικής έκθεσης της τρόικας για την καταβολή της δόσης του Μαρτίου 2011 υπέγραψε ένα δεύτερο επικαιροποιημένο Μνημόνιο.
Συνέταξε τον Προϋπολογισμό του 2011, προχώρησε σε ένα βαρύτατο πλήγμα στη καρδιά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των εργασιακών δικαιωμάτων και πριν ακριβώς κλείσει ο χρόνος, στις δύο αυτές, άλλοτε γιορτινές, βδομάδες, τρέχει να δρομολογήσει άλλες 33 μεταρρυθμίσεις!
Δεν υπάρχει πλέον καμιά κόκκινη γραμμή , καμιά υπόσχεση, που το ΠΑΣΟΚ αλλά και η κυβέρνησή του έχουν θέσει, έθεταν ή θέτουν και που την επόμενη εβδομάδα ή έστω το επόμενο δεκαπενθήμερο να μην την ξεπερνούν. Κανείς δεν πιστεύει ότι υπάρχει ένα «ως εδώ».
Η ανασφάλεια της κοινωνίας γιγαντώνεται.
Η χώρα μας αντιμετωπίζει έκρηξη ύφεσης, ανεργίας, πληθωρισμού, συρρίκνωσης και τεχνολογικής οπισθοδρόμησης της παραγωγικής βάσης. Έχει εμπλακεί, με ευθύνη της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, σε ένα φαύλο κύκλο αλληλοδιαδόχων μέτρων, αστοχίας, πρόσθετων μέτρων κ.ο.κ., χωρίς να διαφαίνεται ο δρόμος εξόδου από την κρίση και προ πάντων με μια κοινωνία όρθια.
Μετά από δύο μέρες, την Τετάρτη το βράδυ όπως όλα δείχνουν, η κυβέρνηση με την πλειοψηφία που διαθέτει είναι έτοιμη να περάσει τον Προϋπολογισμό και να εξασφαλίσει ψήφο εμπιστοσύνης μέχρι τουλάχιστον το επόμενο νέο πολυνομοσχέδιο, που για ένατη φορά θα θελήσει να το διεξέλθει με τη «διαδικασία του κατεπείγοντος».
Εμείς, η ΔΗΜ.ΑΡ. θελήσαμε, με την πολιτική μας αυτή συγκέντρωση, να απευθυνθούμε στους πολίτες της Αθήνας.
Μαζί με εσάς και με την ευθύνη για την κοινωνία και τη χώρα, που, από τη πρώτη στιγμή της ίδρυσής μας, διατρανώσαμε θέλουμε να στείλουμε ένα μήνυμα στη χειμαζόμενη ελληνική κοινωνία.
Όχι! Οι πολιτικές και τα μέτρα και τα νέα μέτρα δεν είναι μονόδρομος. Η χώρα περνάει εξαιρετικά δύσκολες στιγμές. Έχει όμως ανάγκη από ένα χαμόγελο και μια αισιοδοξία ότι μπορεί να υπάρξει διαφορετική πολιτική, εναλλακτική πολιτική διεξόδου από την κρίση.
Με αυτή την αισιοδοξία της πολιτικής βούλησης θέλει απόψε η ΔΗΜ.ΑΡ. να παρουσιάσει τις δικές της ιδέες γι΄αυτή την εναλλακτική διέξοδο, την εναλλακτική πορεία της οικονομίας και της χώρας. Γνωρίζουμε βέβαια ότι για την πορεία αυτή χρειάζεται η ευρύτερη κοινωνική και πολιτική συσπείρωση των πολιτών.
Σημαντικό είναι να υπάρχει , να κατατίθεται η πρόταση δημόσια . Στο διάλογο, στον αντίλογο, στη δημοκρατική αντιπαράθεση. Και από το βήμα της Βουλής και με τους πολίτες και με τους αγώνες. Με σχέδιο, στόχους και με ευθύνη έναντι της χώρας και της κοινωνίας.
Πριν από πέντε ημέρες, την Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου, στη Βουλή και στους δρόμους της Αθήνας και των μεγάλων πόλεων της χώρας, ταυτόχρονα με άλλες κινητοποιήσεις των συνδικάτων στις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, δόθηκε στην Ελλάδα μια μεγάλη μάχη. Η μάχη να μην περάσει το πολυνομοσχέδιο, με τον τίτλο «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας».
Ήταν η αντίσταση της κοινωνίας σε μέτρα και πολιτικές που καταστρέφουν την κοινωνική συνοχή και υπονομεύουν τα εργασιακά δικαιώματα.
Οι προσπάθειες που έγιναν να αμαυρωθεί η πορεία από πράξεις ακραίας βίας, είτε προέρχονταν από κουκουλοφόρους είτε από τον αστυνομικό αυταρχισμό, δεν κατάφεραν να επισκιάσουν το μέγεθος, τον παλμό και τη διεκδίκηση των διαδηλώσεων.
Από το βήμα αυτό θέλω για μια ακόμη φορά να εκφράσω την απερίφραστη καταδίκη μας στην επίθεση κατά του βουλευτή της Ν.Δ. Κ.Χατζηδάκη. Τέτοιες πράξεις βίας είναι εχθρικές στη Δημοκρατία και δεν μπορεί παρά να βρουν απέναντί τους το σύνολο του προοδευτικού κόσμου και το λαϊκό δημοκρατικό κίνημα.
Εμείς, η ΔΗΜ.ΑΡ., με απόλυτη σαφήνεια και καθαρότητα, στον ελάχιστο χρόνο της παρέμβασης που μας έδινε η διαδικασία του κατεπείγοντος στη Βουλή, αναδείξαμε ότι με το πολυνομοσχέδιο - στον πυρήνα των διατάξεών του - αποσαρθρώνονται τα εργασιακά κοινωνικά δικαιώματα.
Η καθιέρωση της επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης δεν είναι τίποτα άλλο παρά η αφετηρία έκρηξης απομείωσης της αμοιβής μισθωτής εργασίας.
Δεν θα υφίσταται πλέον συλλογική σύμβαση, αφού θα υπάρχει η δυνατότητα να καθιερώνονται αποδοχές οι οποίες θα είναι κάτω από το ελάχιστο όριο της συλλογικής σύμβασης μέσα από τις ατομικές συμβάσεις.
Με τις επιχειρησιακές συμβάσεις δίνεται η δυνατότητα να διαμορφωθεί αθέμιτος ανταγωνισμός εις βάρος της μικρής και μεσαίας επιχείρησης έναντι της μεγαλύτερης, με το δεδομένο ότι η μικρομεσαία επιχείρηση δεν θα μπορεί, εξ’ αντικειμένου, να συνάπτει την επιχειρησιακή σύμβαση που θα συνάπτει η μεγαλύτερη επιχείρηση.
Οι κατώτερες αποδοχές οι οποίες θα καθιερώνονται με την επιχειρησιακή σύμβαση θα έχουν άμεση και δυσμενή αντανάκλαση στα ήδη αποδυναμωμένα ασφαλιστικά ταμεία. Δεν θα μπορούν να λειτουργήσουν για την ικανοποίηση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων και των οφειλόμενων παροχών προς τους ασφαλισμένους.
Με το πολυνομοσχέδιο επιμηκύνεται ο χρόνος διαθεσιμότητας του εργαζομένου από τους έξι στους εννιά μήνες. Οι λεγόμενοι «ενοικιαζόμενοι εργαζόμενοι», από τους 18 μήνες που είναι σήμερα το ανώτερο όριο, θα μπορούν να παραμένουν , χωρίς δικαίωμα να ζητούν τη μετατροπή της σύμβασής τους σε σύμβαση αορίστου χρόνου, έναντι του εμμέσου εργοδότη, στους 36,μήνες.
Η «δοκιμαστική περίοδος» επιμηκύνεται και φτάνει στους 12 μήνες. Θα μπορεί η εργοδοσία να απολύει τους εργαζόμενους πριν από τους 12 μήνες, στους 8, στους 9, στους 10, στους 11 μήνες, χωρίς να καταβάλει αποζημίωση. Η μέθοδος είναι προφανής και πρόδηλη. Θα απασχολούν τον εργαζόμενο και, πριν τη συμπλήρωση του ενός έτους, θα τον απολύουν χωρίς προειδοποίηση και χωρίς να του καταβάλουν την αποζημίωση της απόλυσης. Επιπροσθέτως για ακόμη μεγαλύτερη ευελιξία επιμηκύνεται και ο χρόνος της διαθεσιμότητας από τους 6 μήνες στους 9! Θα υπάρξει έκρηξη των απολύσεων και της ανεργίας.
Εκφράσαμε την αντίθεσή μας με την οριζόντια παρέμβαση-περικοπή στους μισθούς των εργαζομένων στις 54 ΔΕΚΟ, γιατί αποτελεί πράξη που απειλεί με απορύθμιση τη λειτουργία των επιχειρήσεων, πέραν από την προφανή και απαράδεκτη υποβάθμιση των βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων.
Το πλαφόν θα στερήσει τις επιχειρήσεις από απαραίτητα στελέχη και το αυθαίρετο κατώφλι των μειώσεων θα οδηγήσει ευθέως σε μείωση των αποδοχών έως και 25%.
Η κυβέρνηση όφειλε στοιχειωδώς να παρουσιάσει σχέδιο αναδιάρθρωσης και προοπτικής για κάθε ΔΕΚΟ χωριστά, στο οποίο θα μπορούσε να εντάξει και την αντιμετώπιση των όποιων ακροτήτων - και των μισθολογικών. Και για τη λειτουργία, την αναδιάρθρωση και την προοπτική των ΔΕΚΟ εμείς είχαμε και έχουμε να πούμε πολλά. Γιατί δεν είμαστε, όπως και ολόκληρη η ελληνική κοινωνία, ικανοποιημένοι και σύμφωνοι με την οικονομική και κοινωνική λειτουργία των ΔΕΚΟ. Αντ΄ αυτού προχώρησε ισοπεδωτικά και με γενικευμένες περικοπές, ερήμην επιχειρησιακών σχεδίων και προγραμμάτων αναδιάρθρωσης και αναδιοργάνωσης.
Και την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση παριέκοπτε μισθούς και κατέλυε τις συλλογικές συμβάσεις την ίδια ακριβώς στιγμή, μετά την κατακραυγή, αναγκάσθηκε να αποσύρει διάταξη για διαγραφή 24 δις χρεών, χωρίς να υπάρχει καμία αναφορά για ποιους ακριβώς οφειλέτες πρόκειται..
Πέρα από όλα, με το πολυνομοσχέδιο αυτό φάνηκε ξεκάθαρα τι ακριβώς σημαίνει η απίθανη και αντιδημοκρατική διάταξη που πέρασε η κυβέρνηση τον περασμένο Μάιο. Διάταξη με την οποία ο Υπουργός Οικονομικών μπορεί με τα επικαιροποιημένα μνημόνια να αποφασίζει κατά το δοκούν και να δεσμεύει τη χώρα, ερήμην και χωρίς απόφαση της Βουλής. Εμείς θα επιμείνουμε σ΄αυτό και καλούμε την κυβέρνηση να αποσύρει τη διάταξη αυτής της απαράδεκτης εξουσιοδότησης. Δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν οκτώ τροποποιήσεις στα επόμενα δύο χρόνια , δεν ξέρουμε σε ποια κατεύθυνση-και η πράξη για τα δύο επικαιροποιημένα μνημόνια δείχνει προς αρνητική κατεύθυνση – και η Βουλή απλώς να ενημερώνεται από τα δημοσιεύματα!
Μεσούσης της κρίσης εμφανίστηκε και η Ιερά Σύνοδος της εκκλησίας με κείμενο παρέμβασής της που χθες διαβάστηκε σε όλους τους ναούς της επικράτειας. Δεν συμφωνούμε με την πολιτική και οικονομική ανάλυσή της κρίσης. Αλλά και η αυτοκριτική της προσέγγιση «να αναζητήσουμε με τόλμη το μερίδιο της ενδεχόμενης δική μας υπαιτιότητας στην παρούσα κρίση» θα παρουσίαζε πραγματικό ενδιαφέρον στο βαθμό που αυτός ο ισχυρότατος πνευματικός, κοινωνικός αλλά και οικονομικός παράγων αναφέρονταν σε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και σε πρακτικά μέτρα για την επίγεια ελάφρυνση κάποιων έστω βαρών από τις πλάτες του χειμαζόμενου ελληνικού λαού.
Η προσαρμογή που επιχειρείται να επιβληθεί το 2011με τον Προϋπολογισμό, συνεπάγεται πιο παρατεταμένη και βαθύτερη ύφεση: μετά τις 4,2 ποσοστιαίες μονάδες που μειώνεται φέτος το ΑΕΠ, θα μειωθεί άλλες 3 μονάδες του χρόνου, σύμφωνα με τις επίσημες προβλέψεις. Μπορεί και περισσότερο, επιφέροντας μεγαλύτερη συμπίεση εισοδημάτων και ανεβάζοντας την ανεργία στο 15%. Και πάλι τα βάρη του, τα συνολικά μέτρα ύψους 14δις. ευρώ, θα κληθούν τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα να τα υποστούν.
Οι δημόσιες επενδύσεις απλώς διατηρούνται στα περικομμένα φετεινά επίπεδα (8,5 δισ.). Η μείωση των δημοσίων δαπανών και η προσπάθεια να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα, συμπιέζουν κι άλλο τη ζήτηση απομακρύνοντας την ανάκαμψη.
Με βάση και μόνο τα δημοσιευόμενα σήμερα στοιχεία, προκύπτει ότι μέσα στην τριετία 2009-2011 η χώρα χάνει το ένα δέκατο από το εθνικό εισόδημα του 2008. Και φυσικά επειδή ακριβώς δύσκολα θα επιτευχθούν τόσο προωθημένοι στόχοι, δεν είναι καθόλου διασφαλισμένη μια βελτίωση από το 2012.
Στην πορεία αυτή, μπορεί η χώρα να μη χρεοκοπήσει, πλην όμως θα έχουν χρεοκοπήσει οι πολίτες της. Τα μέτρα του Μνημονίου και των προϋπολογισμών μέχρι τώρα, οδηγούν όχι μόνο σε απελπισία και αποδιοργάνωση την μεγάλη πλειοψηφία των μισθωτών και συνταξιούχων, αλλά και στη συρρίκνωση, μέχρις εξαφανίσεως, της μεσαίας τάξης.
Ο Προϋπολογισμός του 2011 όλοι γνωρίζουν ότι δεν θα τηρηθεί, ούτε για δύο μήνες! Ο αντιλαϊκός του χαρακτήρας είναι προφανής. Όλοι όμως γνωρίζουν επίσης ότι δεν είναι δυνατόν να καταγραφεί προϋπολογισμός που να παραβιάζει τις προβλέψεις της δανειακής συμφωνίας, όπως αυτή καταρτίσθηκε από την κυβέρνηση.
Τη συμφωνία αυτή οι βουλευτές της ΔΗΜ.ΑΡ. την καταψήφισαν.
Το ερώτημα είναι: μπορεί να υπάρξει οικονομική πολιτική η οποία να παρακολουθεί τις προβλέψεις της δανειακής σύμβασης και να κατανέμει δίκαια τα βάρη; Εάν σχεδιασθεί μια τέτοια πολιτική, είναι σε θέση να την εφαρμόσει ο κρατικός μηχανισμός;
Με την κυβέρνηση Παπανδρέου έχει αποδειχθεί σε όλο του το μεγαλείο ένα πράγμα: πολύ εύκολα μπορεί να ληφθούν μέτρα που απαιτούν μία υπουργική υπογραφή (π.χ., οριζόντια περικοπή μισθών και συντάξεων), είναι αδύνατον όμως να υπάρξει οποιοδήποτε αποτέλεσμα από μέτρα τα οποία απαιτούν συνεννόηση και συντονισμό ενεργειών σε ένα σχέδιο από δύο Υπουργεία. Πέραν της αδυναμίας των συγκεκριμένων διαχειριστών, υπάρχει τεράστιο πρόβλημα της λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού.
Στον προϋπολογισμό του 2011 υπάρχουν προβλέψεις που αφορούν σε μισθούς, συντάξεις, κλπ, οι οποίες καταγράφονται με ακρίβεια. Οι προβλέψεις όμως εσόδων ή μειώσεων δαπανών δεν στηρίζονται πουθενά και είναι βέβαιον ότι δεν θα επιτευχθούν. Ως εκ τούτου, ο Προϋπολογισμός του 2011 είναι τουλάχιστον αβάσιμος και αποτελεί άσκηση επί χάρτου, όπως ήταν στο άκρον άωτον αυτός του 2010, αλλά και προηγουμένων ετών.
Σε κάθε περίπτωση αν όλα τα κυβερνητικά μέτρα διαρθρωτικά ή μη, θεωρηθεί ότι μπορούν να μειώσουν το δημοσιονομικό έλλειμμα και στην προοπτική του 2015 να αρχίσουν να μειώνουν το δημόσιο χρέος, σε τίποτα δεν ωφελούν την αντιμετώπιση του ελλείμματος- ρεκόρ στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, που βεβαίως οφείλεται στην κατάρρευση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, αλλά πάνω απ΄ όλα στην παντελή έλλειψη ανταγωνιστικής παραγωγικής βάσης της χώρας μας.
Όλα αυτά συμβαίνουν, πρώτα απ΄ όλα, σε ένα άκρως ζοφερό διεθνές πλαίσιο. Οι πολιτικές ηγεσίες των ισχυρότερων χωρών του πλανήτη δεν κατάφεραν με τη εξάπλωση της χρηματοοικονομικής κρίσης να δημιουργήσουν ένα στοιχειώδες κοινό πλαίσιο λειτουργιών των αγορών και να θέσουν κανόνες ελέγχου και χαλιναγώγησης του καπιταλισμού-καζίνο. Τώρα οι αγορές έχουν αναθαρρήσει και απειλούν, τη μια μετά την άλλη, τις χώρες με χρεοκοπία. Μετά την Ελλάδα, ακολούθησε η Ιρλανδία, έπεται η Πορτογαλία, απειλείται η Ισπανία , τώρα το Βέλγιο και μετά ίσως και άλλες χώρες.
Η αδυναμία συνεννόησης, σε μια εμβρυακή έστω, αλλά τόσο αναγκαία προοπτική μιας παγκόσμιας δημοκρατικής διακυβέρνησης έχει οδηγήσει τα κράτη σε ένα ακόμη μεγαλύτερο ανταγωνισμό, όπου μαίνεται ο νομισματικός πόλεμος.
Τελευταία πράξη του η εκδήλωση μιας επιθετικής πολιτική εκ μέρους των ΗΠΑ με την έκδοση των 800δις $. Πολιτική που βάλει ευθέως εναντίον της Κίνας και εναντίον της Ευρώπης, κυρίως της Γερμανίας που κρατά χαμηλά την ευρωπαϊκή ζήτηση. Παίζοντας εκβιαστικά με τις ισοτιμίες επιδιώκει την αύξηση των εξαγωγών της.
Εδώ τίθεται ένα ζήτημα ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, που καθιστά το δομικό αυτό πρόβλημα της Ελλάδας ακόμη οξύτερο.
Από την άλλη, και αυτό είναι ενθαρρυντικό, σοβαρός προβληματισμός εξελίσσεται στο διεθνές πεδίο για να τεθεί φρένο και να υπάρξουν περιορισμοί στην ξέφρενη λειτουργία των διεθνών hedge funds μέσα από μια συλλογική απόφαση στο G20, μια και καμιά οικονομική ζώνη από μόνη της δεν μπορεί να τα αντιμετωπίσει σε ευρωπαϊκό και διεθνές πεδίο.
Ισχυρές διεργασίες διαμορφώνονται που προκαλούν όλο και πιο μεγάλη πίεση στην ηγεσία της Γερμανίας, τώρα και από τους Γερμανούς σοσιαλδημοκράτες - από φιλοευρωπαϊκές θέσεις - για να εγκαταλείψει την εκβιαστική πολιτική της σε βάρος των χρεωμένων χωρών.
Ακούγονται φωνές στον ευρωπαϊκό χώρο για την υιοθέτηση από την ΕΕ μιας στρατηγικής κοινής ανάπτυξης και της διάρρηξης των αλυσίδων της αδύναμης ανάπτυξης. Η ανάγκη μιας κοινής δημοσιονομικής πολιτικής, μείωσης των ανισορροπιών και κοινής πορείας ανάπτυξης προκύπτει, μέσα από τα αδιέξοδα για ακόμη περισσότερες υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωζώνης, που, και προοπτικά, και τα ίδια τα συμφέροντα της Γερμανίας θα βλάψει.
Γι΄αυτό και σήμερα είναι αναγκαία η σύμπηξη ενός πολιτικού, αλλά και κοινωνικού, ευρωπαϊκού μετώπου και η διασφάλιση ευρύτερων συμμαχιών όχι μόνο από τις χώρες του νότου για τη στήριξη του Μόνιμου Μηχανισμού αντιμετώπισης κρίσεων που θα διαδεχτεί το 2013 το υφιστάμενο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας. Μηχανισμός με σταθερή πρόνοια για αποτροπή εξαιρετικά δυσάρεστων παρενεργειών από την εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα για τα κράτη που θα αντιμετωπίζουν μελλοντικά προβλήματα ρευστότητας ή φερεγγυότητας.
Όπως επίσης και η εμμονή με νέους πλέον όρους στην πρόταση της ευρωπαϊκής αριστεράς για την έκδοση του ευρωομολόγου και τη δημιουργία ενός μηχανισμού κοινής διαχείρισης του χρέους , που φαίνεται ότι κερδίζει έδαφος μετά τις ακραίες και υπερφίαλες φωνές για απόρριψή του.
Η ΔΗΜ.ΑΡ. υποστηρίζει την πρόταση της Συνομοσπονδίας των Ευρωπαϊκών Συνδικάτων για την μεταφορά μέρους του εθνικού χρέους στην ΕΚΤ, (που θα μπορούσε να κυμανθεί από το 60% ως το 40%της πρότασης Γιούνκερ-Τρεμόντι), για δημιουργία κοινής διαχείρισης του χρέους, που δεν θα απάλλασσε τις χώρες από τις υποχρεώσεις τους, αλλά θα περιόριζε τις τρέχουσες επιθέσεις των αγορών εναντίον τους. Υποστηρίζουμε ταυτόχρονα την έκδοση ευρωομολόγων για τη χρηματοδότηση ενός ευρωπαϊκού σχεδίου για την οικονομική ανάκαμψη.
Οι Βουλευτές της ΔΗΜ.ΑΡ. διαφώνησαν με το Μνημόνιο και το καταψήφισε στην Βουλή.
Έχουμε καταθέσει και αναδείξει προτάσεις και πολιτικές δράσεις που κινούνται στον αντίποδα των μέτρων του Μνημονίου, για να αποκρουστούν οι αντικοινωνικές του συνέπειες και να υπάρξει διέξοδος από τις ασφυκτικές του ρυθμίσεις.
Η απεμπλοκή της Ελλάδας από το μηχανισμό της τριμερούς χρηματοδότησης, όσο κι αν αποτελεί δίκαιο αίτημα της κοινωνίας -και είναι δίκαιο- προϋποθέτει μια εναλλακτική πρόταση διεξόδου από την κρίση και αυτή, στη συνέχεια, προϋποθέτει την ύπαρξη συσχετισμών και ευρωπαϊκού χαρακτήρα, οι οποίοι πρέπει να διαμορφωθούν.
Στο πλαίσιο της οικοδόμησης αυτής της ευρωπαϊκής διεξόδου, επιδιώκουμε βραχύ- μεσοπρόθεσμα, πρώτα απ΄όλα, να υλοποιηθεί η ανειλημμένη υποχρέωση από το τελευταίο Eurogroup για επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους των 110 δις μέχρι το 2021 για όλο το ποσό. Όπως επίσης να προωθηθούν όλες οι πρωτοβουλίες για το ευρωομόλογο.
Μέσο- μακροπρόθεσμα πρέπει να στοχεύουμε στην αναδιαπραγμάτευση και για το σύνολο πλέον των δανείων της χώρας, μέσα από την οργανωμένη επιμήκυνση και αναχρηματοδότηση των ελληνικών χρεών. Αυτό πρέπει να διεκδικηθεί να γίνει μέσα από διαδικασία μηχανισμού ρύθμισης. Ο μηχανισμός αυτός αυτονόητα περιλαμβάνει τις υπερχρεωμένες χώρες, την ΕΚΤ, τους πιστωτές, με την αναγκαία διασφάλιση κατάλληλων ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών.
Η διέξοδος της χώρας μας από την κρίση αποτελεί σημαντική ευρωπαϊκή υπόθεση. Γι΄ αυτό και η πρόταση της ΔΗΜ.ΑΡ. ενσωματώνει οργανικά τις βασικές μας θέσεις για το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Τους στόχους αλλαγής στην ΕΕ προς την επείγουσα κατεύθυνση της ομοσπονδιακής δημοκρατικής ενοποίησής της, με προτεραιότητα τον έλεγχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του τραπεζικού συστήματος και των χρηματαγορών από πολιτικούς θεσμούς, την απεμπλοκή από τους ασφυκτικούς δημοσιονομικούς κανόνες και αποδοχή της βαρύτητας των κριτηρίων απασχόλησης και κοινωνικής προστασίας, τη στήριξη του ευρώ με ισχυρό κοινοτικό προϋπολογισμό, τη στήριξη χωρών όταν δέχονται τις κερδοσκοπικές επιθέσεις, δηλαδή κοινή οικονομική πολιτική.
Η ελληνική κοινωνία καταλαβαίνει ότι πρέπει να βρεθεί δίκαιος τρόπος μείωσης των ελλειμμάτων του κράτους μας, της εξάρτησης από την υπερχρέωση και επομένως να ανατραπεί η πελατειακή διαχείριση των προνομίων και της φοροδιαφυγής.
Οι πολίτες διεκδικούν την αναδιανομή και την κοινωνική δικαιοσύνη. Η αλληλεγγύη και ο επανακαθορισμός του προτύπου ανάπτυξης ανοίγει σήμερα το έδαφος για μια ουσιαστική παρέμβαση στο κράτος, στην Αυτοδιοίκηση με αποκέντρωση και στους θεσμούς, αλλά και στην οικονομία, με στόχο την προώθηση δομικών μεταρρυθμίσεων.
Η ελληνική κοινωνία δεν συσπειρώνεται ούτε στη δικαίωση της κυβερνητικής πολιτικής και των απαιτήσεων των δανειστών της χώρας, ούτε στη δικαίωση των ενόχων της δημοσιονομικής κατάρρευσης. Η ανοχή της εξαντλείται.
Οι ευθύνες των κομμάτων του πελατειακού κράτους είναι τεράστιες και δεν διαγράφονται με επικοινωνιακά μέσα. Οι πολιτικές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, που μας έφεραν στο χείλος της χρεοκοπίας, δεν πρέπει απλώς να εγκαταλειφθούν, πρέπει να ανατραπούν.
Το ξεπέρασμα της κρίσης κρίνεται σε τρία μέτωπα :
- στην αποφυγή της χρεοκοπίας του δημοσίου και της κατάρρευσης της οικονομίας, που θα την πληρώσουν δραματικά όλοι, οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, οι νέοι.
- στην ανατροπή της άδικης κατανομής των βαρών σε βάρος των αδύνατων στρωμάτων, με την αύξηση των δημοσίων εσόδων μέσα από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας και όχι μέσα από νέους έμμεσους φόρους, καθώς και με την καταπολέμηση της ακρίβειας.
υπέρ των πολιτών. Μιας ανάπτυξης οικολογικής για τη βελτίωση της ζωής τους, με πλήρη σεβασμό στο περιβάλλον, με ουσιαστική παρέμβαση στο κράτος, στην Αυτοδιοίκηση με αποκέντρωση και στους θεσμούς, αλλά και στην οικονομία, με στόχο την προώθηση δομικών μεταρρυθμίσεων, με δυναμική συμμετοχή στο ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Όταν η ανεργία καλπάζει και το 15% από τη νέα χρονιά θα αποτελεί το κατώφλι, όταν τα εισοδήματα των μισθωτών υφίστανται τις δραματικές συμπιέσεις, όταν πάνω από το 25% των πολιτών ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, τότε η μέριμνα ενός κόμματος της αριστεράς δεν μπορεί να είναι άλλη από την προώθηση προτάσεων και διεκδικήσεων πρωταρχικής προστασίας .
Σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, τα επιδόματα ανεργίας (μαζί με τα επιδόματα παιδιού, τα επιδόματα κατοικίας και τα επιδόματα στήριξης των χαμηλών εισοδημάτων) παίζουν το ρόλο «κοινωνικού αμορτισέρ», απορροφώντας τους κραδασμούς της οικονομικής κρίσης. Στη χώρα μας, τα κενά προστασίας είναι τρομακτικά.
Το τακτικό επίδομα ανεργίας διαρκεί μόνο 12 μήνες. Λειτουργεί περισσότερο ως επιδότηση των εργοδοτών σε κλάδους με εποχικότητα, που απολύουν τους υπαλλήλους τους στο τέλος της σαιζόν και τους επαναπροσλαμβάνουν στην αρχή της επομένης.
Αντίθετα, για τους μακροχρόνια ανέργους, υπάρχει μόνο ένα επίδομα 200 ευρώ (για άλλους 12 μήνες), που χορηγείται με αυστηρά κριτήρια, και εισπράττεται από 733 άτομα (στοιχεία 2008) δηλ. το 0,5% ακριβώς των μακροχρόνια ανέργων.
Έχουμε πολυτεκνικά επιδόματα (και, από το 2006, τριτέκνων), και οικογενειακά επιδόματα στις ΔΕΚΟ, στις Τράπεζες και σε ένα βαθμό στο Δημόσιο.
Αντίθετα, οι φτωχές οικογένειες με ένα ή δύο παιδιά δικαιούνται, εάν είναι τυχερές, το επίδομα του ΟΑΕΔ: 17 ευρώ το μήνα εάν έχουν ένα παιδί, 25 εάν έχουν δύο παιδιά. Και όμως, η συντριπτική πλειονότητα των φτωχών παιδιών ζει σε οικογένειες με 1 ή 2 παιδιά, που οι γονείς τους δεν εργάζονται σε ΔΕΚΟ, σε Τράπεζα ή στο Δημόσιο.
Το επίδομα ενοικίου του ΟΕΚ δεν χορηγήθηκε καθόλου το 2010 αφού ο ΟΕΚ δήλωσε ότι δεν μπορεί να ανταπεξέλθει.
Τέλος, η Ελλάδα παραμένει μια από τις 4 χώρες-μέλη στην Ε.Ε. που δεν διαθέτουν ένα εθνικής εμβέλειας σύστημα ελαχίστου εγγυημένου εισοδήματος για την αποτροπή της ακραίας φτώχειας και η μοναδική που δεν το εφαρμόζει ούτε καν σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο.
Η ΔΗΜ.ΑΡ. ζητά επαναπροσανατολισμό του συστήματος κοινωνικής προστασίας για την ανακούφιση όσων πλήττονται από την κρίση.
* Προνοιακό επίδομα ανεργίας για όλους τους μακροχρόνια άνεργους που πληρούν κάποια λογικά εισοδηματικά κριτήρια.
* Ενιαίο επίδομα παιδιού για όλες τις οικογένειες.
* Επίδομα ενοικίου όπως και στις άλλες χώρες, δηλ. για όλους τους ενοικιαστές χαμηλού εισοδήματος.
* Προετοιμασία για την πιλοτική εφαρμογή ενός ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος.
Η χρηματοδότηση αυτών των ρυθμίσεων μπορεί να προκύψει, εκτός των άλλων, και από κατάργηση των προνομίων που διατηρούνται ακόμη: ένταξη ΟΓΑ στο νέο ασφαλιστικό, κατάργηση των κρατικών επιδοτήσεων και «κοινωνικών πόρων» προς τα «ευγενή ταμεία».
Εμείς ως ΔΗΜ.ΑΡ. προβάλουμε σήμερα το αίτημα ενός προτύπου ανάπτυξης, με γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος και την αειφορία για την παραγωγική αναδιάρθρωση της χώρας μας, με διεύρυνση της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής. Οι στοχεύσεις και οι πολιτικές-μέτρα βρίσκονται στον αντίποδα της επιτάχυνσης της απελευθέρωσης των αγορών και της έντασης των ιδιωτικοποιήσεων.
Αυτές οι προτάσεις αποσκοπούν:
Αυτές οι προτάσεις περιλαμβάνουν:
- Την Αλληλεγγύη με τη Φύση και το Παγκόσμιο Οικολογικό Σύστημα που απαιτεί ριζικές αλλαγές στην ελληνική περιβαλλοντική νομοθεσία. Την Αλληλεγγύη στις επόμενες γενιές που απαιτεί: την «ενεργειακή λιτότητα» με ανάπτυξη ήπιων, ανανεώσιμων πηγών και καταστολή της κατανάλωσης ορυκτών ενεργειακών πόρων με κάθε πρόσφορο τρόπο, την αποτελεσματική προστασία του φυσικού περιβάλλοντος με προστατευόμενες περιοχές, ακτές και δάση, με διαχείριση των νερών ως φυσικό πόρο σε ανεπάρκεια, με χωρικά δίκαιη διαχείριση απορριμμάτων και αποβλήτων, με δεσμευτικό χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό και κατάργηση της εκτός σχεδίου δόμησης, την κατάργηση της γενετικής βιομηχανίας, τα μέτρα προειδοποίησης και πρόληψης από τις φυσικές και ανθρωπογενείς καταστροφές.
- Τη βαθιά τομή στο χώρο του δημόσιου τομέα, με δημόσια διοίκηση που θα μετατραπεί από τροχοπέδη κάθε παραγωγικής προσπάθειας σε αποφασιστικό αρωγό της και με νέο ρόλο των απαραίτητων δημόσιων επιχειρήσεων.
Τα μέτρα δεν αρκεί να αποφασίζονται και να ψηφίζονται. Πρέπει κάποιος να τα εφαρμόζει και να τα υλοποιεί ώστε να αποδίδουν. Δεν υπάρχει στη σημερινή Ελλάδα τέτοιος διοικητικός μηχανισμός.
Το σημαντικότερο. Ελλείπει παντελώς το σύστημα ελέγχου σε όλα τα επίπεδα (οικονομικό, ποιοτικών προδιαγραφών, εφαρμογής κοινοτικής νομοθεσίας, ιχνηλασιμότητας, κλπ). Χωρίς ένα σαφή, διαφανή, ενιαίο (όχι διεσπαρμένο σε διάφορες υπηρεσίες και Υπουργεία) και αποτελεσματικό ελεγκτικό μηχανισμό, οποιαδήποτε πολιτική, ακόμη και καλών προθέσεων, ακυρώνεται.
Η πλήρης μηχανοργάνωση και η επιβολή του διπλογραφικού συστήματος σε όλο τον δημόσιο τομέα αποτελεί πρωταρχική προϋπόθεση για στοιχειώδη λειτουργία και έλεγχο. Δεν αποτελεί λεπτομέρεια . Όλες οι κυβερνήσεις της τελευταίας 20ετίας σε αυτήν αναφέρονται . Δεν την έχουν προωθήσει μέχρι σήμερα!
Οι ανισότητες που υπάρχουν σε μισθούς και συντάξεις, οι αδιανόητες αδικίες, οι παραλογισμοί στην αξιολόγηση προσόντων και προσφοράς πρέπει να εκλείψουν. Τασσόμαστε υπέρ του ενιαίου, εξορθολογισμένου μισθολογίου, στο οποίο θα πρέπει να ενσωματωθούν τα επιδόματα. Πρέπει για όλους τους υπαλλήλους και λειτουργούς του δημοσίου να υπάρξει πλαφόν δύο φορές το κατά κεφαλήν ΑΕΠ για τις συντάξεις (περίπου 45.000 ευρώ το χρόνο) και τέσσερις φορές το ΑΕΠ για τους μισθούς του δημόσιου τομέα (περίπου 90.000 ευρώ το χρόνο) – μηδενός εξαιρουμένου.
Είναι κοινή διαπίστωση ότι χρειάζεται μεταρρύθμιση του δημόσιου τομέα προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητά του. Οι προτάσεις για κατάργηση ή και ενοποίηση Οργανισμών κινούνται σε θετική κατεύθυνση, Καρκινοβατεί όμως η εφαρμογή και ένας μόνο φορέας, στο διάστημα αυτό, έχει καταργηθεί. Στην όλη αυτή πορεία ελλοχεύει ο κίνδυνος η διαδικασία αυτή να γίνει όχημα κατάργησης «ενοχλητικών» Φορέων (βλ. συζήτηση για κατάργηση του Οργανισμού Αθήνας)
Αναδιαρθρώσεις, νέα επιχειρησιακά σχέδια, των μεγάλων Δημοσίων επιχειρήσεων πρέπει να προχωρήσουν. Αυτές δεν είναι δυνατόν να εξαντλούνται μόνο και, μάλιστα εκ των προτέρων, σε μειώσεις μισθών και προσωπικού , που και αυτές οφείλουν να αντιμετωπισθούν. Οι αμοιβές σε όλες στις ΔΕΚΟ, από τον κλητήρα μέχρι τον διευθύνοντα σύμβουλο, πρέπει να συνδέονται άμεσα με την ποιότητα του παρεχόμενου κοινωφελούς έργου. Πρέπει να υπάρχει αντιστοίχηση των μισθών με την εργασία που παράγεται. Έχουμε ταχθεί υπέρ της ανασυγκρότησης των επιχειρήσεων και όχι υπέρ του περιορισμού των υπηρεσιών που πρέπει να προσφέρουν στους πολίτες. Με την έννοια αυτή είμαστε ριζικά αντίθετοι στην περικοπή του μισού δικτύου του σιδηροδρόμου, ακόμα και αυτών των τμημάτων που πρόσφατα ανακαινίσθηκαν με κοινοτικά κονδύλια για εύκολη περικοπή ελλειμμάτων.
Τη δημοκρατική φορολογική μεταρρύθμιση, που συνίσταται στην αναλογική και προοδευτική συμβολή όλων των πολιτών και εμείς επιμένουμε να περιλαμβάνει και τον αρνητικό φόρο εισοδήματος για νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος.
Τη λειτουργική ανασυγκρότηση. Τη λειτουργία των φοροεισπρακτικών μηχανισμών προκειμένου να αποκατασταθεί η φορολογική ισότητα και να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα με την άμεση ενίσχυση των εισπρακτικών υπηρεσιών των ΔΟΥ.
Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να υπάρξει επανεξέταση του συνόλου των φορολογικών ελαφρύνσεων από μηδενική βάση, ενίσχυση των φορολογικών μηχανισμών και ορισμός ποσοτικών στόχων για την μείωση της παραοικονομίας, της απώλειας εσόδων από φόρους που δεν εισπράττονται.
Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του σχετικού νομοσχεδίου, η απώλεια εσόδων από το ΦΠΑ φτάνει το 30% έναντι 12% μέσου όρου στην ΕΕ. Πρακτικά αυτό σημαίνει απώλεια περίπου 5 δις € το 2009 και 5,3 δις € το 2010. Εάν η απώλεια εσόδων περιοριζόταν στο 20% (από 30%) θα εξασφαλίζονταν επιπλέον έσοδα 1,6 δις € το 2009 και 1,8 δις € το 2010. . Η μείωση της παραοικονομίας στο 15% του ΑΕΠ θα προσέθετε περίπου 7,5 δις € στον προϋπολογισμό του 2009 και 7,8 δις € στον προϋπολογισμό του 2010.
Σύμφωνα με μελέτες (ΟΑΣΑ) το ποσοστό της παραοικονομίας στην Ελλάδα κινείται κοντά στο 30% του ΑΕΠ. Με πρόχειρους υπολογισμούς αυτή σημαίνει ότι η απώλεια φορολογικών εσόδων (εάν υποθέσουμε ότι ο λόγος φόρων/ΑΕΠ θα παρέμενε σταθερός) ανέρχεται περίπου σε 15 δις € το 2009 και 15 δις € το 2010 . Η μείωση της παραοικονομίας στο 15% του ΑΕΠ θα προσέθετε περίπου 7,5 δις € στον προϋπολογισμό του 2009 και 7,8 δις € στον προϋπολογισμό του 2010.
Την εξοικονόμηση πόρων μέσα από τον περιορισμό στο ελάχιστο του τερατώδους μηχανισμού μεταφοράς εισοδημάτων υπό τη μορφή κινήτρων, επιδοτήσεων, επιχορηγήσεων και φοροαπαλλαγών. Ιδιαίτερες περιοχές αναζήτησης πόρων η φορολόγηση της μεγάλης ακίνητης περιουσίας, η εκκλησιαστική και μοναστηριακή περιουσία και οι φοροαπαλλαγμένες εμπορικές συναλλαγές τους.
Μείωση ΦΠΑ σε είδη διατροφής ζωτικών στη διαβίωση στο 6.5%και αύξηση στα είδη υπερπολυτελούς διαβίωσης πέρα του23%
Την ενίσχυση του αναπτυξιακού ρόλου του προϋπολογισμού. Αντί της περικοπής- φέτος η χώρα θα έχει το χαμηλότερο ΠΔΕ από το 2001 και έπειτα, ως ποσοστό του ΑΕΠ (3,7%)-πρέπει να ενισχυθεί και να αποκτήσει πολυετή χαρακτήρα. Ιδιαίτερο βάρος αποκτά η αξιοποίηση των διαθεσίμων από τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά ταμεία τα επόμενα τρία χρόνια. Η χώρα "πληρώνει" (χάνει) σημαντικό μέρος των κοινοτικών εισροών που μας αναλογούν, ακυρώνοντας το όποιο θετικό αποτέλεσμα επίπονων (δημοσιονομικών) διαπραγματεύσεων για μικροποσά και με υψηλό διαπραγματευτικό τίμημα.
Αναγκαία είναι η αναπροσαρμογή του ΕΣΠΑ καθώς και η εφαρμογή συστημάτων αξιολόγησης της αναπτυξιακής και της κοινωνικής αποτελεσματικότητας των δαπανών. Πρέπει να καταβληθεί εργώδης προσπάθεια για αύξηση της απορροφητικότητάς του που για το τέλος του2011 αναμένεται να φτάσει στο 15%- απομένουν τρία χρόνια ακόμη, ενώ τα κονδύλια του ΕΣΠΑ για την ενίσχυση της απασχόλησης παρουσιάζουν μέσο σταθμικό όρο συνολικής απορρόφησης μόνο 6.2%
Αναπτυξιακοί άξονες προτεραιότητας θα μπορούσαν να ήταν η ενίσχυση της πράσινης οικονομίας, του πολιτιστικού-τουριστικού συμπλέγματος, της ποιοτικής αγροτικής παραγωγής και πρωταρχικά της στήριξης της εργασίας
Τη στενότητα διάθεσης πόρων του δημοσίου για χρηματοδότηση αναγκαίων έργων και τη συνακόλουθη αύξηση της απασχόλησης θα μπορούσε να αντιμετωπίσει η επέκταση της χρονικής διάρκειας των παραχωρήσεων του αεροδρομίου της Αττικής Οδού της Γέφυρας Ρίου-Αντιρρίου, όχι απλώς για την αυτόματη εταιρική συμμετοχή του δημοσίου , άρα και τη συμμετοχή στα έσοδα, αλλά κυρίως στην ενεργοποίηση ΣΔΙΤ για συγκεκριμένα έργα όπου η συμμετοχή του δημοσίου θα είναι τα μελλοντικά έσοδα
Κάτω από την πίεση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, οι αμυντικές δαπάνες εμφανίζουν τα τελευταία χρόνια σταθερή μείωση. Γι΄αυτό και αίσθηση αποτελεί το γεγονός ότι τα εξοπλιστικά προγράμματα του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας προβλέπονται αυξημένα το 2011 (σε ταμειακή βάση) κατά 100 εκατ. Υπάρχουν περιθώρια για ουσιαστικές ακόμη περικοπές σε μέσα και οπλικά συστήματα, που δεν εξυπηρετούν την αμυντική θωράκιση της χώρας, αλλά εντάσσονται στους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ.
Την αντιμετώπιση του υπέρογκου ελλείμματος του ισοζυγίου συναλλαγών και του εμπορικού ισοζυγίου(σταθερά αρνητική πρωτιά στην ΕΕ.) Το έλλειμμα αυτό αντανακλά δομικά προβλήματα της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
Η χώρα παράγει προϊόντα και υπηρεσίες που δεν καταναλώνονται ούτε στο εσωτερικό και αντιθέτως εισάγει άλλα ή ομοειδή συνεχώς. Αυτό σημαίνει είτε λαθεμένες επιλογές παραγωγικών προτύπων είτε υψηλό κόστος παραγωγής. Τραγική συνέπεια είναι ότι διαρκώς επιχειρήσεις κλείνουν και η ανεργία εκτινάσσεται στα ύψη.
Η πολιτική επιλογή πρέπει να εστιάζεται πρώτα απ’ όλα στον εντοπισμό των τομέων παραγωγικής δραστηριότητας που είναι σε θέση να αποτελέσουν πόλους ανάπτυξης για τη χώρα ή εστίες συγκριτικού πλεονεκτήματος μέσω παραγωγικών και τεχνολογικών εξειδικεύσεων που ταυτόχρονα θα σέβονται το περιβάλλον. Στις γενναίες επενδύσεις στην παιδεία, στην επιστημονική έρευνα. Στην στήριξη στην πλήρη απασχόληση, στη σταθερή και ποιοτική εργασία και σε ικανοποιητικούς μισθούς.
Η χώρα οφείλει να στηρίξει την επιχειρηματικότητα, να δώσει τη μάχη της ανταγωνιστικότητας στο πεδίο της καινοτομίας και της ποιότητας των προϊόντων και των υπηρεσιών, που ενσωματώνουν τεχνολογικό προβάδισμα και υψηλή προστιθέμενη αξία. Να ενθαρρύνει τις ομάδες παραγωγών και της συλλογικής επιχειρηματικής δράσης των νέων, που μπορούν να επινοούν και να προσφέρουν νέα προϊόντα, ικανά να κερδίσουν μια θέση στις διεθνείς αγορές.
Ιδιαίτερη συντονισμένη προσπάθεια, μέσα και από σειρά κινήτρων, πρέπει να καταβληθεί για την ενίσχυση της ναυτιλίας και την στροφή σε ελληνικά πληρώματα, αλλά κυρίως προς την ενθάρρυνση του εκσυγχρονισμού του ναυπηγοεπισκευαστικού κλάδου με την συμμετοχή του ελληνικού εφοπλιστικού κεφαλαίου. Όταν «κτίζεται» μεγάλος αριθμός νέων πλοίων από έλληνες εφοπλιστές σε γειτονική χώρα, είναι αδιανόητο να μην καταβάλλεται απολύτως στοχευμένη πρωτοβουλία για την προσέλκυσή τους στη χώρα μας .
Η ενίσχυση της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας, για τη μείωση της εξάρτησης της χώρας μας από τους μεγάλους κατασκευαστές σύγχρονων οπλικών συστημάτων, αλλά και για τη δημιουργία ενός πεδίου εφαρμογής καινοτομιών.
Τη διαμόρφωση ενός ισχυρού πυλώνα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα υπό τον έλεγχο του δημοσίου, που θα περιλαμβάνει την Εθνική, όπου το δημόσιο επανακτά το κρίσιμο πακέτο μετοχών για τον ουσιαστικό έλεγχό της, και τις λοιπές τράπεζες δημόσιου συμφέροντος ΑΤΕ, ΤΤ, και Ταμείο παρακαταθηκών και δανείων Στόχος η εξασφάλιση της ομαλής ροής του χρήματος και της χρηματοδότησης της οικονομίας, η συμπίεση των επιτοκίων.
Τη διευκόλυνση με νομοθετική ρύθμιση, της επέκτασης του θεσμού των συνεταιριστικών τραπεζών.
Εξετάζουμε την πρόταση του ΟΕΕ για ίδρυση Δημόσιας Τράπεζας ειδικού σκοπού με στόχο τη διαχείριση της δημόσιας περιουσίας και του Δημόσιου Χρέους.
Την ουσιαστική στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με ενίσχυση για απρόσκοπτη ροή της χρηματοδότησής τους, με νομοθετική κατάργηση των καταχρηστικών πρακτικών και χρεώσεων των τραπεζών, με οργάνωση και έλεγχο του τομέα παροχής υπηρεσιών, με συλλογική συμμετοχή τους στις κρατικές προμήθειες.
Σημαντικές χρηματοδοτήσεις πρέπει, επίσης, να στραφούν από το τρέχον ΕΣΠΑ με την ενίσχυση του εξαγωγικού προσανατολισμού τους και τη βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων τους.
Την πρωταρχική κρατική μέριμνα για χρήσεις γης στην ύπαιθρο, για εκσυγχρονισμό της γεωργίας, των μεταποιητικών μονάδων αλλά και των δικτύων εμπορίου και διακίνησης αγροτικών αγαθών, για μεταφορά πόρων στον πυλώνα της Αγροτικής Ανάπτυξης, ώστε να ενισχυθούν κατά προτεραιότητα τα αγροτικά νοικοκυριά. Την επιδίωξη της πολυλειτουργικότητας του αγροτικού τομέα, με έμφαση στη βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία. Τη στοχευμένη και συνεπή ενίσχυση της κτηνοτροφίας, κύριας πηγής εισοδήματος αγροτικού πληθυσμού για περιοχές όπου δεν υπάρχουν άλλες πηγές απασχόλησης. Την εξυγίανση και πλήρη ανασυγκρότηση των αγροτικών συνεταιρισμών και οργάνωση των αγροτών σε ομάδες παραγωγών.
Την πλήρη και αξιοπρεπή απασχόληση. Εργασιακές σχέσεις και συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας που παρέχουν στους εργαζόμενους, Έλληνες και μετανάστες, σιγουριά και διαμορφώνουν όρους δημιουργικής και υπεύθυνης απασχόλησης, που ευνοούν τη συλλογικότητα, τη συνεργασία, την ανάληψη ευθυνών και την αλληλεγγύη. Μια πολιτική ακριβώς στον αντίποδα της πλήρους απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων που ακολουθεί η κυβέρνηση
Την εγγύηση της κοινωνικής ασφάλειας όσων διαβιούν στη χώρα μέσα από ένα ασφαλιστικό σύστημα που θα χρηματοδοτείται σταθερά και με ενιαίους όρους από τους εργαζόμενους, το κράτος και τους εργοδότες, χωρίς την οποιαδήποτε ανάγκη άνισης καταφυγής σε κοινωνικούς πόρους, θα διασφαλίζει τα αποθεματικά των ταμείων, θα αντιμετωπίζει την εισφοροδιαφυγή και εισφοροαπαλλαγή και την ανασφάλιστη εργασία καθώς και την πρόσβαση και χρήση των υπηρεσιών υγείας, που θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από πλήρη ισότητα για όλους τους πολίτες.
Την αλλαγή του βασικού προσανατολισμού στον τομέα της υγείας στην κατεύθυνση της πρόληψης και ανάπτυξης της πρωτοβάθμιας φροντίδας με ιδιαίτερη έμφαση στην αναμόρφωση του ΕΣΥ, στη δημιουργία ενός Ενιαίου Φορέα Υγείας, στη γενναία χρηματοδότηση του δημόσιου συστήματος υγείας και άμβλυνση των εξωπραγματικών ιδιωτικών δαπανών. Μείζον ζήτημα εδώ η αντιμετώπιση στην πράξη της σπατάλης και των εξωφρενικών δαπανών για προμήθειες υλικών και φαρμάκων, που θα εξοικονομήσει πόρους για την ανασυγκρότηση του υγειονομικού συστήματος.
Την αποδοχή ότι βάση μιας νέας πορείας για την παιδεία είναι η αναγνώριση των αποτυχιών του συστήματος και των μεταρρυθμίσεών του. Την απαίτηση για μια εκπαίδευση που να αντιστοιχεί στις αυξημένες ανάγκες της εποχής, των πολιτών και της χώρας. Την αφετηριακή προσέγγιση ότι συνολική λύση δεν μπορεί να αποτελούν οι άτυπες και οι νόμιμες μορφές ιδιωτικοποίησης που σημειώνουν ραγδαία αύξηση και ότι το εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να παρέχει ίσες ευκαιρίες σε όλους του πολίτες. Τον αυτόνομο μορφωτικό ρόλο του Λυκείου, όσο και την αξιοκρατική πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το δημόσιο, ισχυρό μαζικό, αυτοδιοικούμενο πανεπιστήμιο που λογοδοτεί στην ελληνική κοινωνία
Θα ήθελα να επιμείνουμε σε ένα τομέα που για μας έχει ιδιαίτερη βαρύτητα. Στο περιβάλλον. Το περιβάλλον αναδείχθηκε σε παράγοντα ανασταλτικό στην αντιμετώπιση της κρίσης. Στα χρόνια διακυβέρνησης της ΝΔ, το περιβάλλον αντιμετωπίστηκε ως επιβραδυντικός παράγοντας της ανάπτυξης, μπήκε στο ψυγείο. Βεβαίως, το δόγμα αυτό είναι διαχρονικό στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε με τη φιλοδοξία μετάβασης στον πολιτισμό της πράσινης ανάπτυξης. Ίδρυσε το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ), χωριστό από τα δημόσια έργα, και με την ευθύνη της κλιματικής αλλαγής, της ενέργειας, των νερών, των δασών, της πολεοδομίας και της χωροταξίας! Το χαιρέτισαν και πολλοί εκτός των κυβερνητικών τειχών.
Αλίμονο. Η περιβαλλοντική προστασία πρώτα εμπόδιζε στην ανάπτυξη και στις υποδομές, τώρα δυσκολεύει στην αντιμετώπιση της κρίσης και στο fast track! Χρήματα δεν υπάρχουν και χωρίς αυτά δεν νοείται ότι είναι υποχρέωση της πολιτείας να ασκηθεί αποτελεσματική πολιτική. Η στροφή στις ΑΠΕ απαιτεί και δημόσια δαπάνη, που λείπει. Η εξοικονόμηση ενέργειας θέλει οικονομικά κίνητρα, που δεν περισσεύουν. Η διαχείριση των απορριμμάτων αντιμετωπίζεται ως οικονομικό αγκάθι, όπως και οι διάφορες προστατευτικές πολιτικές (δάση, νερά, δρυμοί…).
Όταν όλη η κρίση αντιμετωπίζεται στα στενά όρια της τριμηνιαίας εκταμίευσης της δόσης, πολιτικές με εναλλακτική αναπτυξιακή προοπτική θα αντιμετωπίζονται ως εμπόδιο για οτιδήποτε. Οι περιβαλλοντικές πολιτικές θα θεωρούνται ως μια πολυτέλεια για τις πλούσιες χώρες κι εμείς, ως γνωστόν, πλούσια χώρα δεν είμαστε.
Η ΔΗΜ.ΑΡ. επιμένει να δίνει την απάντηση στο τώρα, βλέποντας και μερικά τρίμηνα πιο μακριά. Διεκδικούμε τώρα τις πράσινες πολιτικές, όπως αυτές μπορούν να είναι και όχι όπως φανταζόμαστε ότι …δεν είναι. Μπορούν να αξιολογηθούν και να κριθούν και στο πεδίο της οικονομικής αποτελεσματικότητας και στην αγορά εργασίας να συνεισφέρουν και παράλληλα να μην υπονομεύσουν το φυσικό υπόβαθρο της ζωής και της μελλοντικής εξέλιξης της χώρας.
Υποστηρίζουμε σταθερά ότι από το δόγμα «το περιβάλλον κοστίζει» πρέπει να περάσουμε στην αντίληψη ότι η «προστασία συμφέρει». Η πράσινη πολιτική δεν προωθείται απλά με εκθέσεις ιδεών και σχέδια . Απαιτεί συγκεκριμένες επιλογές προτεραιότητες και μέτρα. Όλοι εδώ κρίνονται και πρώτα απ’ όλους η κυβέρνηση και το ΥΠΕΚΑ.
Από την ίδρυσή μας διακηρύξαμε πως είμαστε βαθύτατα πεισμένοι ότι η ανάγκη για πράσινη στροφή της οικονομίας δεν έρχεται σε μια λανθασμένη χρονική στιγμή. Αντίθετα, είναι μια ώριμη δυνατότητα.
Η στροφή στις ΑΠΕ καρκινοβατεί, με μεγάλους κινδύνους υστέρησης στις υποχρεώσεις τις χώρας στα θέματα της κλιματικής αλλαγής, γεγονός που και οικονομικούς κινδύνους συνεπάγεται και εντείνει την εξάρτηση της χώρας από τις συμβατικές πηγές ενέργειας, αλλά και αφήνει τη χώρα έκθετη απέναντι στην «τρόικα», περιορίζοντας και εγκλωβίζοντας τις ενεργειακές της επιλογές.
Η επί σειρά ετών αδυναμία των προηγούμενων κυβερνήσεων να ανταποκριθούν στη βασική ευρωπαϊκή υποχρέωση για απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, οδήγησε στη σημερινή κατάσταση όπου οι απαιτήσεις της Τρόικας και Κομισιόν οδηγούν σε βίαιες και επικίνδυνες αλλαγές την περιβαλλοντική μεταρρύθμιση αναδιάρθρωσης του ενεργειακού συστήματος της χώρας. Κάποια από τα σενάρια απελευθέρωσης, μάλιστα, απειλούν να ανατρέψουν το «Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τις ΑΠΕ» που η Ελλάδα εμπρόθεσμα κατέθεσε το καλοκαίρι στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Είναι προφανές ότι οποιοδήποτε σενάριο που εμπεριέχει ως λύση την εκμετάλλευση των λιγνιτικών κοιτασμάτων σε Δράμα και Ελασσόνα ή την πώληση λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ σε ιδιώτες, εκτροχιάζει κάθε προσπάθεια βιώσιμης ανάπτυξης της χώρα μας και γι’ αυτό αποτελεί κόκκινη γραμμή για την ελληνική κοινωνία.
Η προοπτική μίας απελευθερωμένης και λειτουργικής αγοράς ενέργειας θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως ευκαιρία για ανάπτυξη.
Σε αντίθεση με τις σημερινές πρακτικές χειραγώγησης των τιμών ενέργειας, οι οποίες οδηγούν σε πλήρη στρέβλωση του ανταγωνισμού, η εύρυθμη και δίκαιη λειτουργία της αγοράς εγγυάται ένα σταθερό επενδυτικό περιβάλλον για τις ΑΠΕ και, σε συνδυασμό με και με τη βιομηχανική πολιτική εξοικονόμησης ενέργειας, ενισχύει τη βιώσιμη ανάπτυξη και εξασφαλίζει το μακροπρόθεσμο όφελος των πολιτών και των παραγωγικών δυνάμεων αυτής της χώρας.
Έχοντας υπόψη αυτά τα δεδομένα η ΔΗΜ.ΑΡ. προτείνει:
- Τη θεώρηση ως ύστατης λύσης του σεναρίου ανταλλαγής μονάδων μεταξύ ΔΕΗ και αξιόπιστων ηλεκτροπαραγωγών. Και μόνο υπό την προϋπόθεση ύπαρξης αυστηρού χρονοδιαγράμματος απεξάρτησης της χώρας από το λιγνίτη και με ταυτόχρονο πρόγραμμα οικονομικοκοινωνικής και αναπτυξιακής αναπροσαρμογής των περιοχών εκμετάλλευσης του λιγνίτη.
- Τη διασφάλιση της αποκλειστικής ιδιοκτησίας του Δημοσίου στους μεγάλους Υδροηλεκτρικούς Σταθμούς
- Τη διασφάλιση της απρόσκοπτης ανάπτυξης των ΑΠΕ, εφαρμόζοντας κατ’ ελάχιστον τα προβλεπόμενα στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τις ΑΠΕ, καθώς και τον αναπτυξιακό χαρακτήρα του ενεργειακού μας μοντέλου, με τη δημιουργία δεκάδων χιλιάδων νέων πράσινων θέσεων εργασίας.
- Τη συμβολή στην ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των Ελλήνων πολιτών, που δοκιμάζονται από την κρίση, μέσω της παροχής ισχυρών φορολογικών κινήτρων για δαπάνες εξοικονόμησης ενέργειας στα κτίρια.
Επιδιώκουμε την ανάπτυξη ενός εναλλακτικού πόλου οικονομικής δραστηριότητας, της Πράσινης Κοινωνικής Οικονομίας, δηλαδή έναν χώρο της οικονομίας που βρίσκεται ανάμεσα στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα της οικονομίας και στον οποίο διεξάγονται οικονομικές δραστηριότητες, με κοινωνικούς σκοπούς και στόχους, δηλαδή δραστηριότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που παράγουν κοινωνικό και ατομικό όφελος.
Η πράσινη κοινωνική οικονομία είναι μια εξελιγμένη μορφή κοινωνικής οικονομίας και επιτυγχάνει σε μια κρίσιμη κατάσταση διπλή στόχευση: ενισχύει οικονομικά τους ασθενέστερους και εξασφαλίζει καλύτερους όρους προστασίας και βελτίωσης του περιβάλλοντος.
Απαραίτητο συμπλήρωμα αυτής της νέας πολιτικής, για την φύση που εμείς προωθούμε, είναι η ενεργός συμμετοχή της κοινωνίας. Η Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση, σε συνεργασία με τους ΟΤΑ, τις οικολογικές οργανώσεις, τις πρωτοβουλίες της κοινωνίας πολιτών και τα εκατοντάδες κύτταρα των εθελοντικών ομάδων που εργάζονται για την προστασία της φύσης, μπορούν και οφείλουν να συνεργασθούν, δημιουργώντας μια κοινωνική συμμαχία για την Φύση και τον Πολιτισμό.
Η κρίση δεν είναι μόνον δημοσιονομική και οικονομική. Εκδηλώνεται και ως κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών προς τα πολιτικά κόμματα, απλώνεται ως κρίση αξιών σε όλη την κοινωνία. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων και κυρίως η μελέτη των ποιοτικών χαρακτηριστικών και της εκλογικής συμπεριφοράς των πολιτών έχουν αναδείξει το ζήτημα αυτό ως πρωτεύον.
Εμείς, ως ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, αντιπαλεύουμε τα αίτια της κρίσης. Δεν αναζητούμε τρόπους να τροφοδοτηθεί η συνέχιση του ίδιου πελατειακού κράτους. Αγωνιζόμαστε για την ανατροπή του παντού. Η εναλλακτική λύση που στηρίζουμε δεν είναι μόνον άλλα μέτρα οικονομικής πολιτικής, αλλά διαφάνεια, καταπολέμηση της σπατάλης και της διαφθοράς, της γραφειοκρατίας, της διαπλοκής, της φοροδιαφυγής, της κάθε μορφής ιδιοποίησης του δημοσίου πλούτου.
Τα σημερινά οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας είναι το αποτέλεσμα του συστήματος διαπλοκής και διαφθοράς που λυμαίνεται τον τόπο τα τελευταία τριάντα χρόνια.
Αξίζει να υπογραμμίσουμε ότι:
Η Ελλάδα, αν και ανήκει στην ομάδα των 32 πιο ανεπτυγμένων και πλουσιότερων χωρών του κόσμου, είναι 83η στην παγκόσμια κατάταξη ανταγωνιστικότητας. Το τελευταίο μάλιστα έτος μας πέρασαν οι εξής δέκα χώρες: Ελ Σαλβαδόρ, ΦΥΡΟΜ, Γουατεμάλα, Κροατία, Μαρόκο, Περού, Ναμίμπια, Βουλγαρία, Σρί Λάνκα και Βιετνάμ.
Πού, όμως, οφείλεται αυτή η κατακόρυφη πτώση ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας; Κάποιοι απολογητές του συστήματος διαπλοκής και διαφθοράς θα σπεύσουν πρόθυμα να ενοχοποιήσουν τους «τεμπέληδες εργαζόμενους» και τα υψηλά μεροκάματά τους.
Ουδέν αναληθέστερον τούτου. Οι παράγοντες αυτοί εξηγούν μόνον το 4% του ελλείμματος ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
Η κρατική γραφειοκρατία και η διαφθορά (δύο από τους δεκαπέντε παράγοντες που εξετάζονται αναλυτικά) ευθύνονται, όσο και αν φαίνεται απίστευτο, για το 41.2% (27,2% και 14% αντίστοιχα) του ελλείμματος ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
Είναι προφανές ότι χωρίς τη ριζική ανατροπή του συστήματος διαπλοκής και διαφθοράς, χωρίς την ήττα των δυνάμεων που υπηρέτησαν αυτό το σύστημα, η Ελλάδα δεν έχει μέλλον.
Είμαστε απόλυτα βέβαιοι ότι απάντηση στη κρίση δεν μπορούν να δώσουν τα κυβερνητικά επικοινωνιακά τρυκ.
Διέξοδο για τη χώρα δεν δίνει η πολιτική ατροφία και διγλωσσία της ΝΔ που παριστάνει ότι ξέρει τον τρόπο για να ξαναδανειστεί εντός του 2011 η χώρα από το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο.
Στη διέξοδο δεν συμβάλλει η άρνηση πολιτικών δυνάμεων της αριστεράς να εργαστούν για τη διαμόρφωση πειστικής, ρεαλιστικής, εναλλακτικής λύσης απέναντι στην κυβερνητική πολιτική. Το πολιτικό τους έλλειμμα αυτό δεν μπορεί να κρυφτεί με τις παλαιοκομματικές επιθέσεις κατά της ΔΗΜ.ΑΡ. και την υιοθέτηση των συνθημάτων της ηγεσίας της ΝΔ .
Η αποχή των πολιτών στις αυτοδιοικητικές εκλογές, που ήταν τεράστια, μαρτυρά τη βαθειά κρίση του πολιτικού συστήματος. Συνιστά αποδοκιμασία στα αναχρονιστικά πρότυπα άσκησης και διαχείρισης της πολιτικής των πολιτικών δυνάμεων και πρωταρχικά των δυνάμεων του δικομματισμού, οι οποίες κατέγραψαν το μικρότερο εκλογικό ποσοστό. Η αποχή είναι έκφραση της κρίσης αντιπροσώπευσης που καταγράφεται όλη την τελευταία περίοδο.
Η χώρα έχει ανάγκη να μπει σε νέα πορεία.
Για την αντιμετώπιση και αποτροπή των μέτρων λιτότητας, των σημερινών και αυτών που έπονται, αλλά και για την προώθηση και επιβολή αντιπροτάσεων και το, σημαντικότερο, για την αλλαγή αυτών των μέτρων απαιτείται η μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση των συνδικάτων και των εργαζομένων.
Εκείνο που απαιτείται, είναι η μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση των δυνάμεων σε όλα τα επίπεδα διάρθρωσης του συνδικαλιστικού κινήματος, χωρίς αποκλεισμούς και εξαιρέσεις.
Εμείς, ως Δημοκρατική Αριστερά, καταθέτουμε, αναδεικνύουμε και προωθούμε αγωνιστικά την υπεύθυνη και ρεαλιστική πρότασή μας για την έξοδο από την κρίση.
Θέλουμε να στηρίζουμε πρακτικές που φέρνουν την πολιτική στους πολίτες και τους πολίτες στην πολιτική. Να αφήσουμε πίσω την Ελλάδα της χρεοκοπίας και της παρακμής. Να αγωνισθούμε για την ανατροπή της πολιτικής που τεμαχίζει τους πολίτες, τεμαχίζει με ανισότητες την ελληνική κοινωνία, υποτάσσει και περιθωριοποιεί τους εργαζόμενους, τους νέους και τις νέες.
Θέλουμε ουσιαστικά να πρωτοστατούμε στους αγώνες για διαφορετικές πολιτικές, για να αλλάξουν ριζικά τα κυβερνητικά μέτρα, με στόχο τη δίκαιη κατανομή των βαρών, την αντιμετώπιση των δομικών προβλημάτων του κράτους και της διοίκησης, την υλοποίηση νέου αναπτυξιακού προτύπου, την οικολογική ανασυγκρότηση της οικονομίας, με σταθερή και αταλάντευτη αναφορά τους εργαζόμενους.
Καλούμε όλους και όλες τους προοδευτικούς και αριστερούς πολίτες να βρεθούν στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής, για να γείρουν την πλάστιγγα και τις εξελίξεις υπέρ των εργαζομένων, γυναικών και ανδρών, των ανθρώπων της δημιουργίας, των νέων.
Προχωράμε με ευθύνη για την κοινωνία και τη χώρα, με τόλμη στη δράση, με ανανέωση στην πολιτική.
Προχωράμε, όλες και όλοι μαζί, με τη Δημοκρατική Αριστερά στο προσκήνιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου