Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2010

Περιττή, άχρηστη και δαπανηρή πολυτέλεια το πλήθος των συμβούλων των πρωθυπουργών

ΤΟΥ ΜΑΝΟΛΗ Γ. ΔΡΕΤΤΑΚΗ*  - ΑΥΓΗ 


Η πρόσληψη συμβούλων από τους εκάστοτε πρωθυπουργούς είναι «παράδοση» στη χώρα μας. Και ο σημερινός πρωθυπουργός, συνεχίζοντας την «παράδοση» αυτή και ξεπερνώντας κάθε προηγούμενο, αποφάσισε να προσλάβει πλήθος συμβούλων από το εξωτερικό, με αποτέλεσμα το σύνολο των (Ελλήνων και ξένων) συμβούλων του να ξεπερνά τους 100 (!) με κόστος πολλών εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ (έστω και αν, ορισμένοι από αυτούς, είναι άμισθοι). Τα ερωτήματα που γεννιούνται είναι:
- Είναι αναγκαία η πρόσληψη τέτοιων συμβούλων;
- Δεν υπάρχουν στην Ελλάδα ιδρύματα που θα μπορούσαν να συμβουλεύουν τον πρωθυπουργό;
- Οι όποιες συμβουλές δίνουν οι ξένοι σύμβουλοι έχουν καμιά σχέση με την ελληνική πραγματικότητα;

- Αν οι συμβουλές τους έχουν σχέση με την ελληνική πραγματικότητα και είναι σύμφωνες με τα προγράμματα των κομμάτων τους, αξιοποιούνται από τους πρωθυπουργούς και τις κυβερνήσεις τους;
Και τα δύο κόμματα εξουσίας πριν αναλάβουν στην εξουσία συγκροτούν επιτροπές οι οποίες επεξεργάζονται το πρόγραμμά τους κατά τομείς και υπουργεία. Οι επιτροπές αυτές, σε ορισμένες περιπτώσεις, στελεχώνονται και από ειδικούς επιστήμονες που μπορεί να είναι μέλη ή φίλοι του κόμματος. Το πρόγραμμα αυτό, εκτός από τις γενικότητες, περιλαμβάνει και συγκεκριμένα μέτρα για την αντιμετώπιση χρόνιων συνήθως προβλημάτων της χώρας και του δίνεται μεγάλη δημοσιότητα πριν από τις εκλογές. Όταν το κόμμα αυτό ανέλθει στην εξουσία, υποτίθεται ότι θα αρχίσει να εφαρμόζει το πρόγραμμά του.
Δυστυχώς οι πρωθυπουργοί, εφαρμόζοντας το «άλλα λέμε και άλλα κάνουμε», ρίχνουν στον κάλαθο των αχρήστων το πρόγραμμα αυτό και, εξαπατώντας τους ψηφοφόρους τους, είτε δεν εφαρμόζουν αυτά που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμά τους είτε εφαρμόζουν τα ακριβώς αντίθετα, για τα οποία κατηγορούσαν το προκάτοχό τους στην εξουσία κόμμα.
Κραυγαλέο παράδειγμα αυτής της θλιβερής τακτικής είναι ο σημερινός πρωθυπουργός και το κόμμα του. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η πρόσληψη των όποιων συμβούλων είναι μια περιττή, άχρηστη και δαπανηρή πολυτέλεια.
Αν υποθέσουμε, όμως, ότι με την ανάληψη της εξουσίας προέκυψαν νέα προβλήματα που δεν ήταν γνωστά στο κόμμα που ανήλθε στην εξουσία (αυτό δεν ισχύει για το κόμμα που σήμερα βρίσκεται στην κυβέρνηση, δεδομένου ότι βρισκόταν 5,5 χρόνια  στη αντιπολίτευση και υποτίθεται ότι είχε πλήρη γνώση της πραγματικότητας που θα παραλάμβανε, πολύ περισσότερο αφού ο σημερινός πρωθυπουργός, όπως και ο προκάτοχός του, είχαν πλήρως ενημερωθεί από τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας).
Στην περίπτωση που πράγματι προέκυψαν νέα άγνωστα προβλήματα, υπάρχουν στην Ελλάδα κρατικά ιδρύματα που ασχολούνται με τα προβλήματα αυτά (π.χ. το ΚΕΠΕ και η Διεύθυνση Μελετών της Τραπέζης της Ελλάδος για τα οικονομικά προβλήματα, το ΕΚΚΕ για τα κοινωνικά προβλήματα κ.λπ.) καθώς και τα ΑΕΙ και μεμονωμένοι ερευνητές που ο εκάστοτε πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του θα μπορούσαν να τους αξιοποιήσουν. Δυστυχώς δεν το κάνουν.
Ορισμένοι από τους κατά καιρούς συμβούλους των πρωθυπουργών από το εξωτερικό απλώς έρχονται στην Ελλάδα, εξυπηρετούν τις δημόσιες σχέσεις της κυβέρνησης, περνούν ευχάριστες διακοπές και απέρχονται
χωρίς να αφήσουν πίσω τους κανένα έργο. Κάποιοι κάνουν προτάσεις που δεν έχουν καμιά σχέση με την ελληνική πραγματικότητα και κάποιοι άλλοι προτάσεις που δεν έχουν καμιά σχέση ή είναι και εντελώς αντίθετες με το πρόγραμμα του κυβερνώντος κόμματος και οι οποίες πετιούνται στον κάλαθο των αχρήστων.

Υπήρξαν, όμως, στο παρελθόν και σύμβουλοι που υπέβαλαν εκθέσεις στις οποίες περιέχονταν προτάσεις (τις ίδιες ή παρεμφερείς προτάσεις, όμως, είχαν κάνει πολλές φορές στο παρελθόν ιδρύματα ή ερευνητές της χώρας) που, αν υπήρχε πολιτική βούληση, θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν από τον πρωθυπουργό που τους προσέλαβε.
Δυστυχώς οι εκθέσεις των συμβούλων αυτών μπήκαν στο συρτάρι, δηλαδή παραπέμφθηκαν στις ελληνικές καλένδες. Οι πρωθυπουργοί, όμως, είναι και αρχηγοί κομμάτων εξουσίας, δηλαδή κομμάτων που έχουν κυβερνήσει τη χώρα επί πολλά έτη και, επομένως, γνωρίζουν από μέσα όλα τα μεγάλα, χρόνια και άλυτα προβλήματα του τόπου. Οι ίδιοι γνωρίζουν ότι, εξαιτίας της πολιτικής αβουλίας τους, τα προβλήματα αυτά όχι μόνο παραμένουν άλυτα, αλλά και με την πάροδο του χρόνου διογκώνονται. Τέτοια προβλήματα είναι: η διαφθορά, η παραοικονομία, η φοροδιαφυγή, η εισφοροδιαφυγή, το δημογραφικό πρόβλημα, η ανάπτυξη των παραμεθόριων περιοχών, τα προβλήματα της παιδείας και της υγείας κ.ο.κ. και τα μέτρα που απαιτούνται για την αντιμετώπισή τους είναι γνωστά (για ορισμένα, μάλιστα, από αυτά υπάρχουν και ομόφωνα πορίσματα επιτροπών της Βουλής). Τι χρειάζονται, επομένως, οι σύμβουλοι, όταν οι ίδιοι οι πρωθυπουργοί και τα κόμματά τους δεν θέλησαν (πολλές φορές εξαιτίας των σχέσεων διαπλοκής τους με τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα ή των δεσμεύσεών τους απέναντι στις κομματικοποιημένες συντεχνίες ή του διαβόητου πολιτικού κόστους) να τα επιλύσουν ή περιορίστηκαν σε μέτρα- ασπιρίνες, τα οποία απλώς μετέθεταν χρονικά την κρίση που εγκυμονούσαν τα προβλήματα αυτά. Διαχρονικό παράδειγμα τα δημόσια ελλείμματα των 36 τελευταίων χρόνων και το δυσθεώρητο δημόσιο χρέος που αυτά δημιούργησαν.
Οι πρωθυπουργοί και τα κόμματα εξουσίας δεν έχουν ανάγκη από ξένους συμβούλους. Έχουν ανάγκη πρώτα απ’ όλα να αναγνωρίσουν τις ευθύνες των κομμάτων τους και τις προσωπικές τους ευθύνες για το σημερινό δημοσιονομικό κατάντημα της χώρας και την υποδούλωσή της στην τρόικα. Από εκεί και πέρα θα πρέπει:
• Να πάψουν να δίνουν υποσχέσεις που γνωρίζουν ότι δεν πρόκειται να εκπληρώσουν.
• Να διακόψουν τη διαπλοκή τους με τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα.
• Να απαλλαγούν από την υποταγή τους σε συντεχνίες και άλλες ομάδες πίεσης.
• Να αγνοήσουν το πολιτικό κόστος.
• Να προτείνουν και να εφαρμόσουν ρεαλιστικές προτάσεις για την επίλυση των μεγάλων προβλημάτων του τόπου που οι ίδιοι άφησαν να διογκωθούν.
• Να βάλουν σε τάξη τα οικονομικά των κομμάτων τους και να εξοφλήσουν τα τεράστια χρέη τους.
Το μόνο που χρειάζεται για να υλοποιηθούν τα παραπάνω είναι η (ανύπαρκτη διαχρονικά) πολιτική βούληση και η εγκατάλειψη της (διαχρονικά εφαρμοζόμενης) λαϊκίστικης πολιτικής, στην οποία επιδίδονταν τα κόμματα αυτά προκειμένου να παραμείνουν ή να επανέλθουν στην εξουσία.

* Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ.

Πηγή: www.avgi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: