Τετάρτη 17 Μαρτίου 2010

Η ηγεσία του ΚΚΕ εμποδίζει την ανάπτυξη του κινήματος σήμερα ενόψει της… προοπτικής του

Η καταιγίδα των αντεργατικών μέτρων που πήρε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ κάτω από τις επιταγές της ΕΕ, του ΔΝΤ και της ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης συναντούν κάθε μέρα και πιο πολύ την οργή και την αγανάκτηση του εργαζόμενου λαού. Οι κινητοποιήσεις και οι απεργίες που αναγκάζονται να κηρύξουν οι εργατοπατέρες ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, κάτω από το βάρος της λαϊκής αγανάκτησης, δίνουν τη δυνατότητα στο λαό να βγει στους δρόμους και να καταδικάσει την αντιλαϊκή-αντεργατική πολιτική της κυβέρνησης. Μαζικές, με χιλιάδες εργαζόμενους και νεολαίους, οι συγκεντρώσεις που καλούν αγωνιστικά πρωτοβάθμια σωματεία, ταξικά εργατικά σχήματα και οργανώσεις της επαναστατικής αριστεράς. Μαζικές και οι συγκεντρώσεις του ΠΑΜΕ, με καθοριστικό όμως χαρακτηριστικό τους το διαχωρισμό από όλους τους υπόλοιπους και κυρίως το διαχωρισμό ανάμεσα στους εργαζόμενους.
Στο σημείο αυτό χρειάζεται να γίνει μία παρατήρηση. Στις μεγαλειώδεις απεργιακές κινητοποιήσεις της άνοιξης του 2001, οι εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι που κατέβηκαν στους δρόμους της Αθήνας και όλης της χώρας ενάντια στο «σχέδιο Γιαννίτση» δεν άφησαν κανένα περιθώριο σε κανέναν χωρο-ταξικό διαχωρισμό, ούτε σε αυτούς που τον επιδίωκαν ούτε σε αυτούς που δεν τον ήθελαν. Σήμερα, η συμμετοχή του εργατόκοσμου δεν έχει φτάσει, ακόμη, σε αυτό το επίπεδο και έτσι τόσο οι εργατοπατέρες ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ όσο και οι ρεφορμιστές του ΠΑΜΕ έχουν, ακόμη, την πολυτέλεια να παίζουν παιχνίδια στις πλάτες του κινήματος. Και κυρίως να βάζουν εμπόδια για να απαντηθεί το ζήτημα κατά πόσο και με ποιες προϋποθέσεις τα αντεργατικά μέτρα μπορεί να ανατραπούν από τη λαϊκή-εργατική πάλη.
Από την άλλη πλευρά, για τις αγωνιστικές –ταξικές– επαναστατικές δυνάμεις του εργατικού και λαϊκού κινήματος είναι φανερό σε ποια επίπεδα πρέπει αλλά και μπορούν να φτάσουν οι κινητοποιήσεις των εργαζόμενων για να βάλουν εμπόδια και να ανατρέψουν τα αντεργατικά μέτρα. Οι μέρες που ζούμε και αυτές που έρχονται είναι, από κάθε άποψη,  ξεχωριστές, οι στιγμές για την εργατική τάξη και το λαό είναι κρίσιμες και το ποια πολιτική γραμμή θα κυριαρχήσει στο κίνημα, αυτή της πραγματικής σύγκρουσης με τις δυνάμεις του συστήματος, η γραμμή της αντίστασης και της πάλης ενάντια στα μέτρα ή η γραμμή «να προλάβουμε τα επόμενα» και η λεγόμενη αντεπίθεση για «λαϊκή εξουσία και οικονομία» δεν είναι πλέον ένα θεωρητικό ζήτημα αλλά κρίσιμο διακύβευμα για την υπόθεση της ταξικής πάλης σήμερα.
Οι νόμοι καταργούνται στους δρόμους με αγώνες, οι ρεφορμιστές τούς «καταργούν» στην… πράξη
Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με κατεπείγουσα διαδικασία ψήφισε στη Βουλή την Παρασκευή 5/3 το αντεργατικό πλαίσιο επίθεσης με τον τίτλο «επείγοντα μέτρα για την προστασία της εθνικής οικονομίας», θέλοντας με τον τρόπο αυτό να «κλείσει» το ζήτημα τόσο προς το λαό, αφού τα μέτρα ψηφίστηκαν από τη Βουλή, αλλά και να αποδείξει στους ιμπεριαλιστές ότι έχει την «τόλμη» να προχωρήσει άμεσα σε κάθε αντιλαϊκό-αντεργατικό μέτρο που θα απαιτήσουν.
Από πολλούς αγωνιστές της Αριστεράς, από εργαζόμενους και λαϊκούς ανθρώπους τίθεται το ερώτημα κατά πόσο σήμερα υπάρχουν οι υποκειμενικές δυνατότητες να δημιουργηθεί ένα τέτοιο κίνημα που θα βάλει ζήτημα ανατροπής των αντεργατικών μέτρων. Το ερώτημα αυτό δεν δείχνει δειλία και ατολμία, αλλά προβληματισμό και αγωνία για τους αναγκαίους δρόμους και χρόνους που πρέπει να διατρέξει το επίπεδο συγκρότησης του κινήματος, τα εμπόδια που έχει να ξεπεράσει για να μπορέσει να βρεθεί στο επίπεδο εκείνο που αντιστοιχεί στις απαιτήσεις της εποχής μας. Με όλες τις πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές δυνάμεις του συστήματος συνενωμένες μέσα και έξω από τη χώρα σε φάση ολομέτωπης επίθεσης, με κάθε μέσο, με τους εργατοπατέρες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ να κάνουν ό,τι μπορούν για να υπονομεύσουν τις αγωνιστικές διαθέσεις των εργαζόμενων, με την αποσυγκρότηση του κινήματος από τη χρόνια κυριαρχία του εργοδοτικού-κυβερνητικού και ρεφορμιστικού συνδικαλισμού, το ερώτημα δεν έχει εύκολη απάντηση και κυρίως απάντηση μέσα στο λαό και μέσα από το λαό.
Η ιστορική εμπειρία του λαϊκού και εργατικού κινήματος έχει δείξει ότι τέτοιες ανατροπές μπορούν να γίνουν, ο λαός, η νεολαία, οι εργαζόμενοι έχουν πετύχει μικρές ή μεγαλύτερες νίκες ακόμα και στο πρόσφατο παρελθόν. Η απόσυρση του «σχέδιου Γιαννίτση» από την κυβέρνηση Σημίτη, η απόσυρση της αλλαγής του άρθρου 16 από την κυβέρνηση Καραμανλή, ο αγώνας της νεολαίας το 2006-2007 που εμπόδισε την κυβέρνηση της ΝΔ να προχωρήσει στην προώθηση της νέας αντι-ασφαλιστικής επιδρομής, οι μαζικοί αγώνες για τις συλλογικές συμβάσεις και ενάντια στο ασφαλιστικό τερατούργημα της Πετραλιά, ο μαζικός ξεσηκωμός της νεολαίας το Δεκέμβρη του 2008 αλλά και του 2009 είναι κορυφαίες στιγμές της μαζικής πάλης του λαού, της διάθεσής του να συγκρουστεί με το σύστημα και να πετύχει νίκες. Είναι η καλύτερη απόδειξη ότι η ταξική πάλη στη χώρα μας μπορεί να πάρει μαζικό και μαχητικό χαρακτήρα, να γίνει επικίνδυνη για το σύστημα, να δημιουργήσει τους όρους για ακόμα μεγαλύτερη μαζικότητα και πολιτική συγκρότηση στους αγώνες που σήμερα είναι αναγκαίοι να δοθούν ενάντια στην αντεργατική – αντιλαϊκή πολιτική. Αυτή είναι η βάση που πάνω της οφείλει να κινηθεί η  αριστερή, η επαναστατική, η κομμουνιστική κατεύθυνση μέσα στο κίνημα και να συμβάλει με όλες της τις δυνάμεις έτσι ώστε αυτή η βάση της ταξικής πάλης να πλατύνει και να αποκτήσει μεγαλύτερο βάθος για να γίνει ακόμα πιο στέρεα. Για να μπορέσουν να αποκτήσουν η εργατική τάξη και ο λαός εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους μέσα στους δυσμενείς συσχετισμούς που δημιουργεί η επίθεση του καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού συστήματος.
Σε όλους αυτούς τους αγώνες που δόθηκαν την προηγούμενη περίοδο η ηγεσία του ΚΚΕ είτε εναντιωνόταν γιατί δήθεν δεν είχαν ξεκάθαρο χαρακτήρα, είτε τους εγκατέλειπε για να τους ανατρέψει στην… πράξη, είτε διακήρυσσε ότι οι αγώνες δεν φέρνουν νίκες αν δεν αλλάξουν οι πολιτικοί συσχετισμοί, είτε τους προβόκαρε ανοικτά, είτε έκανε τους δικούς της «αγώνες», παριστάνοντας τον μοναδικό εκπρόσωπο του λαϊκού-εργατικού κινήματος. Και στη σημερινή περίοδο είναι ανάλογη η τακτική της, που εκφράζεται τόσο με τις ξεχωριστές συγκεντρώσεις που διασπούν το ενιαίο μέτωπο αντίστασης και πάλης των εργαζόμενων όσο και με τις εκτιμήσεις της για το αν και κατά πόσο μπορούν να ανατραπούν τα αντεργατικά μέτρα.
Παρ’ όλο που η Αλέκα Παπαρήγα δηλώνει ότι «είναι ιστορική η ευθύνη μας για την ανασύνταξη του κινήματος» (συνέντευξη με δημοσιογράφους 4/3) και περιμένεις να πει ποιους στόχους πάλης και ποια μέτρα πολιτικά-οργανωτικά θα πάρει για να ανταποκριθεί σε αυτή την «ιστορική ευθύνη», συνεχίζοντας αποκαλύπτει ότι «αυτή είναι η ιστορική ευθύνη μας, ούτως ώστε να δημιουργηθεί ένα ισχυρό κίνημα, να συνειδητοποιηθεί αυτό που λέμε «άλλος δρόμος» (από την ίδια συνέντευξη). Και για να μη μείνει καμία αμφιβολία ότι το ζήτημα για την ηγεσία του ΚΚΕ είναι ο «άλλος δρόμος», δηλώνει: «Ο αγώνας δεν μπορεί να λήξει την Παρασκευή (5/3 απεργία και ψήφιση στη Βουλή του αντεργατικού νόμου) και, αν γίνει ένας νόμος και περάσει, πρέπει κυριολεκτικά να φθαρεί στη συνείδηση των εργαζόμενων, να ξέρει η κυβέρνηση ότι θα την τιμωρήσει πολιτικά και όλα τα άλλα κόμματα. Και τέλος πρέπει να προλάβουμε τα επόμενα»!!! Σε ποιον αγώνα, τελικά, καλεί η ηγεσία του ΚΚΕ  τους εργαζόμενους και το λαό; Για τον «άλλο δρόμο» (της λαϊκής εξουσίας και οικονομίας, εννοείται) για «να φθαρεί στη συνείδησή τους η κυβέρνηση»;
Και με τα συγκεκριμένα αντεργατικά μέτρα τι θα γίνει; Πώς θα οργανωθεί η πάλη για την ανατροπή τους; Εχει απάντηση και γι’ αυτό η Αλέκα Παπαρήγα: «Δεν μπορείς να υποτάξεις τα πάντα στο άμεσο αποτέλεσμα και πρέπει να έχεις και αντοχή, γιατί μπορεί άμεσο αποτέλεσμα να μην έχεις»! Μεγαλύτερη ομολογία απόσυρσης  από τις πραγματικές ανάγκες της ταξική πάλης, σήμερα, δεν θα μπορούσε να κάνει η ηγεσία του ΚΚΕ. Αλήθεια, μπορούν να εξηγήσουν στο λαό πώς γίνεται να μην υποτάσσεις τα πάντα στο άμεσο αποτέλεσμα από τη μία και από την άλλη να καλείς το λαό να δείξει αντοχή γιατί μπορεί άμεσο αποτέλεσμα να μην έχεις; Η οπορτουνιστική λογική του ρεφορμισμού σε όλο της το μεγαλείο. Αρνείται η ηγεσία του ΚΚΕ να «υποταχθεί» στην αναγκαιότητα να δημιουργήσει πραγματικούς όρους κίνησης και σύγκρουσης με το σύστημα με την αιτιολογία ότι «μπορεί» να μην έχεις αποτέλεσμα. Αλήθεια, έχει η ηγεσία του ΚΚΕ να μας πει μερικούς «σίγουρους» αγώνες που έχει δώσει η εργατική τάξη και ο λαός; Ομως δεν είναι αυτό το κύριο ζήτημα, πίσω από αυτή την άποψη που εκφράζει η Αλέκα Παπαρήγα αναδεικνύεται όλη η λογική αυτής της ηγεσίας για το κίνημα και κυρίως η διάθεσή τους να μη συγκρουστούν μετωπικά και πραγματικά με το σύστημα, εφευρίσκοντας χίλιους δυο λόγους, τους οποίους φροντίζουν να επενδύουν και με «κομμουνιστική» επιχειρηματολογία.
Ουσιαστικά καλούν σε ένα κίνημα διαμαρτυρίας και «συνείδησης», σε ένα κίνημα όπου όλο και πιο πολύ οι συμβολικές ενέργειες υποκαθιστούν την πραγματική δράση του κόσμου και τον κρατούν στη γωνία, ένα κίνημα που περισσεύουν οι ταξικές κορόνες αλλά δεν «υποτάσσεται στο άμεσο αποτέλεσμα». Και μη μας πουν οι «φωστήρες» του Περισσού ότι θέλουν, με αυτή τη διατύπωση, να «αποκαλύψουν» τους ρεφορμιστές και τη λογική τους, γιατί σήμερα αυτό που τίθεται σε κίνδυνο είναι το σύνολο των δικαιωμάτων και των καταχτήσεων της εργατικής τάξης και όχι κάποιο γενικώς και αορίστως «άμεσο αποτέλεσμα» κάποιας διεκδίκησης.
Οι αγώνες που πρέπει να δοθούν και η στράτευση πρώτα από όλα των κομμουνιστών σε αυτούς τους αγώνες δεν μπορεί παρά να αντιστοιχεί με τη σοβαρότητα της κατάστασης. Επιπλέον αναρωτιόμαστε, αλήθεια, ποια προοπτική μπορείς να δείξεις στον εργαζόμενο λαό, σε ποιον «άλλο δρόμο» μπορείς να τον καλέσεις να κινηθεί όταν δεν έχεις καμία εμπιστοσύνη στην αποτελεσματικότητα των αγώνων του σήμερα; Ποιους πολιτικούς συσχετισμούς μπορείς να ανατρέψεις και ποιες πολιτικές θα τιμωρήσει ο λαός όταν μονίμως τον καλείς να ετοιμαστεί για τα επόμενα μέτρα που έρχονται και όχι να δώσει πραγματικές μάχες ενάντια σε αυτά με τα οποία σήμερα είναι αντιμέτωπος;
Οι κομμουνιστές δεν αναζητούν το κίνημα που θα «έπρεπε» να υπάρχει και εφόσον δεν είναι «έτοιμο στο πιάτο» αφήνουν την ταξική πάλη έτσι όπως αυτή διεξάγεται σήμερα και αναχωρούν από αυτήν με πρόσχημα την… αντεπίθεση και την «προοπτική». Αλλά συμμετέχουν δραστήρια σε αυτό που υπάρχει για να το βάλουν σε κίνηση και μέσα από αυτήν να τροποποιήσουν συσχετισμούς, να επιδράσουν σε συνειδήσεις, να γίνουν πρώτα οι ίδιοι και να φτιάξουν και άλλους αγωνιστές τόσο για το σήμερα όσο και για τη συνολική απελευθερωτική προοπτική του κινήματος.

Η κοινή δράση εργαλείο για την ανατροπή της αντιλαϊκής–αντεργατικής επίθεσης
Κομίζει «γλαύκα εις Αθήνας» η ηγεσία του ΚΚΕ όταν διαπιστώνει ότι δεν είναι πλειοψηφική στο πλαίσιο του εργατικού και λαϊκού κινήματος η «αγωνιστική γραμμή», όπως τη λέει, και έτσι η Αλέκα Παπαρήγα «εξηγεί» γιατί το κίνημα είναι «αντικειμενικά διασπασμένο»: «Πρέπει να σας πω το εξής: Το κίνημα αυτή τη στιγμή, είτε κάνει μια συγκέντρωση είτε κάνει δέκα, αντικειμενικά είναι διασπασμένο. Γιατί; Γιατί δεν έχει διαμορφώσει μια πλειοψηφική αυτή τη στιγμή γραμμή αγωνιστική, που λέει από εκεί τα μονοπώλια και από εκεί ο λαός. Από εκεί η Ευρωπαϊκή Ενωση, από εκεί ο λαός. Από εκεί η εκάστοτε κυβέρνηση η οποία κινείται στη στρατηγική υπέρ των μονοπωλίων και από εδώ ο λαός. Άρα είναι διασπασμένο» (συνέντευξη Αλ. Παπαρήγα 4/3) .
Δεν είναι να απορεί κάποιος με αυτές τις τοποθετήσεις της ηγεσίας του ΚΚΕ, που φτάνουν στα όρια του αριστερισμού, αλλά χωρίς το ανάλογο «αντίκρισμα» στο πολιτικό και συνδικαλιστικό επίπεδο. Είναι σε απόλυτη συνέπεια με το τι είδους κίνημα «φιλοδοξούν» να οικοδομήσουν. Ενα κίνημα που θα αναγνωρίζει μόνο τον εαυτό του, ένα κίνημα στη γυάλα, μέχρι, υποτίθεται, να γίνει «πλειοψηφική» η αγωνιστική γραμμή. Στην πράξη αυτό που γίνεται και αυτό που νιώθει ο κάθε εργαζόμενος, ο κάθε αριστερός, ο κάθε ταξικός αγωνιστής είναι ο διαχωρισμός και η ύψωση τείχους αδιαπέραστου με τον συνάδελφό του, με αυτόν που θα μπορούσε να είναι συναγωνιστής και σύντροφος σε ένα μαζικό ΜΕΤΩΠΟ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ όλου του εργαζόμενου λαού ενάντια στις πολιτικές της κυβέρνησης, του κεφαλαίου και των ιμπεριαλιστών.

Και ενώ αυτή η αντίληψη περί «αντικειμενικά διασπασμένου κινήματος» δεν βρίσκει έκφραση σε μία οργανωτική διάσπαση του εργατικού κινήματος αλλά οι θέσεις και τα οφίτσια σε ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, Εργατικά Κέντρα διατηρούνται ως έχουν, αναλαμβάνει το ΠΑΜΕ να δείξει την «αγωνιστική γραμμή» με ξεχωριστές απεργίες και συγκεντρώσεις, αποτελώντας έτσι τον «πυροκροτητή» των συνειδήσεων των εργαζομένων. Και εδώ, επειδή η ηγεσία του ΚΚΕ είναι εκτεθειμένη για τη ζημιά που κάνει σήμερα στην ανάπτυξη του εργατικού κινήματος και επειδή νιώθει την πίεση του κόσμου και αυτού που επηρεάζει ότι δεν βγαίνει τίποτα με «κομματικές παρελάσεις», προσπαθεί να δικαιολογηθεί, αλλά εκτίθεται ακόμα περισσότερο. Προσπαθώντας να εξηγήσει η Αλέκα Παπαρήγα τη δράση του ΠΑΜΕ δηλώνει: «Αν το ΠΑΜΕ, το οποίο δεν είναι, να το ξαναπούμε άλλη μια φορά, κομματικό παράρτημα, δεν θέλουμε παραρτήματα, ούτε θέλουμε να υποβιβάσουμε το κόμμα στο επίπεδο του κινήματος, άλλο το κόμμα, άλλο το κίνημα. Άλλο ότι δρούμε μέσα στο κίνημα. Τι θα γινόταν αν δεν προκήρυσσε την αυριανή απεργία;» (εννοεί της Παρασκευής 5/3). Να παραβλέψουμε ότι το ΠΑΜΕ «δεν είναι κομματικό παράρτημα» γιατί δεν αντέχει σε κριτική και αντιπαράθεση, να παραβλέψουμε το γεγονός ότι την Τετάρτη (3/3)  η γραμματεία του ΠΑΜΕ από τη μία έκανε πρόταση στη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ για απεργία στις 12 Μάρτη (!!!) και μετά αποφάσισε απεργία για τις 5 Μάρτη, αλλά δεν μπορούμε να παραβλέψουμε αυτό το «ούτε θέλουμε να υποβιβάσουμε το κόμμα στο επίπεδο του κινήματος». Η ηγεσία του ΚΚΕ  και μέσα από αυτή τη διατύπωση, για άλλη μία φορά, διατυπώνει ευθέως την άποψή της ότι το κομμουνιστικό κόμμα εξυπηρετείται από το κίνημα και δεν έχει καθήκον να υπηρετεί την ανάπτυξη του κινήματος. Η διαστρέβλωση της λενινιστικής άποψης για τη σχέση του κόμματος με τις μάζες και το κίνημα στην πρωτοπορία των αγώνων μετατρέπεται στο αντίθετό της.

Παρ’ όλα τα εμπόδια που βάζει η ηγεσία του ΚΚΕ -και δυστυχώς δεν είναι μόνο αυτή στην Αριστερά που βάζει εμπόδια- η σφοδρότητα της επίθεσης, ο μεσαίωνας που ανοίγεται και απειλεί όλους τους εργαζόμενους θα βάζει καθημερινά και επιτακτικά σε όλους την αναγκαιότητα της κοινής δράσης σαν βασική προϋπόθεση της ανάπτυξης νικηφόρου κινήματος. Όσες δυνάμεις αναφέρονται στην Αριστερά και την εργατική τάξη έχουν ιστορική ευθύνη να ανταποκριθούν σε αυτό το καθήκον. Η κριτική και η αντιπαράθεση, στο πλαίσιο του κινήματος και για τις ανάγκες του κινήματος, δεν μπορεί να βάλει ούτε προαπαιτούμενα ούτε να δημιουργήσει ζώνες διαχωρισμού. Οι ανάγκες του κινήματος, σήμερα, είναι σημαντικές και επείγουσες και δεν περισσεύει καμία πολιτική δύναμη που έχει αριστερή κατεύθυνση είτε να αποκλειστεί είτε να λείπει από τους αγώνες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: