Τετάρτη 7 Απριλίου 2010

Το κοινό συμφέρον της Σοβιετικής Ένωσης και ολόκληρης της ανθρωπότητας – Μάο Τσε Τουνγκ

Το παρακάτω άρθρο του Μάο Τσε Τουνγκ γράφτηκε μόλις ένα μήνα μετά τη σύναψη του συμφώνου Ρίμπεντροπ-Μολότοφ, απαντάει, ήδη από τότε, σε διάφορες κατηγορίες κατά της ΕΣΣΔ σχετικά με το σύμφωνο αυτό και αναλύει με διορατικό τρόπο τη διεθνή κατάσταση στις αρχές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το κοινό συμφέρον της Σοβιετικής Ένωσης και ολόκληρης της ανθρωπότητας
28 Σεπτεμβρίου 1939
Με την ευκαιρία που πλησιάζει η εικοστή δεύτερη επέτειος της Μεγάλης Σοσιαλιστικής Επανάστασης του Οκτωβρίου, ο Σοβιετικός Εκπολιτιστικός Σύνδεσμος μου πρότεινε να γράψω ένα άρθρο. Έχω την πρόθεση, ξεκινώντας από προσωπικές μου παρατηρήσεις να φωτίσω μερικά ζητήματα που αφορούν, τόσο τη Σοβιετική Ένωση όσο και την Κίνα. Επειδή αυτά τα ζητήματα προκαλούν σήμερα πάμπολλες συζητήσεις σε μεγάλα στρώματα του κινεζικού πληθυσμού, χωρίς να έχουν βγει ως τώρα όπως φαίνεται, ακριβή συμπεράσματα, σκέπτομαι πως δε θα ήταν ανώφελο να επωφεληθώ αυτής της ευκαιρίας για να κάνω γνωστές μερικές από τις σκέψεις μου στους ανθρώπους που ενδιαφέρονται για τον πόλεμο στην Ευρώπη και για τις σοβιετικές σχέσεις.

Μερικοί ισχυρίζονται ότι η Σοβιετική Ένωση θα είχε συμφέρο να ιδεί να ξεσπάει ένας παγκόσμιος πόλεμος, ότι δεν επιθυμεί να διατηρηθεί η ειρήνη στον κόσμο και ότι αυτό που συνετέλεσε στο να εξαπολυθεί ο τωρινός παγκόσμιος πόλεμος ήταν ακριβώς το γεγονός ότι η Σ.Ε., αντί να υπογράψει ένα σύμφωνο αμοιβαίας βοήθειας με την Αγγλία και τη Γαλλία έκλεισε ένα σύμφωνο μη επιθέσεως με τη Γερμανία.
Θεωρώ λαθεμένη αυτή τη γνώμη, γιατί κατά τη μακρόχρονη περίοδο που πέρασε η εξωτερική πολιτική της Σ.Ε. ήταν συνεπής πολιτική ειρήνης, στην οποία τα συμφέροντα της Σ.Ε. βρίσκονται σε συμφωνία με τα συμφέροντα της τεράστιας πλειοψηφίας της ανθρωπότητας. Στην περίοδο που πέρασε, η Σ.Ε. δεν είχε μόνο συμφέρο να διατηρήσει την ειρήνη, για να μπορέσει να οικοδομήσει το σοσιαλισμό στο έδαφός της, δεν είχε μόνο συμφέρο να ενισχύσει τις ειρηνικές σχέσεις με όλες τις χώρες του κόσμου για να εμποδίσει να εξαπολυθεί ένας πόλεμος εναντίον της, είχε ταυτόχρονα συμφέρον να εμποδίσει κάθε επίθεση των φασιστικών κρατών, να περιορίσει τις ενέργειες πρόκλησης πολέμου στις οποίες επιδίδονταν οι λεγόμενες δημοκρατικές χώρες, είχε συμφέρον να ιδεί, όσο το δυνατόν μακρύτερα, την έναρξη του παγκοσμίου ιμπεριαλιστικού πολέμου και να εξασφαλίσει τη διατήρηση της ειρήνης σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Η Σοβιετική Ένωση, για πολλά χρόνια, ανέπτυξε τεράστιες προσπάθειες για να σώσει την παγκόσμια ειρήνη. Π.χ. μπήκε στην Κοινωνία των Εθνών, έκλεισε σύμφωνα αμοιβαίας βοήθειας με τη Γαλλία και την Τσεχοσλοβακία, κατέβαλλε υπέρτατες προσπάθειες για να κλείσει συμφωνίες με την Αγγλία και όλες τις χώρες, οι οποίες αγαπούν την ειρήνη που θα αποσκοπούσαν σε μια εγγύηση ασφαλείας. Όταν η Γερμανία κ’ η Ιταλία χτύπησε την Ισπανία και η Αγγλία, οι ΗΠΑ και η Γαλλία άρχισαν να εφαρμόζουν την πολιτική, που επίσημα λεγόταν “πολιτική μη επεμβάσεως”, η οποία στην πραγματικότητα όμως άφηνε ελεύθερο το πεδίο στη γερμανοϊταλική επίθεση, η Σ.Ε. βοήθησε ενεργητικά τα κυβερνητικά ισπανικά στρατεύματα, στην πάλη τους κατά της γερμανοϊταλικής επίθεσης και πολέμησε την αγγλο-αμερικανο-γαλλική πολιτική της “μη επεμβάσεως”. Όταν η Ιαπωνία χτύπησε την Κίνα και η Αγγλία, ΗΠΑ και η Γαλλία υιοθέτησαν την ίδια πολιτική της “μη επεμβάσεως”, όχι μόνο η ΣΕ έκλεισε συνθήκη με την Κίνα “μη επιθέσεως”, αλλά έδωσε επίσης μια ενεργητική βοήθεια στην Κίνα, στην πάλη της εναντίον των Ιαπώνων επιδρομέων. Όταν η Αγγλία κ’ η Γαλλία θυσίασαν την Αυστρία και την Τσεχοσλοβακία, ευνοώντας έτσι τη χιτλερική επίθεση, η ΣΕ έκανε ότι μπορούσε για να φανερώσει τις μυστικές όψεις της πολιτικής του Μονάχου και πρότεινε στην Αγγλία και στη Γαλλία να εμποδίσουν την επέκταση της κατοπινής επίθεσης. Όταν την άνοιξη και το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου, το πολωνικό ζήτημα μπήκε κατά τρόπο οξύ, κ’ ένας παγκόσμιος πόλεμος μπορούσε να ξεσπάσει από στιγμή σε στιγμή, η Σ. Ένωση, παρ’ όλη την κακοπιστία που έδειχνε ο Τσάμπερλαιν και ο Νταλαντιέ, διεξήγαγε συνομιλίες επί τέσσερις και πλέον μήνες με την Αγγλία και τη Γαλλία, προσπαθώντας να καταλήξει σε μια αγγλο-γαλλο-σοβιετική συμφωνία αμοιβαίας βοήθειας και να εμποδίσει έναν παγκόσμιο πόλεμο. Δυστυχώς, όλες αυτές οι προσπάθειες προσκρούσανε στην ιμπεριαλιστική ενθάρρυνση του πολέμου, εξαπόλυση του πολέμου, επέκταση του πολέμου. Ένα αποφασιστικό χτύπημα δόθηκε στην υπόθεση της γενικής ειρήνης και ξέσπασε ένας παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός πόλεμος.
Οι κυβερνήσεις της Αγγλίας, Γαλλίας και ΗΠΑ, δεν είχαν καθόλου την ειλικρινή πρόθεση ν’ αποφύγουν τον πόλεμο. Απεναντίας εργάζονταν με σκοπό την εξαπόλυσή του. Η άρνησή τους να συνεννοηθούν με τη Σ.Ε. και να κλείσουν μαζί της μια αποτελεσματική συνθήκη αμοιβαίας βοήθειας που θα στηρίζονταν στη βάση της ισότητας των δικαιωμάτων και της αμοιβαιότητας, απέδειξε πως αυτές επιθυμούσαν τον πόλεμο και όχι την ειρήνη. Όλοι ήξεραν πως, στην παρούσα διεθνή κατάσταση, το ν’ αποκρούει κανείς τη Σ.Ε. ήταν σα ν’ αποκρούει την ειρήνη. Ακόμα κ’ ένας εκπρόσωπος της αστικής τάξης σαν τον Λόυντ Τζωρτζ είχε συνείδηση αυτού του γεγονότος. Σ’ αυτήν ακριβώς την περίσταση, σ’ αυτή τη δοσμένη στιγμή, η Γερμανία έδειξε πως είναι έτοιμη να βάλει τέρμα στις αντισοβιετικές ενέργειες και να παραιτηθεί από το “αντικομμουνιστικό σύμφωνο” και να αναγνωρίσει το απαραβίαστο των σοβιετικών συνόρων. Αυτή τη στιγμή ακριβώς, υπογράφτηκε ανάμεσα στη Σ.Ε. και τη Γερμανία, ένα σύμφωνο μη επιθέσεως.
Η Αγγλία, οι ΗΠΑ και η Γαλλία λογάριαζαν να σπρώξουν τη Γερμανία να κηρύξει τον πόλεμο κατά της ΣΕ κ’ ήθελαν “να παρακολουθούν απ’ το βουνό τη μάχη των τίγρεων” κάνοντας τη σκέψη: σαν η ΣΕ κ’ η Γερμανία εξαντληθούν μεταξύ τους, τότε θα μπούμε μέσα στη σκηνή για να κανονίσουμε τα πράγματα με τον τρόπο το δικό μας. Αυτή η συνωμοσία απέτυχε με το κλείσιμο του γερμανο-σοβιετικού συμφώνου μη επιθέσεως. Στην Κίνα δεν έδωσαν σημασία σ’ αυτή τη συνωμοσία, την οποίαν εξύφαινε ο αγγλογαλλικός ιμπεριαλισμός, που είχε σκοπό να ενθαρρύνει τον πόλεμο, να εξαπολύσει τον πόλεμο, να επιταχύνει την εξαπόλυση του παγκόσμιου πολέμου, γιατί ο κόσμος είχε εξαπατηθεί από τη μελίρρυτη προπαγάνδα των συνωμοτών. Όταν επρόκειτο για την Ισπανία, την Κίνα, την Αυστρία και την Τσεχοσλοβακία, όχι μόνον, αυτοί οι συνωμότες, δεν είχαν την ελάχιστη πρόθεση να εμποδίσουν την επίθεση, αλλά απεναντίας είχαν ευνοήσει την επίθεση και είχαν υποδαυλίσει τον πόλεμο, προσπαθώντας να παρασύρουν κι άλλες χώρες στη σύγκρουση, αποβλέποντας στον πλουτισμό τους σε βάρος των άλλων. Με λόγια περίτεχνα αυτό λεγότανε “μη επέμβασις” αλλά στην πραγματικότητα αυτό εσήμαινε: “Να παρακολουθούν από ψηλά απ’ το βουνό τη μάχη των τίγρεων”. Πόσοι άνθρωποι στον κόσμο δεν εξαπατήθηκαν από τα παχιά λόγια του Τσάμπερλαιν και Σία και δεν καταλάβαιναν όλον τον κίνδυνο που κρύβαν τα χαμόγελα, τα οποία τους εμπόδιζαν να ιδούν τα στιλέτα που κρύβαν στα χέρια τους και δεν ήξεραν, ότι η ΣΕ έκλεισε σύμφωνο μη επιθέσεως με τη Γερμανία, αφού προηγουμένως ο Τσάμπερλαιν και ο Νταλαντιέ απέκρουσαν τις προτάσεις της ΣΕ και αποφάσισαν να εξαπολύσουν τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο! Είναι καιρός να ξυπνήσουν αυτοί οι άνθρωποι. Να γιατί η ΣΕ υπεράσπισε ως την τελευταία στιγμή την παγκόσμια ειρήνη, αποδείχνοντας έτσι την ενότητα των συμφερόντων της ΣΕ και της τεράστιας πλειοψηφίας της ανθρωπότητας.
Να το πρώτο σημείο στο οποίο θα ‘θελα να σταθώ.
Μερικοί βεβαιώνουν: μια που ο δεύτερος παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός πόλεμος ξέσπασε, η ΣΕ χωρίς αμφιβολία, θα συνενωθεί μ’ ένα από τα εμπόλεμα μέρη, δηλ. ισχυρίζονται ότι ο Κόκκινος Στρατός της ΣΕ προετοιμάζεται να πάρει μέρος στο πλευρό της ιμπεριαλιστικής Γερμανίας.
Θεωρώ λαθεμένη αυτή τη γνώμη. Ο πόλεμος που ξέσπασε τώρα είναι, τόσο απ’ την πλευρά της Αγγλίας και της Γαλλίας, όσο κι απ’ την πλευρά της Γερμανίας, ένας πόλεμος άδικος, ένας πόλεμος κατακτητικός, ένας πόλεμος ιμπεριαλιστικός. Τα Κομμουνιστικά Κόμματα και οι λαοί όλων των χωρών του κόσμου πρέπει να παρέμβουν εναντίον ενός τέτοιου πολέμου. Πρέπει ν’ αποκαλύψουν τον ιμπεριαλιστικό του χαρακτήρα, δηλ. να δείξουν πως ο πόλεμος δεν κάνει τίποτ’ άλλο, παρά να βλάφτει τους λαούς του κόσμου και δεν εξυπηρετεί καθόλου τα συμφέροντά τους. Πρέπει να καταγγείλουν τις εγκληματικές ενέργειες των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, που υποστηρίζουν τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και προδίνουν τα συμφέροντα του προλεταριάτου.
Η ΣΕ είναι ένα κράτος σοσιαλιστικό, όπου το Κομμουνιστικό Κόμμα βρίσκεται στην εξουσία κ’ η στάση της στον πόλεμο χαρακτηρίζεται σταθερά απ’ αυτές τις δυο πολύ καθαρές αρχές: 
1. Απόλυτη άρνηση να πάρει μέρος σε άδικους πολέμους, ιμπεριαλιστικούς, που έχουν σκοπό τους τις προσαρτήσεις και αυστηρός σεβασμός της ουδετερότητας έναντι και των δυο εμπολέμων παρατάξεων. Να γιατί ο Κόκκινος Στρατός της ΣΕ δε θ’ αφήσει, σε καμιά περίπτωση, να τον παρασύρουν απόψεις χωρίς αρχές σ’ έναν πόλεμο με το μέρος οποιουδήποτε ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου. 
2. Ενεργητική υποστήριξη των δικαίων πολέμων, των απελευθερωτικών, που δεν αποσκοπούν σε προσαρτήσεις. Εδώ και δεκατρία χρόνια λ.χ. η ΣΕ έδωσε τη βοήθειά της στον κινεζικό λαό, όταν γινόταν η Εκστρατεία του Βορρά. Πριν από ένα χρόνο βοήθησε τον ισπανικό λαό στον πόλεμο εναντίον της γερμανοϊταλικής επίθεσης. Στα δυο τελευταία χρόνια, έδωσε τη βοήθειά της στην Κίνα, στον πόλεμο εναντίον των Ιαπώνων επιδρομέων. Τους τελευταίους μήνες έδωσε τη βοήθειά της στο μογγολικό λαό, στον πόλεμο εναντίον των Ιαπώνων εισβολέων και θα υποστηρίξει, χωρίς αμφιβολία, τους απελευθερωτικούς πολέμους των λαών και τους εθνικο-απελευθερωτικούς πολέμους, που είναι δυνατόν να ξεσπάσουν μετά σ’ άλλες χώρες ή θα διεξαχθούν από άλλους λαούς. Θα υποστηρίξει, χωρίς καμιά αμφιβολία, τους πολέμους που θα αποσκοπούν στην υπεράσπιση της ειρήνης. Αυτό έχει πια επιβεβαιωθεί ακόμα κι από τα κατοπινά γεγονότα.
Μερικοί θεωρούν το εμπόριο που γίνεται ανάμεσα στη Σ.Ε. και τη Γερμανία, στη βάση της γερμανοσοβιετικής συμφωνίας, σαν μια πράξη συμμετοχής της ΣΕ στο πλευρό της Γερμανίας. Αυτή η γνώμη είναι επίσης λαθεμένη, γιατί συγχέει το εμπόριο και τη συμμετοχή στον πόλεμο. Δεν πρέπει να συγχέουμε το εμπόριο ούτε με τη συμμετοχή στον πόλεμο, ούτε, πολύ περισσότερο, με την παραχώρηση μιας βοήθειας. Έτσι, π.χ., στον πόλεμο της Ισπανίας, η Σ.Ε. έκανε εμπόριο με τη Γερμανία και την Ιταλία, κι όμως κανείς στον κόσμο δεν είπε ότι η ΣΕ υποστηρίζει τη Γερμανία και την Ιταλία στην επίθεσή τους εναντίον της Ισπανίας. Απεναντίας, λέγανε ότι υποστηρίζει την Ισπανία στην πάλη της εναντίον της γερμανο-ιταλικής επίθεσης, κι αυτό γιατί η ΣΕ υποστήριζε πραγματικά την Ισπανία. Ή, κι άλλο ένα παράδειγμα, ενώ τώρα συνεχίζεται ο πόλεμος, ανάμεσα στην Κίνα και την Ιαπωνία, η ΣΕ κάνει εμπόριο με την Ιαπωνία. Όμως κανείς δεν είπε ότι η Σ.Ε. βοηθάει την Ιαπωνία στην επίθεσή της εναντίον της Κίνας, αλλά λένε, απεναντίας, ότι υποστηρίζει την Κίνα στην πάλη της εναντίον της ιαπωνικής εισβολής, κι αυτό γιατί η Σ.Ε. υποστηρίζει πραγματικά την Κίνα. Σήμερα, και τα δυο μέρη που έχουν μπει στον παγκόσμιο πόλεμο, κάνουν εμπόριο με τη ΣΕ, αυτό όμως το γεγονός δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν βοήθεια που δίνει η ΣΕ στον έναν ή στον άλλον εμπόλεμο, κι ακόμα λιγότερο, σαν συμμετοχή της ΣΕ στον πόλεμο. Δε θα είναι δυνατό για τη ΣΕ να παραχωρήσει βοήθεια ή να πάρει μέρος στον πόλεμο, παρά μόνον εάν ο πόλεμος αλλάξει χαρακτήρα, δηλ. αν ο πόλεμος, που διεξάγει μια οποιαδήποτε χώρα, ή μια ομάδα χωρών, δεν υποστεί μερικές συγκεκριμένες και απαραίτητες αλλαγές, ώστε ν’ ανταποκρίνεται στα συμφέροντα της ΣΕ και των λαών όλου του κόσμου. Σ’ αντίθετη περίπτωση η δυνατότητα αυτή αποκλείεται. Όσο για τις διαφορές στις αναλογίες και τους όρους του εμπορίου, ανάμεσα στη ΣΕ και σε μερικές εμπόλεμες δυνάμεις, αυτές οι διαφορές, που απορρέουν από τη στάση, φιλική ή εχθρική, αυτών των δυνάμεων απέναντι στη ΣΕ, βαρύνουν τις δυνάμεις για τις οποίες μιλάμε και όχι τη ΣΕ.
Όμως, και στην περίπτωση, ακόμα, που μια οποιαδήποτε χώρα ή μια ομάδα χωρών θα υιοθετούσε μια στάση αντισοβιετική, η Σ.Ε. δεν θα διέκοπτε τις εμπορικές της σχέσεις με τη χώρα ή με την ομάδα αυτών των χωρών, με την προϋπόθεση ότι αυτή η χώρα επιθυμεί τουλάχιστο να διατηρήσει τις διπλωματικές σχέσεις και να κλείσει εμπορικές συμφωνίες με τη Σ.Ε. και ότι δεν της κηρύχνει τον πόλεμο, όπως έκανε, λ.χ., η Γερμανία μέχρι τις 23 Αυγούστου.

Αυτές οι εμπορικές σχέσεις δεν αποτελούν βοήθεια, πολύ δε περισσότερο συμμετοχή στον πόλεμο. Αυτό πρέπει καλά να το καταλάβουμε.
Να το δεύτερο σημείο όπου ήθελα να σταθώ.
Είναι πάρα πολλοί εκείνοι που στη χώρα μας τα μπερδέψανε με το πρόβλημα της εισόδου των σοβιετικών στρατευμάτων στην Πολωνία. Πρέπει να ερευνήσουμε το πολωνικό πρόβλημα από διαφορετικές απόψεις, εξετάζοντας το ρόλο της Γερμανίας, της Αγγλίας και της Γαλλίας, της πολωνικής κυβέρνησης του πολωνικού λαού και της Σοβιετικής Ένωσης.
Όσο για τη Γερμανία, αυτή κάνει τον πόλεμο για να ληστέψει τον πολωνικό λαό, για να καταστρέψει ένα απ’ τα πλευρά του ιμπεριαλιστικού αγγλογαλλικού μετώπου. Αυτός ο πόλεμος έχει χαρακτήρα ιμπεριαλιστικό. Δεν μπορεί να τον επιδοκιμάσει κανείς και πρέπει να τον πολεμήσουμε.
Όσο για την Αγγλία και τη Γαλλία, αυτές έβλεπαν την Πολωνία σαν ένα αντικείμενο ληστείας προς όφελος του αγγλικού και γαλλικού χρηματιστικού κεφαλαίου. Τη μεταχειρίστηκαν για να εμποδίσουν τον γερμανικό ιμπεριαλισμό να επιχειρήσει, σ’ ολόκληρο τον κόσμο, την αναδιανομή του προϊόντος από τις ληστείες τους. Θεωρούν την Πολωνία σαν ένα από τα πλευρά του ιμπεριαλιστικούς τους μετώπου. Γι’ αυτό, ο πόλεμος που διεξάγουν η Αγγλία κ’ η Γαλλία είναι πόλεμος ιμπεριαλιστικός. Έτσι, η υποτιθέμενη αγγλογαλλική βοήθεια στην Πολωνία δεν είναι τίποτ’ άλλο, παρά μια πάλη εναντίον της Γερμανίας για την κυριαρχία της Πολωνίας. Λοιπόν, δεν μπορούμε να επιδοκιμάσουμε έναν τέτοιο πόλεμο και πρέπει να τον πολεμήσουμε.
Όσο για την πολωνική κυβέρνηση, αυτή είναι μια φασιστική κυβέρνηση, είναι η αντιδραστική κυβέρνηση των Πολωνών γαιοκτημόνων και της πολωνικής αστικής τάξης. Εκμεταλλεύτηκε άγρια τους Πολωνούς εργάτες και τους αγρότες και κατεδίωξε τους δημοκράτες. Ταυτόχρονα, η πολωνική κυβέρνηση είναι σωβινιστική, γιατί ασκούσε μια άγρια εθνικιστική καταπίεση σε πολυάριθμες εθνικές μειονότητες, δηλ. Ουκρανούς , Λευκορώσους, Εβραίους, Γερμανούς, Λιθουανούς και άλλες μη πολωνικές εθνότητες, που αριθμούσαν πάνω από 10 εκατομ. κατοίκους. Αυτή η κυβέρνηση είναι η ίδια μια κυβέρνηση ιμπεριαλιστική. Σ’ αυτόν τον πόλεμο, η αντιδραστική κυβέρνηση της Πολωνίας, έδειξε πως ήταν πανέτοιμη να στείλει τον πολωνικό λαό στο μέτωπο -για να γίνει κρέας στα κανόνια του αγγλικού και γαλικού χρηματιστικού κεφαλαίου- και να συνενωθεί με το αντιδραστικό μέτωπο του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου και να γίνει αναπόσπαστο μέρος του. Στα είκοσι τελευταία χρόνια, η κυβέρνηση της Πολωνίας κράτησε, αμετάκλητα, θέση εχθρική απέναντι στην Σ.Ε. Όταν γίνονταν οι αγγλο-γαλλο-σοβιετικές συνομιλίες, αρνήθηκε, ξεκάθαρα, τη βοήθεια των σοβιετικών στρατευμάτων. Η κυβέρνηση αυτή, άλλωστε, δείχτηκε τελείως ανίσχυρη. Ο τεράστιος στρατός της, πάνω από ενάμισι εκατομμύριο, κατέρρευσε με το πρώτο χτύπημα σε δυο βδομάδες περίπου. Αυτή η κυβέρνηση προκάλεσε την απώλεια της χώρας της και παρέδωσε τον πολωνικό λαό στο γερμανικό ιμπεριαλισμό. Όλα αυτά αποτελούν έγκλημα, που βαρύνει την πολωνική κυβέρνηση, και θα ήταν πλάνη το να συμπεριφέρονταν κανείς με συμπάθεια προς μια τέτοια κυβέρνηση.
Όσο για το πολωνικό λαό, έγινε θύμα και πρέπει να αποδυθεί στην πάλη εναντίον της φασιστικής γερμανικής κατοχής, εναντίον των γαιοκτημόνων και των αντιδραστικών καπιταλιστών, για να εγκαθιδρύσει το πολωνικό δημοκρατικό κράτος του, ελεύθερο κι ανεξάρτητο. Είναι έξω από κάθε αμφιβολία, πως οι συμπάθειές μας ανήκουν στον πολωνικό λαό.
Όσο για τη Σ.Ε., οι πράξεις της έχουν απόλυτα δίκαιο χαρακτήρα. Δυο προβλήματα μπήκαν μπροστά στη Σ.Ε. Το πρώτο ήταν το εξής: έπρεπε ν’ αφήσει όλη την Πολωνία να πέσει στα νύχια του γερμανικού ιμπεριαλισμού ή να ενεργήσει έτσι, ώστε οι εθνικές μειονότητες της ανατολικής Πολωνίας ν’ αποκτήσουν την ελευθερία τους; Μπροστά σ’ αυτά τα δυο η Σ.Ε. διάλεξε το δεύτερο δρόμο. Στα 1918, από την εποχή της συνθήκης ειρήνης του Μπρεστ-Λιτόφσκ, ο γερμανικός ιμπεριαλισμός είχε αποσπάσει με τη βία από τη νεαρή Σοβιετική Ρωσία μεγάλες περιοχές, κατοικημένες από Λευκορώσους και Ουκρανούς. Αργότερα, η συνθήκη των Βερσαλλιών είχε παραχωρήσει αυτά τα εδάφη, με τη βία πάντοτε, στην αντιδραστική κυβέρνηση της Πολωνίας. Σήμερα η Σ.Ε. δεν έκανε τίποτ’ άλλο παρά να επανακαταλάβει τις άλλοτε χαμένες περιοχές, κατοικημένες από Λευκορώσους και Πολωνούς και τους φύλαξε από τον κίνδυνο να πέσουν στο γερμανικό ζυγό. Τα τηλεγραφήματα αυτών των ημερών δείχνουν πόσο φιλόξενα οι δυο αυτές εθνότητες υποδέχτηκαν τον Κόκκινο Στρατό, θεωρώντας τον σαν απελευθερωτικό. Τίποτα το παρόμοιο δεν αναγγέλθηκε, όσον αφορά τις περιοχές της δυτικής Πολωνίας, που κατέλαβε ο γερμανικός στρατός ή τις περιοχές της δυτικής Γερμανίας που κατέλαβαν τα γαλλικά στρατεύματα. Αυτό αποδείχνει πως ο πόλεμος που διεξάγει η Σ.Ε. είναι ένας δίκαιος πόλεμος, ότι δεν είναι κατακτητικός πόλεμος, αλλά πόλεμος απελευθερωτικός, που βοηθάει στην απελευθέρωση των μικρών εθνοτήτων, στην απελευθέρωση των λαϊκών μαζών. Όσο για τον πόλεμο που κάνει η Γερμανία, για τον πόλεμο που κάνουν η Αγγλία κ’ η Γαλλία, είναι κι από τις δυο πλευρές ένας άδικος πόλεμος, ένας κατακτητικός πόλεμος, ένας πόλεμος ιμπεριαλιστικός για την καταπίεση άλλων εθνών και άλλων λαών.
Ένα δεύτερο πρόβλημα έμπαινε ταυτόχρονα μπροστά στη Σ.Ε. Έχει σχέση με το γεγονός ότι ο Τσάμπερλαιν προσπαθούσε ν’ ακολουθήσει την παλιά αντισοβιετική πολιτική του. Αυτή η πολιτική του Τσάμπερλαιν συνίσταται: πρώτον στο να μπλοκάρει γερά τα δυτικά σύνορα της Γερμανίας και να ασκήσει από τη Δύση μια πίεση πάνω στη Γερμανία. Δεύτερο, μαζί με τις ΗΠΑ, να προσπαθήσει να μετατρέψει σε μισθοφόρους την Ιταλία την Ιαπωνία και τις χώρες της βόρειας Ευρώπης, για να τις πάρει μαζί της, κι έτσι ν’ απομονώσει τη Γερμανία. Και τρίτο, στο να ξεγελάσει τη Γερμανία, προσφέροντάς της την Πολωνία -και είναι έτοιμοι ακόμα να της προσφέρουν συμπληρωματικά την Ουγγαρία και την Πολωνία. Δηλαδή, με λίγα λόγια, ο Τσάμπερλαιν προσπαθεί, με απειλές και υποσχέσεις, να υποκινήσει τη Γερμανία να καταγγείλει τη γερμανο-σοβιετική συνθήκη μη επιθέσεως, να ξαναστρέψει τα κανόνια της προς τη Σ.Ε. και να της επιτεθεί. Αυτές οι δολοπλοκίες δεν έγιναν μόνον στο παρελθόν. Εξακολουθούν και τώρα και μπορούν να συνεχισθούν και στο μέλλον. Η είσοδος των σοβιετικών στρατευμάτων στην ανατολική Πολωνία αποτέλεσε μια θετική ενέργεια, που έχει σκοπό να επαναφέρει στη Σ.Ε. ένα μέρος από τα εδάφη που της ανήκουν και να απελευθερώσει τους μικρούς λαούς, ταυτόχρονα δε, να φράξει το δρόμο στην επέκταση της γερμανικής επίθεσης προς την Ανατολή και να ματαιώσει τα σχέδια του Τσάμπερλαιν. Κρίνοντας κι από τις πληροφορίες των τελευταίων ημερών, η πολιτική της Σ.Ε. έχει στεφθεί από πολύ μεγάλη επιτυχία. Έτσι, εκφράστηκε με συγκεκριμένο τρόπο η ενότητα συμφερόντων της Σ.Ε. και των καταπιεζόμενων εθνοτήτων, που βρίσκονταν κάτω από τον αντιδραστικό πολωνικό ζυγό.
Να το τρίτο σημείο στο οποίον ήθελα να σταθώ.
Το κλείσιμο της γερμανοσοβιετικής συνθήκης μη επιθέσεως -αν δει κανείς της γενική κατάσταση που διαμορφώθηκε από τότε- έδωσε ένα τρομερό χτύπημα στην Ιαπωνία, βοήθησε την Κίνα, ενίσχυσε στην Κίνα τις θέσεις των οπαδών του πολέμου εναντίον των Ιαπώνων εισβολέων και συνεκλόνισε τους συνθηκολόγους. Ο κινέζικος λαός επιδοκιμάζει αυτό το σύμφωνο, κι έχει απόλυτα δίκαιο.
Όμως, από τότε που κλείστηκε η συμφωνία για την κατάπαυση του πυρός στην περιοχή του Καλκίν – Γκολ, τα αγγλικά και αμερικάνικα πρακτορεία με πείσμα διέδιδαν φήμες, σύμφωνα με τις οποίες θα υπογράφονταν σε λίγο ένα σύμφωνο μη επιθέσεως ανάμεσα στη Σ.Ε. και την Ιαπωνία, γεγονός που δημιούργησε μερικές ανησυχίες στον κινεζικό λαό. Μερικοί νομίζουν πως η Σοβιετική Ένωση θα μπορούσε να διακόψει τη βοήθειά της προς την Κίνα.
Μια τέτοια υπόθεση τη θεωρώ λαθεμένη. Η συμφωνία για την κατάπαυση του πυρός στην περιοχή του Καλκίν-Γκολ έχει τον ίδιο χαρακτήρα με τη συμφωνία που αφορούσε την κατάπαυση του πυρός στη λίμνη Χασάν. Αφού η Ιαπωνία κατέθεσε τα όπλα οι Ιάπωνες μιλιταριστές αναγνώρισαν το απαραβίαστο των σοβιετικών και μογγολικών συνόρων. Χωρίς να θέλουμε να μειώσουμε τη βοήθεια που έδωσε η Σ.Ε. στην Κίνα, αυτή η συμφωνία μεγαλώνει ακόμα τις δυνατότητες μιας τέτοιας βοήθειας. Όσο για το σοβιετο-ιαπωνικό σύμφωνο μη επιθέσεως, να, εδώ κα πολλά χρόνια η Σ.Ε. επιμένει στην Ιαπωνία να πετύχει την υπογραφή του, αλλά η Ιαπωνία πάντοτε απέκρουσε αυτή την πρόταση. Τη στιγμή αυτή μια από τις κλίκες των κυρίαρχων τάξεων, στην Ιαπωνία, ζήτησε να πετύχει τη συγκατάθεση της Σ.Ε. για την υπογραφή ενός τέτοιου συμφώνου. Όμως, αν η Σ.Ε. δεχθεί να κλείσει αυτό το σύμφωνο, η απόφαση αυτή θα καθοριστεί από μια προσεχτική εξέταση της βασικής αρχής, δηλ. αυτό το σύμφωνο θ’ ανταποκρίνεται στα συμφέροντα της Σ.Ε. και της τεράστιας πλειοψηφίας της ανθρωπότητας, δηλ. πιο συγκεκριμένα, δε θα ήταν αντίθετη με τα συμφέροντα του εθνικού απελευθερωτικού πολέμου της Κίνας. Κατά τη γνώμη μου, σύμφωνα με την έκθεση του Ι. Στάλιν στο 18ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σ.Ε. στις 10 Μαρτίου ε. ε. και σύμφωνα με το λόγο που εκφώνησε ο Β. Μολότωφ στη συνεδρίαση του Ανώτατου Σοβιέτ της Σ.Ε., στις 30 Μαΐου ε. ε. η Σ.Ε. δε θα εγκαταλείψει τη βασική αυτή αρχή της πολιτικής της. Και αν υποθέσουμε ότι το σοβιετο-ιαπωνικό σύμφωνο μη επιθέσεως θα υπογραφεί, η Σ.Ε. δε θα δεχθεί, σε καμιά περίπτωση, να περιορίσει τη δράση της σε ότι αφορά τη βοήθεια προς την Κίνα.
Τα συμφέροντα της Σ.Ε. δε θα συγκρουστούν ποτέ με τα συμφέροντα της εθνικής απελευθέρωσης της Κίνας, απεναντίας θα βρίσκονται διαρκώς σε συμφωνία. Αυτό το θεωρώ απόλυτα έξω από κάθε αμφιβολία. Οι προκατειλημμένοι αντίπαλοι της Σ.Ε. θα χρησιμοποιήσουν το κλείσιμο της συμφωνίας για την κατάπαυση του πυρός στην περιοχή του Καλκίν-Γκολ και τις φήμες που αφορούν το προσεχές κλείσιμο ενός σοβιετο-ιαπωνικού συμφώνου μη επιθέσεως για να σπείρουν την ταραχή και να βλάψουν τις σχέσεις μεταξύ των δυο μεγάλων λαών της Κίνας και της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτά ακριβώς μηχανεύονται οι μηχανορράφοι πολιτικοί της Αγγλίας, της Αμερικής, της Γαλλίας και οι συνθηκολόγοι της Κίνας. Αυτό αποτελεί ένα σοβαρό κίνδυνο και γι’ αυτό είναι απαραίτητο να ξεσκεπάσουμε το τι κρύβεται πίσω από αυτές τις μηχανορραφίες. Είναι ολοφάνερο ότι η εξωτερική πολιτική της Κίνας πρέπει να εξαρτάται από τα καθήκοντα που υπαγορεύει η πάλη εναντίον των Ιαπώνων επιδρομέων. Αυτή η πολιτική στηρίζεται στην αρχή της ανόρθωσής μας με τις δικές μας δυνάμεις, αλλά δεν αποκλείει κάθε υποστήριξη που θα μπορούσε να πάρει απ’ έξω. Στις συνθήκες, λοιπόν, του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού πολέμου που ξέσπασε τώρα, η βοήθεια απ’ έξω μπορεί να ‘ρθει από τις εξής πηγές: 

1. Από το σοσιαλιστικό κράτος της Σ.Ε. 
2. Από τους λαούς όλων των καπιταλιστικών χωρών. 
3. Από τους καταπιεζόμενους λαούς των αποικιακών και μισοαποικιακών χωρών. 
Σίγουρη βοήθεια μόνο απ’ αυτούς μπορούμε να περιμένουμε. Δηλ. κάθε άλλη εξωτερική βοήθεια, που μπορεί να δοθεί, θα πρέπει να θεωρηθεί σαν βοήθεια μόνο μερική και προσωρινή. Βέβαια, πρέπει επίσης να ζητήσουμε να πετύχουμε αυτή τη μερική και προσωρινή βοήθεια, αλλά δεν πρέπει να τη θεωρούμε σίγουρη βοήθεια. Όσο για τις σχέσεις μας με τις χώρες που παίρνουν μέρος στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, η Κίνα οφείλει να τηρήσει μια αυστηρή ουδετερότητα και να μην συμμαχήσει με κανένα από τα εμπόλεμα μέρη.
Η γνώμη, σύμφωνα με την οποία η Κίνα έπρεπε να πάρει μέρος στον πόλεμο στο πλευρό του αγγλογαλλικού ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου, είναι η γνώμη των συνθηκολόγων. Δεν ανταποκρίνεται στα συμφέροντα της ανεξαρτησίας και της απελευθέρωσης του κινεζικού λαού και πρέπει να απορριφθεί ολοκληρωτικά.
Να το τέταρτο σημείο στο οποίο θα ήθελα να σταθώ.
Τα ζητήματα που εξετάσαμε αποτελούν τώρα το αντικείμενο ζωηρών συζητήσεων ανάμεσα στους συμπατριώτες μας. Είναι απόλυτα ενθαρρυντικό να βλέπει κανείς την προσοχή που δείχνουν οι συμπατριώτες μας στη μελέτη των διεθνών προβλημάτων, στον αμοιβαίο σύνδεσμο ανάμεσα στον παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο και στον πόλεμο της Κίνας εναντίον των Ιαπώνων επιδρομέων, και στις σχέσεις ανάμεσα στη Σ.Ε. και στην Κίνα, κι αυτό μ’ έναν σκοπό: τη νίκη της Κίνας στην πάλη της εναντίον των Ιαπώνων εισβολέων.
Εξέφρασα ό,τι ουσιώδες σκέφτομαι σχετικά με τα ζητήματα που εξετάσαμε παραπάνω, κι ελπίζω ότι οι αναγνώστες θα ‘χουν την καλοσύνη να διατυπώσουν τη γνώμη τους και να πουν ως ποιο σημείο οι απόψεις μου είναι σωστές.
Πηγή: Μάο Τσε Τουνγκ, Άπαντα τ. 3

Δεν υπάρχουν σχόλια: