Καινούργιο τάχα κάτι να μας φέρει
Τι κρύβει μεσ’ τα δόντια του το ξέρω
Καθώς μου δίνει γελαστός το χέρι.
Οι ρίζες του το σύστημα αγκαλιάζουν
Και χάνονται βαθιά στα περασμένα
Οι μάσκες του με τον καιρό αλλάζουν
Μα όχι και το μίσος του για μένα.
Το φασισμός βαθιά κατάλαβέ τον
Δεν θα πεθάνει μόνος, τσάκισέ τον!
Ο φασισμός δεν έρχεται από μέρος
Που λούζεται στον ήλιο και στ’ αγέρι!
Το κουρασμένο βήμα του το ξέρω
Και την περίσσεια νιότη μας την ξέρει.
Μα πάλι θε ν’ απλώσει σαν χολέρα
Πατώντας πάνω στην ανεμελιά σου
και δίπλα σου φτάσει κάποια μέρα
αν χάσεις τα ταξικά γυαλιά σου.
Πολλές απαντήσεις στα ερωτήματα του δημοκρατικού κόσμου στη χώρα μας για το σοκ που προκάλεσε η είσοδος των χρυσαυγιτών στη Βουλή με 440.000 ψήφους και ποσοστό 7% βρίσκονται μέσα στο ποίημα του Μπρεχτ για το φασισμό. Δεν αρκούν, βέβαια, οι στίχοι, όσο δυνατοί και αποκαλυπτικοί και αν είναι, να εξηγήσουν αυτά που συμβαίνουν στις μέρες μας. Μπορούν, όμως, να αποτελέσουν έναν οδηγό για να «ξεκλειδώσουμε» ζητήματα και να σπάσουμε τη σύγχυση, την αυταπάτη, το φόβο αλλά και αντιδραστικές αντιλήψεις που κυκλοφορούν για την… ποιότητα του λαού μας.
Η ακροδεξιά και ο φασισμός είναι η «καβάτζα» του καπιταλιστικού συστήματος απέναντι στους εργάτες και το λαό, απέναντι στο εργατικό, επαναστατικό και κομμουνιστικό κίνημα, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης όπου το αστικό πολιτικό προσωπικό με τις αντιλαϊκές πολιτικές που παίρνει απαξιώνεται με γοργούς ρυθμούς και αδυνατεί να κουμαντάρει το λαό.
Ο φασισμός είναι πολιτική έκφραση της αστικής τάξης και του ιμπεριαλισμού που θέλει να επιβάλει, είτε με τη «φάλαγγα», είτε με τα «τάγματα εφόδου», είτε με τα «λεβεντόπαιδα» την πλήρη υποταγή του εργαζόμενου λαού στους αντιλαϊκούς στόχους τους. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι «μύχιοι πόθοι» του ιμπεριαλιστικού κεφαλαίου, που, πολλές φορές, μας «γνωστοποιούνται» με διάφορους τρόπους, είναι κοινωνίες-στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας, με εργαζόμενους δούλους και επιβλέποντες τα φασιστοειδή ανθρωπάρια. Κοινωνίες στρατιωτικά στρατόπεδα εκπαίδευσης χιλιάδων και εκατομμυρίων νέων ανθρώπων, προετοιμάζοντάς τους να γίνουν κρέας για τα κανόνια των ιμπεριαλιστικών εξορμήσεων, στο όνομα της «πατρίδας» που, όταν πραγματικά κινδυνεύει, αυτοί βρίσκουν πάντα τρόπο να την… κάνουν (κατοχή, Κύπρος-μεταπολίτευση).
Η βάση πάνω στην οποία αναπτύσσεται είναι «λαϊκή» και πολλές φορές και «εργατική», συγκεντρώνοντας σε πρώτη φάση ένα στρατό «αποφασισμένων» από τα πιο λούμπεν στοιχεία μέσα από το λαό και στη συνέχεια, αξιοποιώντας την εξαθλίωσή του από τη μία πλευρά και την αδυναμία και τα σοβαρά λάθη των δυνάμεων που δρουν στο πλαίσιο του λαϊκού κινήματος, εμφανίζεται σαν ο άφθαρτος σωτήρας που μπορεί να αναστηλώσει την εθνική και λαϊκή «υπερηφάνεια». Οι φασιστικές ομάδες έχουν πλήρη κάλυψη από το αστικό κράτος και έχουν πλήρη άνεση διείσδυσης μέσα σε αυτό, ειδικά στα σώματα καταστολής, στο στρατό, στις ειδικές δυνάμεις, στις λέσχες των εφέδρων, διαμορφώνοντας ένα τεράστιο δίκτυο σε νευραλγικούς τομείς, κάτω από τις ευλογίες ή την ανοχή του αστικού πολιτικού προσωπικού και με την άμεση καθοδήγηση, ειδικά στη χώρα μας και σε κάθε εξαρτημένη χώρα, των μυστικών υπηρεσιών των ιμπεριαλιστικών χωρών.
Η νέα φάση εξόρμησης του φασισμού και της ακροδεξιάς ξεκινάει με τις καταρρεύσεις του ’89-91 σαν αποτέλεσμα της «νίκης» πάνω στον κομμουνισμό και την κλιμάκωση της επίθεσης των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων ενάντια στους λαούς, στην απελευθερωτική ιδεολογία τους, στις κατακτήσεις και τα δικαιώματά τους. Οταν οι νικητές της Δύσης αποφάσισαν ότι πρέπει να ξαναγραφεί η ιστορία, άνοιγαν ταυτόχρονα και με κάθε τρόπο το δρόμο στις πιο μαύρες δυνάμεις του συστήματος και τις έφερναν στο επίκεντρο πολλών χωρών της Ευρώπης και γενικότερα. Είτε με τις θεωρίες των δύο άκρων (φασισμός-κομμουνισμός) είτε με τη θεωρία του ενός μόνου άκρου (κομμουνισμός) και το βγάλσιμο στην παρανομία κομμουνιστικών κομμάτων και οργανώσεων, είναι σίγουρο ότι ο στόχος τους είναι να τρομοκρατήσουν το λαό και να μην ξανασκεφτεί να συναντηθεί με τις επαναστατικές ιδέες.
Οι φασίστες είναι διπρόσωποι, σε κάθε χώρα προσαρμόζονται στις ιδιαίτερες συνθήκες που αυτή βρίσκεται, στα χαρακτηριστικά τής κάθε αστικής τάξης και ανάλογα με το στόχο που κάθε φορά υπηρετούν.
Ετσι, σήμερα οι χρυσαυγίτες είναι αντιμνημονιακοί, αντι-ΕΕ, ενάντια στη διεφθαρμένη πολιτική τάξη αλλά και ενάντια στην πλουτοκρατία. Χωρίς αυτές τις κατευθύνσεις δεν θα μπορούσαν να βρουν κανένα λαϊκό έρεισμα με μόνο όπλο το ρατσισμό, τις επιθέσεις ενάντια στους μετανάστες, τον εθνικισμό και τα όνειρα για να «ξαναπάρουμε την Πόλη» αλλά και τη γενικότερη φασιστική… κουλτούρα.
Αξιοποίησαν με τον καλύτερο τρόπο την ανοχή που εξασφάλισαν στις πλατείες του περασμένου καλοκαιριού στο όνομα της άμεσης δημοκρατίας, εκμεταλλεύτηκαν και χώθηκαν, με τρόπο, μέσα σε όλες τις λαϊκές αντιδράσεις, από τα διόδια μέχρι τα χαράτσια, χωρίς να τους ενοχλήσει κανείς, έκαναν τις γνωστές παρεμβάσεις σε γειτονιές της Αθήνας, παριστάνοντας τον «προστάτη» του λαού από τους εγκληματίες, για να καθήσουν αυτοί στο σβέρκο του. Πάνω από όλα όμως το «εύφορο» έδαφος για να δυναμώσουν τα σαπρόφυτα του συστήματος το δημιούργησαν η αστική ολιγαρχία και οι ιμπεριαλιστές με την ανελέητη επίθεση στον εργαζόμενο λαό, διαμορφώνοντας συνεχώς «διεξόδους» σε όλο και πιο αντιδραστικές κατευθύνσεις εξαθλίωσης, εξάρτησης και καταστολής. Για να τσακίσουμε τους φασίστες μέσα στην κοινωνία πολιτικά, ιδεολογικά και πρακτικά πρέπει να «οργώσουμε» το έδαφος πάνω στο οποίο αναπτύσσονται αυτά τα παράσιτα για να πάρει φως και αέρα από τη ζωογόνο δύναμη του εργατικού-λαϊκού κινήματος.
Η ανάπτυξη του κινήματος για την ανατροπή της αντιλαϊκής επέλασης, η πάλη για να σπάσουμε τα δεσμά τής εξάρτησης από τους ιμπεριαλιστές πάτρωνες αποτελούν την κύρια πλευρά της απάντησης απέναντι στο φασισμό. Οσο αυτή η κατεύθυνση αδυνατίζει, όσο οι εργαζόμενοι παραμένουν στο περιθώριο της κοινωνικής πάλης, θεατές και ψηφοφόροι κυβερνητικών σχεδίων των νέων επίδοξων διαχειριστών του συστήματος, τόσο θα μεγαλώνει το «κενό» που θα το καλύπτει η «αποτελεσματική δράση» των μαύρων δυνάμεων του συστήματος. Αυτή η κύρια πλευρά της απάντησης, όμως, οφείλει να αντιμετωπίσει και αυτό καθαυτό το ζήτημα της όσο πιο πλατιάς αντιφασιστικής πάλης και την περιφρούρηση του κινήματος από τις επιθέσεις των φασιστών που συνεχώς κλιμακώνονται.
Σήμερα, μπροστά στο «φαινόμενο» της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης των φασιστών με πολλές ψήφους και μεγάλο ποσοστό, εμφανίζονται απόψεις που φιλοδοξούν να αποτελέσουν οδηγό για την αντιμετώπισή τους που όμως κινούνται είτε σε λαθεμένες ή ακόμα και σε αντιδραστικές κατευθύνσεις. Πρώτα από όλα να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν εκφραζόμαστε καθόλου από τη συζήτηση που ξαναφουντώνει να βγάλει το αστικό κράτος παράνομο το ναζιστικό κόμμα, όπως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και έτσι θα «ξεμπερδέψουμε» με δαύτους. Αυτή η άποψη μέσα στην ευκολία της και τον πανικό της δεν βλέπει (ή μήπως κάτι άλλο συμβαίνει;) ότι με αυτόν τον τρόπο ανοίγει την όρεξη στο αστικό σύστημα να επιτεθεί στα «άκρα» από τη μία, κάτι που πολλοί εκπρόσωποί του (Πάγκαλος, Μητσοτάκης και άλλοι) αλλά και οι ιμπεριαλιστές έχουν θέσει πολλές φορές και με διάφορες αφορμές. Είναι μεγάλη αυταπάτη να πιστεύει κάποιος ότι οι ευρωπαίοι και οι άλλοι ιμπεριαλιστές θα σταματήσουν να επωάζουν το αβγό του φιδιού και θα κλείσουν τις θερμοκοιτίδες όπου αυτό αναπτύσσεται. Απλώς θα τους αλλάξουν θέση και εμφάνιση για να αποκρύπτουν όταν θέλουν και για όσο θέλουν την αποκρουστική μορφή των «νεοσσών», ακόμα και αν κάποιοι ξεφεύγουν και ανεξέλεγκτα δημιουργούν λουτρό αίματος, όπως στη Νορβηγία. Δεν μπορούμε να παραχωρήσουμε τον αντιφασιστικό αγώνα στο αστικό κράτος και τους ιμπεριαλιστές σε καμία περίπτωση! Είναι υπόθεση του εργατικού-λαϊκού κινήματος να απονομιμοποιήσει το φασισμό, να τον συντρίψει στο πεδίο της ταξικής πάλης, εκεί όπου κρίνονται τα πάντα για τη ζωή και το μέλλον των εργαζόμενων ανθρώπων.
Από την άλλη, η αντιπαράθεση στο φασισμό δεν μπορεί να γίνει σε «στρατιωτικό» επίπεδο γιατί αυτή είναι και η δική του επιδίωξη καθώς σε αυτό το «γήπεδο» αισθάνεται πιο ισχυρός, με την κάλυψη και την ενίσχυση των δυνάμεων καταστολής, αλλά ταυτόχρονα ο χαρακτήρας της αντιπαράθεσης μετατρέπεται σε σύγκρουση αποφασισμένων, με το λαό θεατή στη γωνία, αφαιρώντας έτσι τα πολιτικά και ιδεολογικά χαρακτηριστικά με τα οποία θα μπορούσε να μπολιαστεί αυτή η σύγκρουση, που είναι τα κυρίαρχα εφόδια για τη νίκη του λαού εναντίον του φασισμού. Και επειδή στις 9 Μάη έκλεισαν 67 χρόνια από την ήττα του φασισμού στον Β’ ΠΠ, θεωρούμε αναγκαίο να πούμε ότι η στρατιωτική ήττα του φασισμού στο πεδίο της μάχης ήταν αποτέλεσμα της πολιτικής ήττας του φασισμού που «εξασφάλισαν» οι λαοί σε όλο τον κόσμο από τη Βαρκελώνη και τη Μαδρίτη ως το Λένινγκραντ και το Στάλινγκραντ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου