Δευτέρα 9 Απριλίου 2012

ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΚΚΕ-ΣΥΡΙΖΑ. Ποιο ερώτημα συζητούν;

Μια ευρύτερη «κινητικότητα» παρατηρείται το τελευταίο διάστημα μεταξύ των δυνάμεων της εν γένει Αριστεράς. Προτάσεις, απαντήσεις, ανταπαντήσεις, συναντήσεις, προβληματισμοί για «εναλλακτικά παραγωγικά πρότυπα» πάνε και έρχονται μεταξύ του φάσματος των δυνάμεων που περιλαμβάνει βασικά το ΚΚΕ, τον ΣΥΡΙΖΑ, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το ΜΑΑ. Είτε άτυπα είτε και «τυπικά» οι δυνάμεις αυτές συνδιαλέγονται. Για παράδειγμα, η πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ «προς ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ και άλλη Αριστερά» οδήγησε σε συνάντηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με τον ΣΥΡΙΖΑ και σε απάντηση από τις στήλες του «Ριζοσπάστη». Ανάλογα η (ακόμα μία) «επιστολή» του «Αριστερού Ρεύματος» του ΣΥΝ προς την υπόλοιπη ηγεσία του κόμματος απασχόλησε όχι μόνο τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ και του ΜΑΑ, αλλά και τους υπόλοιπους. Ομοια οι παρεμβάσεις του Παναγιώτη Σωτήρη (ΑΡΑΝ) σχετικά με «τη διατύπωση μιας εναλλακτικής πρότασης που να μπορέσει να ανασυγκροτήσει την αυτοπεποίθηση των λαϊκών μαζών ότι τα πράγματα μπορούν να πάνε αλλιώς», που έχουν ως βάση αναφοράς τους την απόρριψη του Μετώπου Αντίστασης και της επανάστασης, τροφοδοτούνται και ανατροφοδοτούν ανάλογες παρεμβάσεις στελεχών του ΝΑΡ και άλλων δυνάμεων.

Είναι προφανές ότι αυτή η κινητικότητα σε μεγάλο βαθμό προκύπτει από τις εκλογικές σκοπιμότητες και τους σχετικούς με τις εκλογές σχεδιασμούς τής κάθε δύναμης. Ταυτόχρονα όμως δεν είναι απαλλαγμένη από την αντικειμενική πίεση που ασκεί η άγρια επίθεση και τα τεράστια λαϊκά προβλήματα. Το εύλογο ερώτημα είναι αν και κατά πόσο αυτή η «κινητικότητα» είναι σχετική και ακόμα περισσότερο εποικοδομητική απέναντι στα πραγματικά προβλήματα της λαϊκής πάλης και του κινήματος. Οσες εκλογικές αυταπάτες και αν στηθούν, όσο και αν οι ηγεσίες αυτών των δυνάμεων -στο μέτρο που αντιστοιχεί στην καθεμία- επιχειρήσουν να φουντώσουν στο λαό τις «εκλογικές ελπίδες», όλοι γνωρίζουμε ότι την επόμενη μέρα όλα θα κριθούν στο πεδίο της ταξικής πάλης. Γι’ αυτό και εμείς θέτουμε ως βασικό κριτήριο προσέγγισης όλης αυτής της κινητικότητας το εύλογο ερώτημα που μόλις διατυπώσαμε. Και είναι αλήθεια πως, κρίνοντας από αυτή τη σκοπιά, από τη σκοπιά της ανάγκης να ενισχυθεί και να αναβαθμιστεί η λαϊκή πάλη, βρίσκουμε πως οι προτάσεις και όλος αυτός ο διάλογος δεν παρουσιάζει καμιά θετική μετατόπιση από όσα μέχρι τώρα υποστήριζαν και έκφραζαν οι δυνάμεις αυτές. Αντίθετα, διαπιστώνουμε πως ενισχύονται οι τάσεις «φυγής» από τις απαιτήσεις της πάλης. Μια φυγή που παρουσιάζεται με ποικιλία εκδοχών: Εδώ και τώρα «αριστερή κυβέρνηση» και αλλαγή συσχετισμών στην ΕΕ, λέει π.χ. ο ΣΥΡΙΖΑ. Εδώ και τώρα υλοποίηση του «μεταβατικού προγράμματος» με «αντιφατικές κυβερνήσεις» ενάντια στη λογική του «μονόπρακτου» της κατάληψης της εξουσίας, λένε τα στελέχη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και συγκροτούν το «αριστερό» «λεφτά υπάρχουν» για να πείσουν το λαό πως ο δικός τους δρόμος οδηγεί «εξ αρχής σε μια σχετική ευημερία». Εδώ και τώρα… μάταιοι -και συχνά «επικίνδυνοι»- οι αγώνες, λέει η ηγεσία του ΚΚΕ! Το μόνο που μπορεί να δώσει σήμερα η οργή και η δύναμη του λαού είναι η πολιτική, δηλαδή η εκλογική, ενίσχυση του ΚΚΕ… Αφού ενισχυθεί αρκετά, θα μας πει –η ηγεσία του ΚΚΕ- πότε και πώς θα κάνουμε την «κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων»…
Εχουμε ταυτόχρονα τη γνώμη ότι αυτή η ποικιλία φυγών και η τυπική ασυμβατότητά τους δεν αποκλείει τις πιο «απροσδόκητες» συναντήσεις. Εξ άλλου, αν κανείς δει λίγο πίσω από τις διαφορετικές φόρμουλες, θα μπορούσε και να συμπεράνει πως η κινητικότητα δεν έφερε ως τώρα αποτέλεσμα όχι μόνο εξ αιτίας των υπαρκτών διαφορών αυτών των δυνάμεων. Αλλά και λόγω μιας ορισμένης κοινής βάσης που έχουν όλες οι προτάσεις, αρνήσεις, προβληματισμοί που αναπτύσσουν οι δυνάμεις αυτές. Ας δούμε όμως το ζήτημα πιο συγκεκριμένα μέσα από τα πρόσφατα παραδείγματα.
Πρόταση κοινής δράσης ή «μεταβατικού» κυβερνητικού προγράμματος;
Γράφει το «ΠΡΙΝ» (18-3-12) με τίτλο «Κοινή δράση στο μαζικό κίνημα», παρουσιάζοντας την επιστολή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ προς ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ: «Με βασικό περιεχόμενο-πλαίσιο της κοινής δράσης τα παρακάτω αιτήματα: α) Κατάργηση όλων των μνημονίων και των νόμων που τους συνοδεύουν. β) Αμεση παύση πληρωμών προς τους πιστωτές, μη αναγνώριση και μονομερή διαγραφή του χρέους. γ) Εξοδο από ευρώ, ΟΝΕ και Ευρωπαϊκή Ενωση. δ) Εθνικοποίηση-κρατικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας και όλων των μεγάλων επιχειρήσεων που κλείνουν, χωρίς αποζημίωση, με εργατικό, λαϊκό και κοινωνικό έλεγχο. ε) Εργατικές και λαϊκές κατακτήσεις σε βάρος των κερδών του κεφαλαίου και υπέρ του εργατικού-λαϊκού εισοδήματος, με αυξήσεις στους μισθούς, ριζική μείωση του χρόνου εργασίας, σταθερές συλλογικές συμβάσεις, προστασία των ανέργων, ριζική μείωση της φορολογίας των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, ριζική αύξηση της φορολογίας του κεφαλαίου.» Ταυτόχρονα διευκρινίζει η επιστολή πως «δεν υπάρχει δυνατότητα συγκρότησης προγραμματικού ή εκλογικού πολιτικού μετώπου».
Κατ’ αρχάς λοιπόν αναρωτιόμαστε: Γιατί μια πρόταση που καλεί σε συμφωνία σε τόσο «μεγάλα πράγματα», όπως είναι η έξοδος από ΕΕ-ευρώ, η διαγραφή του χρέους, η εθνικοποίηση-κρατικοποίηση του μεγαλύτερου μέρους της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στη χώρα κ.ο.κ., αρνείται η ίδια τη δυνατότητα ακόμα και εκλογικού μετώπου; Δηλαδή, αν οι αποδέκτες της πρότασης –ή κάποιοι από αυτούς- συμφωνήσουν σε αυτό το περιεχόμενο, γιατί αυτό δεν είναι επαρκές για ένα εκλογικό-πολιτικό μέτωπο; Τόσο ευρύτερο ζήτημα είναι οι εκλογές ώστε να μην είναι αρκετή μια συμφωνία τέτοιας έκτασης και βάθους για ένα κοινό εκλογικό κατέβασμα και μάλιστα όταν ο λαός αντιμετωπίζει «το βάρος της ιστορικού χαραχτήρα γενικευμένης και σαρωτικής επέλασης του κεφαλαίου σε όλα τα μέτωπα» («ΠΡΙΝ» 11-3-12, αναφορικά με την ίδια πρόταση); Η αντίφαση είναι κραυγαλέα και προκαλεί πλήθος ερωτημάτων! Την εννοεί την πρότασή της η ΑΝΤΑΡΣΥΑ; Θεωρεί ότι υπήρχαν-υπάρχουν πιθανότητες οι ηγεσίες των ΚΚΕ-ΣΥΡΙΖΑ να την υιοθετήσουν; Τόσο το ρεπορτάζ του «ΠΡΙΝ» 18-3 για τη συνάντηση με τον ΣΥΡΙΖΑ όσο και η απάντηση της ΚΣΕ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο ΚΚΕ (1-4-12, μετά την άρνηση του ΚΚΕ) διαπιστώνουν «συντροφικό κλίμα» και «δυνατότητες βαθύτερης και πιο μόνιμης κοινής δράσης» το πρώτο, ενώ η δεύτερη «εκτιμά σαν θετικό το γεγονός ότι για πρώτη φορά η ηγεσία του ΚΚΕ τοποθετείται με σοβαρότητα σε μια γενικότερη πολιτική πρωτοβουλία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στα τρία χρόνια της ύπαρξής της». Αυτός λοιπόν ήταν ο στόχος; Να «κατοχυρώσουν» οι ηγεσίες των ΚΚΕ-ΣΥΡΙΖΑ την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ως δύναμη που υπάρχει και συνδιαλέγεται στα «μεγάλα αριστερά σαλόνια»;
Δεύτερο και πιο σημαντικό: Ανεξάρτητα από τους όποιους μικροκομματικούς υπολογισμούς που γίνονται στο όνομα του κινήματος και βαρύγδουπων στόχων, ποιος είναι ο πραγματικός πολιτικός χαραχτήρας αυτής της πρότασης; Είναι πρόταση κοινής δράσης για το μαζικό κίνημα, είναι δηλαδή πρόταση που θέτει στόχους πάλης στο λαό και στους εργάτες ή πρόταση «μεταβατικού» κυβερνητικού προγράμματος; Συγκροτεί εστίες αντίστασης και πάλης σε εργοστάσια, επιχειρήσεις, γειτονιές η «διαγραφή του χρέους», η «εθνικοποίηση τραπεζών και επιχειρήσεων» και όλα τα συναφή; Αφορούν αυτά τα «αιτήματα» τα προβλήματα και τους όρους πάλης ενός σωματείου, συλλόγου εργαζομένων, φτωχομεσαίων αγροτών, νεολαίας; Και τελικά όλο αυτό το «πακέτο» –που είναι «αδιαπραγμάτευτο»- τι χρήση μπορεί να έχει και πού απευθύνεται; Επιδιώκει μια ζύμωση στο λαό με την οποία θέλει να αναδείξει τη δυνατότητα να σπάσουν οι δεσμοί εξάρτησης της χώρας με την ΕΕ, αλλά όχι με ΝΑΤΟ, ΗΠΑ και όλα όσα (βάσεις, πυρηνικά…) αυτή επιβάλλει; Στη βάση ποιας ανάλυσης προκύπτει ότι για τα κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά, εθνικά ζητήματα της χώρας και του λαού θα ανοίξει -έστω- ο δρόμος της επίλυσής τους χωρίς να θιχτεί καν η αμερικανονατοϊκή επικυριαρχία στη χώρα; Και βέβαια, αν είναι για ζύμωση, τότε από την πρόταση λείπουν οι στόχοι πάλης! Λείπουν οι στόχοι πάλης που να αφορούν το κίνημα σήμερα και η «ζύμωση» που επιδιώκει είναι προβληματική και υπάγεται στην κυρίαρχη αστική προπαγάνδα ότι «το πρόβλημα της χώρας είναι το χρέος». Οπότε η πρόταση αφορά το λαό μόνο από την άποψη ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ τού «γνωστοποιεί» ποια λύση έχει η ίδια αποφασίσει για το πρόβλημα όπως το ίδιο το σύστημα το ορίζει και το εκφωνεί. Και γι’ αυτό η απεύθυνση της πρότασης προς το λαό αφορά μόνο τη συγκατάβασή του για τη λύση που προτείνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ενώ η υλοποίησή της αναζητεί αποδέκτες που θα μπορούσαν να συγκροτήσουν μια κυβέρνηση και ένα κράτος που θα την εφαρμόσει. Για παράδειγμα, μιλώντας για κρατικοποιήσεις, σε ποιο κράτος θα υπαχθεί όλος αυτός ο πλούτος που θα απαλλοτριωθεί από το κεφάλαιο;
Ποιοι λοιπόν μπορεί να είναι αυτοί οι αποδέκτες στο σημερινό δεδομένο ταξικό-πολιτικό τοπίο της χώρας; Θα ήθελαν και θα μπορούσαν δυνάμεις τύπου Κατσέλη, Κουβέλη κ.λπ. μαζί με την «αριστερή πίεση» του «Αριστερού Ρεύματος» του ΣΥΝ να ξεκινήσουν κάποιες εθνικοποιήσεις, «ριζική αύξηση της φορολογίας του κεφαλαίου» και τα άλλα παρόμοια και μάλιστα στη βάση της εξόδου από ευρώ-ΕΕ; Η –ρητορική- αυτή ερώτηση αποτελεί και την απάντηση στο αν εννοεί την πρότασή της η ΑΝΤΑΡΣΥΑ! Και ταυτόχρονα την ερμηνεία στις συμφωνίες-αρνήσεις (ή στις αρνήσεις-συμφωνίες) που έκφρασαν με τις απαντήσεις τους ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ.
Συναγωνισμός κατασκευών
Ακριβώς επειδή η πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν είναι πρόταση κοινής δράσης στο κίνημα, αλλά μια κατασκευή που εύχεται την ανασύσταση της σοσιαλδημοκρατίας εντός της κρίσης, της άγριας επίθεσης και της πορείας υποδούλωσης της χώρας, έδωσε μια καλή «πάσα» σε ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ. Οι δυνάμεις αυτές έσπευσαν, η καθεμία με τον τρόπο της, να απαντήσουν για να προβάλουν τις δικές τους «καλύτερες κατασκευές» και στη βάση βέβαια του συσχετισμού δύναμης που διαθέτουν.
Από τη μια λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ που όπως και να είναι μπορεί πιο «βάσιμα» από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ να.. υπόσχεται ότι θα αναλάβει το έργο συγκρότησης «αριστερής κυβέρνησης», έχει βέβαια τη δικιά του «κατασκευή» για το μοντέλο που θα κληθεί να υλοποιήσει αυτή η «αριστερή κυβέρνηση», που έχει σημαντικές διαφορές από την αντίστοιχη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Ομως της κάνει τη «χάρη» να τη θεωρεί συναγωνιστικό τμήμα του πολιτικού του σχεδίου.
Από την άλλη το ΚΚΕ έχει τη δική του «πολύ πιο ολοκληρωμένη» κατασκευή. Δεν απορρίπτει λοιπόν την κατασκευή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ως λαθεμένη, αλλά ως «ανεπαρκή». Γράφει ανάμεσα στα άλλα ο «Ριζοσπάστης» (24/3), απαντώντας στην πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ: «Με την πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, δύο σημαντικά στρατηγικού χαρακτήρα προβλήματα για την ανάπτυξη του κινήματος προκύπτουν. Το πρώτο είναι η δημιουργία σύγχυσης στην εργατική τάξη από το κάλεσμα συσπείρωσης σε ένα πλαίσιο πάλης κοινό, υποτίθεται, ενώ την ίδια ώρα κάθε πολιτική δύναμη θα ζυμώνει τη δική της στρατηγική. Αλλά αυτή δεν είναι ενότητα. Το πλαίσιο πάλης στο κίνημα απορρέει από τη στρατηγική κάθε δύναμης και είναι οργανικά δεμένο μ' αυτήν. Το δεύτερο που προκύπτει από το πρώτο είναι ότι αυτή ακριβώς η τακτική εμποδίζει την πολιτική ωρίμανση των συνειδήσεων των εργαζομένων, τη συγκέντρωση δυνάμεων για την εργατική εξουσία, την προετοιμασία τους για πάλη ανατροπής της εξουσίας του κεφαλαίου…». Δηλαδή το ΚΚΕ και θεωρεί «πλαίσιο πάλης» την πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και δεν διαφωνεί με αυτό. Δεν θα μπορούσε εξ άλλου, αφού ακριβώς τα ίδια (διαγραφή του χρέους, έξοδο από ευρώ-ΕΕ κ.λπ.) αποτελούν και τη δική του πλατφόρμα. Για αυτό και πουθενά σε ολόκληρο το άρθρο του «Ριζοσπάστη» δεν υπάρχει η παραμικρή αρνητική αναφορά σε όσα συναποτελούν το περιεχόμενο της πρότασης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Αλλά και όταν επιχειρεί κριτική της πολιτικής αντίληψης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ λέγοντας ανάμεσα στα άλλα «Καλεί κόμματα να συμμαχήσουν για την ανατροπή της πολιτικής του κεφαλαίου και της κυβέρνησης. Τι θα έλθει μετά την ανατροπή της κυβέρνησης και της αντιδραστικής επίθεσης του κεφαλαίου; Αλλη κυβέρνηση; Ποια; Και με ποιο πρόγραμμα;» αντιφάσκει με τη γραμμή του ΚΚΕ! Δηλαδή με τη γραμμή «Κάτω η κυβέρνηση του μαύρου μετώπου - Εκλογές τώρα» που εδώ και μήνες προβάλλει το ΚΚΕ. Τελικά απορρίπτει την πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ γιατί θέλει να ζυμώνει «τη δική του στρατηγική», που είναι η «εργατική εξουσία» ή, όπως λέει παρακάτω στο άρθρο, «Η πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ακυρώνει στην πράξη τη στρατηγική του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό».
Για τη «στρατηγική για το σοσιαλισμό» η ηγεσία του ΚΚΕ φαίνεται να πιστεύει πως αρκεί απλώς να το δηλώσεις και τότε ισχύει πως έχεις στρατηγική για το σοσιαλισμό! Και ο αρθρογράφος του «Ριζοσπάστη» ούτε καν αναρωτιέται πώς γίνεται να μη διαφωνεί με το «πλαίσιο πάλης» της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που, όπως ο ίδιος λέει, «απορρέει από τη στρατηγική κάθε δύναμης και είναι οργανικά δεμένο μ' αυτήν» αλλά ταυτόχρονα να θεωρεί πως η πρότασή της «ακυρώνει τη στρατηγική του ΚΚΕ».
Δεν είμαστε εμείς βέβαια που θα υποδείξουμε την αποδοχή ή την απόρριψη της πρότασης στο ΚΚΕ. Επισημαίνουμε όμως τις αντιφάσεις των βαρύγδουπων σκεπτικών, αυτό που ονομάσαμε συμφωνία-άρνηση, και επιπλέον θέτουμε ξανά το ερώτημα: Πόσο παραπάνω μπορούσε να συμφωνήσει το ΚΚΕ με αυτή την πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ; Ή, αλλιώς, τι ζήτησε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ από την ηγεσία του ΚΚΕ με την πρότασή της αυτή;
Στο κίνημα όλα τα ζητήματα!
Τίποτα δεν έχει αλλάξει και τίποτα δεν είναι όπως παλιά! Δεν έχει αλλάξει και δεν έχει ανατραπεί η βαριά και αρνητική παράδοση δεκαετιών που διαμορφώθηκε από την ήττα του κομμουνιστικού κινήματος και από την Αριστερά της ήττας και της υποταγής. Αυτές οι δυνάμεις κυριαρχούν σήμερα στο αριστερό τμήμα του πολιτικού σκηνικού, αποτελώντας το αριστερό «συνεχές» του πολιτικού φάσματος όπως κάποιοι παλιότερα το ονόμαζαν. Η συζήτηση που διεξάγεται ανάμεσά τους κατά κύριο λόγο διαχειρίζεται τις αντιφάσεις τους και τα αδιέξοδά τους. Κάνουν και ξανακάνουν «προσαρμογές» στις κατασκευές τους για όλα τα μεγάλα πολιτικά, ιδεολογικά, ιστορικά, θεωρητικά ζητήματα του κινήματος, ερήμην των μαζών και των αναγκαιοτήτων της ταξικής πάλης. Αλλάζουν και ξαναλλάζουν επιλογές, όρους, τακτικές, για να παραμείνουν στη γραμμή της άρνησης της αναγκαιότητας του αντιιμπεριαλιστικού-αντικαπιταλιστικού κινήματος και του πρωταγωνιστικού ρόλου των μαζών για τη συγκρότησή του. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ΚΟΙΝΗ ΔΡΑΣΗ, που αφού για χρόνια λοιδορήθηκε ως «τίμια πλην πτωχή» απέναντι στα μεγαλεπήβολα σχέδια των «πόλων», των «αντεπιθέσεων», των «άλλων κόσμων που είναι εφικτοί», τώρα που όλα αυτά κατέρρευσαν σαν χάρτινοι πύργοι -και κανείς δεν αισθάνεται την ανάγκη να εξηγήσει γιατί- τη θεωρούν όλοι ως αναγκαίο επίγραμμα στα σχέδιά τους! Και πάλι όμως τη χρησιμοποιούν για να τη διαστρεβλώσουν, εμφανίζοντας ως «κοινή δράση» τις αναζητήσεις συμφωνιών στα σχέδια αναχώρησης από τις απαιτήσεις της ταξικής πάλης.
Τίποτε όμως δεν είναι όπως παλιά, γιατί η βαρβαρότητα που αντιμετωπίζουμε από τη μια αποκαλύπτει χωρίς φκιασίδια τον ιμπεριαλισμό-καπιταλισμό, την υποτέλεια, τα κόμματα του συστήματος και τις δυνάμεις που επιδιώκουν να εμφανιστούν ως ενδιάμεσες και από την άλλη βγάζει τη νεολαία, τους εργάτες και το λαό στους δρόμους! Σε αυτό το τοπίο πρέπει να παλευτεί και να νικήσει μέσα στον κόσμο της Αριστεράς και σε όλο τον αγωνιζόμενο κόσμο η κατεύθυνση όλα τα ζητήματα θα κριθούν στην πάλη και στο κίνημα! Με αυτή την κατεύθυνση πρέπει να παλέψει ο κόσμος ενάντια στο σύστημα και όσα αυτό προωθεί και επιδιώκει. Αλλά και με αυτήν πρέπει να σταθεί απέναντι στις ηγεσίες του ρεφορμισμού και της υποταγής για να διεκδικήσει, να χαράξει και να οικοδομήσει την επαναστατική προοπτική του.
Από την ιστοσελίδα του ΚΚΕ(μ-λ), δημοσιεύτηκε στην Προλεταριακή Σημαία

Δεν υπάρχουν σχόλια: