Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2011

Ομιλία Γενικού Γραμματέα της Κ.Ε. ΑΚΕΛ Άντρου Κυπριανού στην Ολομέλεια της Βουλής για τη συζήτηση του Κυπριακού προβλήματος



Η συζήτηση του Κυπριακού από το επίσημο βήμα της Βουλής των Αντιπροσώπων δίνει την ευκαιρία στο κάθε κόμμα να καταθέσει τις θέσεις και την πολιτική του σε ότι αφορά το ύψιστο θέμα που απασχολεί τον τόπο μας˙ το κυπριακό πρόβλημα.  Με την ευκαιρία αυτής της συζήτησης επαναλαμβάνουμε ότι, το ΑΚΕΛ τάσσεται ανεπιφύλακτα υπέρ της διεξαγωγής συζητήσεων για το Κυπριακό και κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Το σημαντικό είναι οι συζητήσεις να διεξάγονται πάντοτε με σοβαρότητα, υπευθυνότητα και συναίσθηση των ευθυνών μας, έναντι του τόπου και του λαού μας. Να παρατίθενται επιχειρήματα και να αποφεύγονται χαρακτηρισμοί ή αφορισμοί.
 
Το ΑΚΕΛ, από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής του, ταύτισε τους αγώνες του με εκείνους του Κυπριακού λαού για ελευθερία και ανεξαρτησία. Σήμερα αγωνίζεται για την επίτευξη λύσης που θα ανταποκρίνεται στους πόθους και τις προσδοκίες Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
 
Μέσα από θυελλώδη πορεία, γεμάτη αγώνες και θυσίες του κυπριακού λαού, κατακτήθηκε η πολυπόθητη ανεξαρτησία. Αποκορύφωμα ήταν η ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας με την υπογραφή των Συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου. Το ΑΚΕΛ διαφώνησε με τις συμφωνίες. Διαφωνήσαμε με το σύστημα εγγυήσεων που κρατούσε την Κύπρο δέσμια. Με την επιβολή ενός δοτού, χωριστικού και αντιδημοκρατικού συντάγματος. Διαφωνήσαμε με την παρουσία ξένων στρατών στα χώματα μας. Μέσα στις τραγικές συνθήκες του 1959 όμως, η απόλυτη άρνηση θα ήταν πράξη ανευθυνότητας. Πράξη ξένη προς τη συνεπή και υπεύθυνη πολιτική συμπεριφορά που χαρακτηρίζει ανέκαθεν το ΑΚΕΛ.
 
Πριν από την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας το ΑΚΕΛ πρότεινε τερματισμό του ένοπλου αγώνα και δημιουργία ενιαίου μετώπου πάλης, με ισότιμη συμμετοχή όλων των πολιτικών δυνάμεων. Πρόταση μας ήταν η συνέχιση του αγώνα με πολιτικά μέσα. Θεωρούσαμε ότι μ΄αυτό τον τρόπο θα εξασφαλίζονταν τα συμφέροντα του συνόλου του κυπριακού λαού. Όταν η πρόταση μας αυτή δεν έγινε δεκτή και πάλιν δεν περιοριστήκαμε στην άρνηση. Διατηρήσαμε τη θέση μας για το απαράδεκτο των συμφωνιών. Καλέσαμε όμως τον Κυπριακό λαό να αγκαλιάσει την ανεξαρτησία ως μια μεγάλη, δική του κατάκτηση. Καλέσαμε τους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους να κοιτάξουν μπροστά. Να εργαστούν για τη συμφιλίωση και το κλείσιμο των πληγών. Να παλέψουν για να απαλλαγούν από τα αρνητικά των συμφωνιών. 
 
Από τα πιο σημαντικά αρνητικά στοιχεία των συμφωνιών, ήταν η παραχώρηση κυρίαρχων βάσεων στη Βρετανία. Το ΑΚΕΛ διαφώνησε έντονα και από την αρχή με την πρόνοια. Θεωρούμε ότι η εγκαθίδρυση και η παρουσία τους στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας, συνιστούν κλασικό αποικιοκρατικό κατάλοιπο.  Αυτό γίνεται αντιληπτό με μια ματιά στο ίδιο το κείμενο της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης. Προνοεί ότι το έδαφος που καλύπτουν οι Βάσεις παραμένειυπό βρετανική κυριαρχία. Με άλλα λόγια, παραμένει υπό αποικιοκρατικό καθεστώς, έστω και διαφοροποιημένο. Αυτό το αποικιοκρατικό καθεστώς, δεν συνάδει με τη διεθνή νομιμότητα, σύμφωνα με αποφάσεις του ίδιου του ΟΗΕ.
 
Η παρουσία βάσεων στα εδάφη ενός ανεξάρτητου κυρίαρχου κράτους, συνιστά διαρκές, ατιμώρητο έγκλημα, κατά του διεθνούς δικαίου και των βασικών αρχών που το διέπουν. Είναι διαρκής πρόκληση στον πατριωτισμό του λαού μας, από τη στιγμή που παραβιάζεται κατάφωρα  το δικαίωμα της ελεύθερης άσκησης της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Συνιστά ένα, ακόμη, ανεπούλωτο τραύμα, από τα τόσα που κατάφεραν εναντίον της πατρίδας μας όσοι απεργάστηκαν τη διαίρεση της και την καθυπόταξη της στα συμφέροντα τους.
 
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι βάσεις στην Κύπρο είναι οι μόνες που θεωρούνται «κυρίαρχες». Είναι επίσης από τις λίγες που δεν προνοείται χρονοδιάγραμμα για απομάκρυνσή τους. Είναι, δυστυχώς, με τέτοιες ρυθμίσεις που υποχρεώθηκε ο λαός μας να ακριβοπληρώσει την ανεξαρτησία του. Ως ΑΚΕΛ ουδέποτε συμβιβαστήκαμε με την παρουσία του καρκινώματος των βάσεων στον τόπο μας. Είναι γι΄αυτό το λόγο που οργανώσαμε μαζικές πορείες διαμαρτυρίας ενάντια στην παρουσία τους.  
 
Παραδόξως, σήμερα συζητούμε από τη μια το θέμα της απαλλαγής του τόπου μας από την παρουσία των βρετανικών βάσεων και από την άλλη, την ένταξη μας σ΄ένα πρόγραμμα του ΝΑΤΟ, που έχει βάσεις σ΄όλο τον πλανήτη. Θέλω από την αρχή να διευκρινίσω ότι για το ΑΚΕΛ το ΝΑΤΟ δεν έχει αλλάξει καθόλου τον επιθετικό του χαρακτήρα. Οι επιθέσεις του και η καταστροφή που σκόρπισε στη Γιουγκοσλαβία και στο Ιράκ είναι πολύ νωπά στο μυαλό μας.
 
Τον Απρίλιο του 2009, λίγο πριν από τις Ευρωεκλογές, όταν και πάλι ελέω προεκλογικών σκοπιμοτήτων τέθηκε προς συζήτηση στη Βουλή το ίδιο θέμα, ως ΑΚΕΛ είχαμε υποδείξει ότι η ένταξη μας στο Συνεταιρισμό, πέραν των άλλων, σημαίνει και εφαρμογή της Συμφωνίας σχετικά με το Καθεστώς των Ενόπλων Δυνάμεων. Σε αυτή τη συμφωνία υπάγονται αυτόματα τα μέλη του νατοϊκού Προγράμματος και με αυτή ρυθμίζεται η παρουσία στρατιωτικών δυνάμεων ενός κράτους μέλους στο έδαφος άλλου, όποτε αυτό θα κρίνεται ότι είναι προς το συμφέρον του ΝΑΤΟ. Μάλιστα τα στρατεύματα δε θα υπάγονται σε έλεγχο διαβατηρίων και δε θα χρειάζονται βίζα. Όλα δε τα ζητήματα που αφορούν τον έλεγχο, τη διαχείριση και την όποια τροποποίηση της Συμφωνίας υποβάλλονται απευθείας προς έγκριση στην Κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών.
 
Αυτή είναι μόνο μια πτυχή των όσων προβλέπει τυχόν συμμετοχή μας στο Πρόγραμμα Συνεταιρισμός για την Ειρήνη. Ο Συνεταιρισμός για την Ειρήνη, δημιουργήθηκε για ένα και μόνο λόγο. Για να θεσμοποιήσει το ΝΑΤΟ σχέσεις με χώρες που δεν ήταν μέλη του. Αυτό αναφέρεται και σε σχετικά έγγραφα του State Department και στην πρόσκληση του Συνεταιρισμού που απευθύνει προς τα κράτη. Στη Στρατηγική Αντίληψη του ΝΑΤΟ, όπως συμφωνήθηκε στη Σύνοδο του το Νιόβρη του 2010, υπογραμμίστηκε η ανάγκη να εμβαθυνθούν οι σχέσεις και οι συνεργασίες του ΝΑΤΟ και του Συνεταιρισμού για την Ειρήνη, ώστε το ΝΑΤΟ «να μην ενεργεί μόνο του κατά την επόμενη δεκαετία».
 
Εξ ου και το ΝΑΤΟ δεν είναι μόνο ιδρυτής αλλά και διοικητής του Προγράμματος. Επιβεβαιώνεται δηλαδή, για όσους έχουν ακόμα αμφιβολίες, ότι ο Συνεταιρισμός για την Ειρήνη δεν διοικείται ούτε από κάποιο ευρωπαϊκό θεσμό, ούτε από κάποιο διακυβερνητικό ευρωπαϊκό σώμα, αλλά από το ανώτατο όργανο του ΝΑΤΟ, που είναι το Συμβούλιο. Δεν πρόκειται δηλαδή για ευρωπαϊκή αμυντική δομή, όπως ψευδώς για χρόνια προσπαθούσαν να μας πείσουν κάποιοι στην Κύπρο, αλλά για νατοϊκή δομή. Γι΄αυτό και είναι παραπλανητικό το επιχείρημα ότι όσο δεν είμαστε ενταγμένοι στο Συνεταιρισμό, μένουμε εκτός της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας. Δε συμμετέχουμε στην ΚΕΠΠΑ μόνο όταν γίνεται χρήση των νατοϊκών δομών.
 
Η Τουρκία, που έχει εξέχουσα θέση στις δραστηριότητες του Συνεταιρισμού, δημιούργησε εκπαιδευτικό κέντρο του προγράμματος στην Άγκυρα. Η επίσημη ιστοσελίδα του Κέντρου είναι ανοικτή στον καθένα και τον υποδέχεται με το σύνθημα: «Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΣΑΣ ΚΑΛΩΣΟΡΙΖΕΙ». Το Κέντρο διοικείται από ανώτερο Τούρκο συνταγματάρχη, ενώ ο μέχρι πρότινος διοικητής του, είχε προηγουμένως υπηρετήσει ως επικεφαλής πληροφοριών και πολιτικών υποθέσεων στην «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» όπως αναφέρει το βιογραφικό του.
 
Διερωτόμαστε αν αυτό επιθυμεί η πλειοψηφία των κομμάτων με την απόφαση που προτίθεται να υιοθετήσει. Να ενταχθεί η ημικατεχόμενη Κύπρος σε ένα πρόγραμμα, που θα την υποχρεώνει να παρέχει στην Τουρκία, διαβαθμισμένες πληροφορίες για τον αμυντικό εξοπλισμό της. Σε ένα Πρόγραμμα που θα την υποχρεώνει να συνδράμει και να συμμετέχει σε νατοϊκές ασκήσεις και επιχειρήσεις, αλλά την ίδια στιγμή δεν θα της παρέχεται καμιά εγγύηση ασφαλείας, όπως αναφέρει σχετικό έγγραφο του State Department.
 
Διερωτόμαστε τελικά, προς τι η τόση επιμονή να ενταχθούμε σε ένα τέτοιο Πρόγραμμα, εδώ και τώρα και μάλιστα παραβιάζοντας το Σύνταγμα. Γιατί δεν επιδείχθηκε η ίδια επιμονή προηγουμένως; Υπενθυμίζω ότι το θέμα τέθηκε επί διακυβέρνησης Γλ. Κληρίδη και Τ. Παπαδόπουλου. Και οι δύο αρνήθηκαν να προχωρήσουν. Ο κ. Κληρίδης είπε ότι θα στέλναμε λανθασμένα μηνύματα για τις προθέσεις μας στο Κυπριακό, τη στιγμή που βρίσκονταν σε εξέλιξη οι συνομιλίες. Τώρα δεν υπάρχουν συνομιλίες; Ποια η διαφορά; Ο αείμνηστος Τάσσος Παπαδόπουλος είπε ότι επιδίωξη μας για ένταξη στο ΝΑΤΟ θα έμοιαζε με ένταξή μας σ΄ ένα στρατό όπου θα είμαστε νεοσύλλεκτοι και η Τουρκία συνταγματάρχης.   Τότε κόπασαν η επιμονή και οι αντιδράσεις. Τώρα γιατί τόσο μένος και επιμονή; Οι λόγοι είναι εξόφθαλμοι.  
 
Ξεκάθαρη θέση στο θέμα πήρε και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Απαντώντας σε ερώτηση του κ. Ματσάκη, τόνισε ότι το ζήτημα της υποβολής αίτησης από την Κύπρο για ένταξη στο Συνεταιρισμό δεν αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ότι η απόφαση για υποβολή αίτησης αποτελεί κυριαρχικό δικαίωμα της Κυπριακής κυβέρνησης. Αυτή η θέση αποτέλεσε υιοθετηθείσα πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης με δεσμευτικό χαρακτήρα. Εξάλλου η Γερμανίδα Καγκελάριος, όταν επισκέφθηκε πρόσφατα την Κύπρο, ξεκαθάρισε ότι η Κύπρος δεν αποτελεί εμπόδιο στις σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης - ΝΑΤΟ.  
 
Είναι μάλλον κατανοητή η επιθυμία του ΔΗΣΥ να γίνουν βήματα για ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ˙ αυτό αποτελεί άλλωστε συνεδριακή του θέση. Οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις όμως θα έπρεπε τουλάχιστον να επανεξετάσουν την επιμονή τους σε αυτό το θέμα από τότε που ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται για ευρωπαϊκό, αλλά για νατοϊκό θεσμό. Το Πόρισμα της Επιτροπής για το Φάκελο της Κύπρου, απέδειξε πέραν πάσης αμφιβολίας το ρόλο που είχε το ΝΑΤΟ στην προετοιμασία της προδοσίας του 1974 που έριξε τον τόπο μας στα χέρια του Αττίλα. Ρόλο τον οποίο όλοι μέσα σε αυτή την αίθουσα γνωρίζουμε.  
 
Καθοριστική στη λήψη της απόφασης θάπρεπε να είναι και η αντισυνταγματικότητα μιας τέτοιας ενέργειας. Είναι λυπηρό γιατί κάποια ευκαιριακή πλειοψηφία επιχειρεί να μετατρέψει τη Βουλή σε «κυβερνώσα». Παρόλο που επανειλημμένες αποφάσεις κρίθηκαν αντισυνταγματικές, επιμένουν. Λυπούμαστε γιατί ο ΔΗΣΥ βρίσκει συμπαραστάτες σ΄ αυτή την προσπάθεια και δυνάμεις που θα έπρεπε να τηρούν άλλη στάση. 
 
Όσο για το αίτημα για απομάκρυνση των βρετανικών βάσεων τώρα ή αργότερα, η τοποθέτηση μας είναι καθαρά πολιτική. Δυστυχώς, η εγκαθίδρυση των βρετανικών βάσεων, δεν ήταν το τέλος του δρόμου για τις αδικίες σε βάρος του λαού μας. Ακολούθησαν έντονα ταραγμένα χρόνια κατά τα οποία προετοιμάσθηκε ιδεολογικά, πολιτικά και υλικά η δίδυμη απόπειρα δολοφονίας της δημοκρατίας και της ακεραιότητας της Κύπρου˙ το πραξικόπημα και η τουρκική εισβολή του 1974. Ο κυπριακός λαός ήπιε το πικρό ποτήρι της προδοσίας και φορτώθηκε το σταυρό του μαρτυρίου του˙ το ξεριζωμό, την προσφυγιά, τον πόνο, το θάνατο και τη διαίρεση.
 
Αυτό το Γολγοθά ανεβαίνουμε εδώ και 37 χρόνια. Αγωνιζόμαστε κάθε μέρα για να απαλλαγούμε από τα δεινά που επισώρευσε η κατοχή στη μικρή μας πατρίδα. Ο αγώνας που διεξάγουμε έχει ξεκάθαρους στόχους. Στόχους στους οποίους ομοφώνησε εδώ και δεκαετίες η πολιτική ηγεσία. Στόχους για τους οποίους το ΑΚΕΛ εργάζεται με συνέπεια και αποφασιστικότητα. Αγωνιζόμαστε για Κύπρο ελεύθερη, ομόσπονδη, ανεξάρτητη και αποστρατιωτικοποιημένη. Κύπρο στην οποία δεν θα υπάρχουν ξένοι στρατοί και βάσεις. Ο αγώνας  μας είναι σύνθετος και πολύπλοκος.
 
Η επικράτηση της λεγόμενης νέας τάξης πραγμάτων, τον καθιστά πολύ πιο δύσκολο. Στο σύγχρονο κόσμο το διεθνές δίκαιο έχει μετατραπεί σε εργαλείο, το οποίο χρησιμοποιείται κατά το δοκούν, ώστε να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα των ισχυρών της γης. Ο ρόλος της Τουρκίας, δυστυχώς, αναβαθμίζεται συνεχώς, τόσο πολιτικά, όσο και οικονομικά και γεωστρατηγικά. Στην προσπάθεια υλοποίησης των στόχων της, βέβαια αντιμετωπίζει δυσκολίες τις οποίες δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε. Οι πρόσφατες δηλώσεις του κ. Ερντογάν μετά τις κινητοποιήσεις των Τουρκοκυπρίων στα κατεχόμενα, επιβεβαιώνουν αυτό που λέγαμε διαχρονικά. Ότι δηλαδή η Τουρκία βρίσκεται στην Κύπρο για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της και όχι αυτά των Τουρκοκυπρίων. Δεν πρέπει λοιπόν να έχουμε ψευδαισθήσεις για το πόσο θα επιμείνει η Τουρκία.  Γι΄ αυτό είναι σημαντικό να εκτιμούμε σωστά τις συγκυρίες και τις δυνατότητές μας. Χωρίς ίχνος ηττοπάθειας και μοιρολατρίας, με διεκδικητικότητα αλλά και ρεαλισμό να ιεραρχούμε τους στόχους μας. Η κατάργηση των βρετανικών στρατιωτικών βάσεων παραμένει για το ΑΚΕΛ αμετάθετος στόχος, δεν είναι όμως ο πρώτος στόχος. Νομίζω ότι όλοι συμφωνούμε πως αυτή την ώρα προέχει ο αγώνας για λύση του Κυπριακού και για απαλλαγή από την κατοχή. Όχι η απαίτηση για άμεση κατάργηση των βάσεων. Όχι το άνοιγμα δεύτερου και τόσο σοβαρού μετώπου. Κάτι τέτοιο δεν θα ήταν σοφό από τη δική μας πλευρά, όσο εύηχο και αν ακούγεται. Όσο και αν ικανοποιεί ακουστικά τα αισθήματα του Κυπριακού λαού περί δικαίου και πατριωτισμού. Είναι πεποίθηση μας ότι η λύση του Κυπριακού θα δημιουργήσει νέες δυνατότητες και θα καταστήσει πολύ πιο αποτελεσματικό τον κοινό αγώνα του συνόλου του Κυπριακού λαού για απομάκρυνση των Βάσεων. Εκεί θα πρέπει να προσηλώνεται η προσπάθεια μας.
 
Για το ΑΚΕΛ, η επίλυση του Κυπριακού δεν είναι σύνθημα χτισμένο στο κενό. Είναι στόχος ζωής. Θέμα που αφορά την επιβίωση του κυπριακού λαού, τον οποίο το Κόμμα μας τάχτηκε να υπηρετεί από τη γέννηση του. Στη βάση των διαχρονικών αρχών και θέσεων μας εργαζόμαστε με προσήλωση για να πετύχουμε την απαλλαγή του τόπου μας από τον κατοχικό στρατό και του λαού μας από τη μόνιμη απειλή της κατοχής. Αντιλαμβανόμαστε ότι σε αντίθετη περίπτωση, ο Κυπριακός λαός θα ζει μονίμως σε κλίμα ανασφάλειας και αβεβαιότητας. Είναι λάθος και ψευδαίσθηση να θεωρείται από κάποιους ότι η μη λύση του Κυπριακού, σημαίνει απλώς ότι τα πράγματα θα παραμείνουν ως έχουν. Κάθε άλλο. Θα υπάρχει σταδιακή διολίσθηση με ανυπολόγιστες αρνητικές συνέπειες σε βάρος της πατρίδας και του λαού μας. Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι αν αφεθεί να εξελιχθεί μια τέτοια πορεία, θα οδηγηθούμε στο χείλος της καταστροφής.
 
Είναι λοιπόν επιτακτική η ανάγκη να επιλυθεί το Κυπριακό. Ως ΑΚΕΛ, σε όποιο βήμα και αν βρεθήκαμε εντός και εκτός Κύπρου καταγγείλαμε και θα συνεχίσουμε να προβάλλουμε το Κυπριακό πρόβλημα, ως πρόβλημα εισβολής,  κατοχής και ξένων επεμβάσεων. Ως πρόβλημα παραβίασης της ανεξαρτησίας, της εδαφικής ακεραιότητας και της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δεν σταματήσαμε να καταγγέλλουμε το διαρκές έγκλημα του εποικισμού και της καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του συνόλου των Κυπρίων από την κατοχική δύναμη. Δεν παύουμε να καταγγέλλουμε την αδιάλλακτη πολιτική της Τουρκίας, που έχει και την κύρια ευθύνη για τη μη επίτευξη λύσης.
 
Με τον ίδιο τρόπο εργάζεται και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Αποδεικνύει συνεχώς αυτή την πτυχή του Κυπριακού διεθνώς. Την ίδια στιγμή όμως επιδιώκει την επίτευξη λύσης στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Λύση που βασίζεται στις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου, στα σχετικά Ψηφίσματα του ΟΗΕ, το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Από το 1977 ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος προέβηκε σε ένα οδυνηρό συμβιβασμό. Ως διορατικός πολιτικός που ήταν, κατανόησε ότι ο μόνος τρόπος απελευθέρωσης και επανένωσης της πατρίδας μας ήταν η λύση διζωνικής, δικοινοτικής Ομοσπονδίας. Λύση που θα οδηγεί σε ενωμένο κράτος με μία κυριαρχία, ιθαγένεια και διεθνή προσωπικότητα. Λύση που θα επανενώνει την πατρίδα, το λαό, τους θεσμούς και την οικονομία. Λύση που θα κατοχυρώνει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες του συνόλου του λαού μας. Αυτό το πλαίσιο επαναβεβαιώθηκε από τον Σπ. Κυπριανού στις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου το 1979. Υιοθετήθηκε από επανειλημμένα Ψηφίσματα του ΟΗΕ και από όλους ανεξαιρέτως τους μέχρι σήμερα Προέδρους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Υπενθυμίζω ότι η βασική πολιτική θέση της Συμφωνίας της 8ης Ιουλίου 2006, ήταν ακριβώς η επαναβεβαίωση της λύσης Διζωνικής, Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, με πολιτική ισότητα, όπως αυτή καθορίζεται από τα σχετικά Ψηφίσματα του ΟΗΕ.
 
Το συμφωνηθέν πλαίσιο επαναβεβαιώθηκε και σε επανειλημμένες αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου. Αυτό το πλαίσιο λύσης στηρίζει η διεθνής κοινότητα και σ’ αυτό μας συμβουλεύουν να επιμένουμε οι πιο συνεπείς μας υποστηριχτές στα διεθνή και ευρωπαϊκά φόρα.
 
Είναι πεποίθησή μας ότι, αν θέλουμε πραγματικά να λύσουμε το Κυπριακό θα πρέπει να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε σ’ αυτό το πλαίσιο λύσης. Όχι μόνο φραστικά αλλά και ουσιαστικά. Είναι αντιπαραγωγικό και αναποτελεσματικό από τη μια να δηλώνουμε σεβασμό στο πλαίσιο λύσης και από την άλλη να υποβάλλουμε προτάσεις που οδηγούν αλλού. Ως ΑΚΕΛ διαφωνούμε ριζικά με απόψεις που ακούγονται, κατά καιρούς, για αλλαγή του πλαισίου λύσης, αναθεώρηση της στρατηγικής και της τακτικής μας και αλλαγή της συμφωνημένης διαδικασίας των συνομιλιών.
 
Αναφορικά με το τελευταίο, προκύπτουν σωρεία ερωτηματικών αναφορικά με την πρόταση του ΔΗΣΥ για διάσκεψη με διευρυμένη συμμετοχή. Γιατί να απουσιάζει απ΄ αυτήν η Κυπριακή Δημοκρατία; Ποιοι κίνδυνοι ελλοχεύουν από αυτό το ενδεχόμενο; Ποιος θα καθορίσει το ποιοι θα συμμετάσχουν στη διάσκεψη; Εμείς ή η Τουρκία; Ποιο θα είναι το επόμενο βήμα αν αποτύχει να καταλήξει σε αποτέλεσμα αυτή η προσπάθεια; Μήπως το τέλος του Κυπριακού και η παγίωση των τετελεσμένων; Ποιος θα εξασφαλίσει ότι η Τουρκία θα λειτουργήσει υπεύθυνα και εποικοδομητικά εκεί; Ο λόγος που επιδεικνύεται ανοχή έναντι της από μερίδα της διεθνούς κοινότητας είναι επειδή δεν γνωρίζουν τις θέσεις της ή επειδή αυτό επιβάλλει το συμφέρον τους; Ποια θέση θα διατυπώνει ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αυτήν, από τη στιγμή που δεν υπάρχει κοινή εξωτερική πολιτική; Τη θέση της Γερμανίας ή της Βρετανίας;
 
Όταν υποβάλλονται προτάσεις, όσο εύηχες κι αν είναι, πρέπει να τίθενται κάτω από τη βάσανο του πολύπλευρου προβληματισμού. Να αξιολογείται κατά πόσο θα εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα του Κυπριακού λαού ή κάποιων άλλων. Ως ΑΚΕΛ απορρίπτουμε την πρόταση του ΔΗΣΥ για διάσκεψη με διευρυμένη συμμετοχή γιατί θεωρούμε ότι τελικά μόνο τους τουρκικούς στόχους θα εξυπηρετήσει.
 
Επιμένουμε στην κοινά αποδεκτή θέση του Εθνικού Συμβουλίου ότι εφόσον καταλήξουμε σε ακτίνα συμφωνίας στα της εσωτερικής πτυχής του Κυπριακού τότε πρέπει να συγκληθεί διεθνής διάσκεψη στα πλαίσια των Ηνωμένων Εθνών με την παρουσία των πέντε μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ελλάδας, της Τουρκίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας και των δυο κοινοτήτων για να ασχοληθεί και να επιλύσει τη διεθνή πτυχή του Κυπριακού.
 
Δειλά – δειλά προβάλλεται από κάποιους η θέση για αλλαγή του συμφωνημένου πλαισίου λύσης. Δεν έχουμε καμία απολύτως αμφιβολία ότι αν επιδιώξουμε κάτι τέτοιο θα το πετύχουμε. Προς ποια κατεύθυνση όμως; Προς την κατεύθυνση που θέλουμε εμείς; Προς ιδανική δηλαδή λύση; Φοβόμαστε πως όχι. Αυτό που θα καθορίσει το νέο πλαίσιο λύσης θάναι η ισχύς. Δυστυχώς ο πιο ισχυρός στο σύγχρονο κόσμο δεν είναι η μικρή και πολύπαθη Κύπρος αλλά η Τουρκία που έχει την ανοχή, αν όχι τη στήριξη, μερίδας των ισχυρών του πλανήτη. Σ΄ ότι αφορά την αλλαγή της στρατηγικής θα πρέπει να προσδιοριστεί τι ακριβώς εννοούν όσοι το προτάσσουν.
 
Μέχρι σήμερα ακολουθήθηκαν τόσο η πολιτική του «καλού παιδιού», όπως έχει καθιερωθεί να λέγεται, καθώς επίσης και η πολιτική που στηρίζεται σε σκλήρυνση της θέσης μας, ακόμη και σε διαδικαστικά θέματα. Ούτε η μια, ούτε η άλλη απέφερε αποτελέσματα. Αυτό που απαιτείται είναι πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, εμμονή στις βασικές αρχές λύσης και ευελιξία στην τακτική. Απαιτείται καθορισμός ξεκάθαρων στόχων και συνέπεια για την επίτευξη τους. Αυτή η πορεία δεν θα είναι στρωμένη με ροδοπέταλα. Αντιθέτως θαναι γεμάτη από αγκάθια. Θαχει πολλά πισωγυρίσματα και σκαμπανεβάσματα. Αυτό που έχει σημασία είναι να μην χάνουμε την πίστη στο δίκαιο του αγώνα μας. Να μη χάνουμε τον προσανατολισμό μας ανεξάρτητα από τις δυσκολίες που συναντούμε.
 
Αυτήν ακριβώς την πολιτική και τακτική ακολουθεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.  
 
Ποια είναι τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα; Η πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική που ακολούθησε μας έδωσε ερείσματα διεθνώς αλλά και στον ευρωπαϊκό χώρο. Η ευελιξία που επέδειξε σ’ ότι αφορά την τακτική μας έβγαλε από τη γωνιά, αναζωογόνησε το ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας και επέτρεψε την έναρξη ουσιαστικών απευθείας διαπραγματεύσεων. Είναι ενδεικτική η δήλωση του Έλληνα πρωθυπουργού κ. Γιώργου Παπανδρέου ότι η Κύπρος με Πρόεδρο τον Χριστόφια διαθέτει κύρος και αξιοπιστία στο διεθνή χώρο. Είναι επίσης πολύ πρόσφατες οι δηλώσεις όλων των Ελλήνων πολιτικών αρχηγών, κατά τη διάρκεια της συζήτησης στο Ελληνικό Κοινοβούλιο για το Κυπριακό, υπέρ της πολιτικής Δ. Χριστόφια. Στήριξη που εκφράστηκε μάλιστα με θερμά και εγκωμιαστικά σχόλια. Το ίδιο επιβεβαιώνουν και τα αποτελέσματα των επισκέψεων του Πάπα, του Ρώσου Προέδρου, της Γερμανίδας καγκελαρίου και πολλών άλλων ηγετών κρατών. Είναι προφανές ότι ο Δ. Χριστόφιας με τις συνεχείς προσπάθειες που καταβάλλει έπεισε, τους καλοπροαίρετους στη διεθνή κοινότητα για τη γνησιότητα και την ειλικρίνεια των προθέσεων μας και την πολιτική μας βούληση για λύση. Αν αυτές δεν απέδωσαν απτά αποτελέσματα αυτό οφείλεται στα συμφέροντα που καθορίζουν τη στάση κάποιων ισχυρών χωρών του πλανήτη και στην αδιαλλαξία της Τουρκίας.
 
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην προσπάθεια του να επιταχύνει τη διαδικασία και να της δώσει νέα δυναμική έχει υποβάλει το τρίπτυχο των προτάσεων του. Πρότεινε τη διασύνδεση του περιουσιακού με το εδαφικό. Την επιστροφή της περίκλειστης πόλης των Βαρωσίων στους νόμιμους κατοίκους της και το επανάνοιγμα της υπό την αιγίδα του ΟΗΕ ή της          Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τη σύγκληση διεθνούς διάσκεψης, όταν και εφ΄ όσον οι δύο κοινότητες φτάσουν σε ακτίνα συμφωνίας στα ζητήματα της εσωτερικής πτυχής.
 
Στήριξη και επιμονή σ΄ αυτή την πρόταση του Δ. Χριστόφια θα μπορούσε να διανοίξει νέες προοπτικές στη διαδικασία. Αν όχι, θα εξέθετε την Τουρκία στα μάτια της διεθνούς κοινότητας. Δυστυχώς η πρόταση αυτή δεν στηρίχθηκε από την ελληνοκυπριακή κοινότητα. Όχι γιατί υπήρχαν ουσιαστικές διαφωνίες αλλά για μικροκομματικές σκοπιμότητες.
 
Είναι κοινή η διαπίστωση όλων των ελληνοκυπριακών κομμάτων ότι προτεραιότητα της τουρκικής πλευράς, σ’ αυτή τη φάση, είναι να καταδείξει στη διεθνή κοινότητα και ιδιαίτερα στον Γ.Γ. του ΟΗΕ ότι, τάχατες οι δύο κοινότητες δεν μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία από μόνες τους. Στόχος πίσω απ’ αυτή την προσπάθεια είναι η αλλαγή της ακολουθητέας διαδικασίας. Η παραπομπή σε τετραμερή ή πενταμερή διάσκεψη όπου θα επιβληθούν χρονοδιαγράμματα και διαιτησία. Τελικός στόχος η επιβολή λύσης στον Κυπριακό λαό.
 
Τη στιγμή που επισημαίνεται αυτός ο τουρκικός στόχος, κόμματα συμβουλεύουν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να αποσύρει τις προτάσεις που κατέθεσε. Αυτό θα αποδυναμώσει ή θα ενισχύσει την επίτευξη του τουρκικού στόχου; Πολύ φοβόμαστε ότι θα τον ενισχύσει με ανυπολόγιστες σε βάρος μας συνέπειες. Πέραν από το λάθος στην τακτική το ΑΚΕΛ διαφωνεί και με την κριτική για την ουσία των προτάσεων. Αυτές είχαν τεθεί και προηγουμένως, σε συζητήσεις και έγγραφα για το Κυπριακό. Κανένα πολιτικό κόμμα δεν διαφώνησε τότε από θέση αρχής. Γιατί λοιπόν αυτή η ισοπεδωτική κριτική έναντι του Δ. Χριστόφια σήμερα;
 
Το ΑΚΕΛ θεωρεί ότι οι προτάσεις είναι ισορροπημένες και συνάδουν με τις διαχρονικές θέσεις της Ελληνοκυπριακής πλευράς. Υπηρετούν το στόχο για επανένωση του τόπου και του λαού μας. Επιπλέον, τυγχάνουν αποδοχής και στήριξης από το διεθνή και ευρωπαϊκό παράγοντα. Με αυτό τον τρόπο ενισχύεται η θέση μας σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο ότι πραγματικά εργαζόμαστε για την εξεύρεση λύσης.
 
Τυχόν απόσυρση τους αυτή τη στιγμή, θα μας εκθέσει ανεπανόρθωτα. Θα προβληματίσει τους συνεπείς μας υποστηριχτές. Θα δώσει άλλοθι στην Τουρκική πλευρά για αποδέσμευση της από ότι έχει συμφωνηθεί, μη αποκλειομένου και του ενδεχομένου για επιδίωξη αποδέσμευσης από το πλαίσιο λύσης. Θα παραχωρήσει άλλοθι σε κάποιους στη διεθνή κοινότητα να τη στηρίξουν σ’ αυτές της τις επιλογές και να την βοηθήσουν για την προώθηση διαχρονικών της στόχων στο Κυπριακό. Γι΄αυτό εκτιμούμε ότι το ζήτημα θα πρέπει να μελετηθεί αναλόγως των δεδομένων που θα διαμορφωθούν και υπό το πρίσμα των εξελίξεων στις διαπραγματεύσεις και της στάσης που θα κρατήσει η τουρκική πλευρά. Συμφωνούμε ότι, αν και εφόσον ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κρίνει θα πρέπει να έχει δικαίωμα να τις τροποποιήσει ή να τις αποσύρει.
 
Οι θέσεις που οι πολιτικές δυνάμεις εκφράζουν στο Κυπριακό θα πρέπει να έχουν ως γνώμονα το καλώς νοούμενο συμφέρον του συνόλου του κυπριακού λαού. Η διατύπωση των θέσεων, των απόψεων, της κριτικής θα πρέπει να έχουν ως στόχο την αντιμετώπιση των δεδομένων που υπάρχουν και όχι των δεδομένων που θα θέλαμε να υπήρχαν. Να λαμβάνουν υπόψη τις αντικειμενικές δυσκολίες που χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε και να ξεπεράσουμε για να φτάσουμε σε συμφωνία. Χρειάζεται τέλος να εξυπηρετούν και το στρατηγικό στόχο που έχουμε καθορίσει ως λύση.
 
Απαραίτητο στοιχείο για την επιτυχή έκβαση των προσπαθειών μας είναι η ύπαρξη ενότητας στο εσωτερικό μέτωπο. Ενότητας γύρω από τους συλλογικούς μας στόχους και τις βασικές αρχές πάνω στις οποίες επιδιώκουμε την υλοποίηση τους. Ενότητας που θα επιτρέψει την ενίσχυση των προσπαθειών του Προέδρου της Δημοκρατίας και διαπραγματευτή της ελληνοκυπριακής πλευράς. Η απουσία ενότητας σε κρίσιμες στιγμές της ιστορίας μας, έβλαψε τον τόπο. Αντιθέτως, όταν υπήρχε η ενότητα λειτούργησε ως ανάχωμα σε συνομωσίες και καταστροφές.  Η περίοδος που προηγήθηκε του προδοτικού πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Αν σήμερα ως ΑΚΕΛ επιμένουμε ότι το πόρισμα της Επιτροπής για το Φάκελο της Κύπρου πρέπει να δημοσιοποιηθεί, δεν το κάνουμε γιατί θέλουμε να διχάσουμε. Το κάνουμε γιατί πιστεύουμε ότι μόνο η αλήθεια μπορεί να διδάξει και μόνο από την αλήθεια μπορούμε να διδαχθούμε. Μόνο όταν λάμψει η αλήθεια θα πετύχουμε να μην επαναληφθούν λάθη και εγκλήματα του παρελθόντος. Θα πετύχουμε να δούμε καθαρά πού μας οδήγησαν οι επικίνδυνες στροφές στο δρόμο για το ευκταίο και να προβληματιστούμε για το πώς σήμερα θα καταφέρουμε να φτάσουμε στο εφικτό. 
 
Η ενότητα βέβαια δεν μπορεί να επιτευχθεί με ευχολόγια. Επιτυγχάνεται μόνο αν υπάρχει ελάχιστη κοινή συναντίληψη, αναφορικά με το στόχο, επαρκής συνεννόηση και συντονισμός, αλληλοσεβασμός και πολιτική βούληση.
 
Η ελάχιστη κοινή πολιτική πλατφόρμα είναι οι διαχρονικές δεσμεύσεις που αναλάβαμε καθώς επίσης και οι αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου. Συντονισμός και συνεννόηση επιδιώκεται επαρκώς. Η πιο αποτελεσματική λειτουργία της Υποεπιτροπής του Εθνικού Συμβουλίου βοηθά πάρα πολύ προς αυτή την κατεύθυνση.
 
Ο αλληλοσεβασμός δεν οικοδομείται με υβριστικά ή απαξιωτικά σχόλια είτε προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, είτε προς το Κόμμα μας.
 
Σ’ ότι αφορά την πολιτική βούληση είναι το μεγάλο ερωτηματικό. Διαπίστωσή μας είναι ότι κυριαρχούν, δυστυχώς, σκοπιμότητες που καθοδηγούν αποφάσεις, ενέργειες και δηλώσεις πολιτικών κομμάτων. Γεγονός που γεννά ερωτηματικά για το ποιες είναι πραγματικά οι προθέσεις πολιτικών κομμάτων.
 
Ως ΑΚΕΛ από το επίσημο Βήμα της Βουλής των Αντιπροσώπων, δεσμευόμαστε ότι θα εξακολουθήσουμε να εργαζόμαστε με σύνεση, υπευθυνότητα και συνέπεια. Για να πετύχουμε το ελάχιστο που αναμένει από εμάς ο κυπριακός λαός˙ να πολιτευόμαστε στηριζόμενοι πάντα σε αρχές. Για να καταφέρουμε το μέγιστο που αναμένει από εμάς ο κυπριακός λαός˙ να παραδώσουμε στις επόμενες γενιές μια Κύπρο ελεύθερη, ανεξάρτητη, κυρίαρχη και επανενωμένη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: