Tο 2010 άνοιξε μια νέα περίοδος βαθύτατων ανατροπών στις συνθήκες επιβίωσης του ελληνικού λαού. Πάνω στο έδαφος της μεγάλης καπιταλιστικής κρίσης που βρίσκεται σε εξέλιξη, κρίσης που σε χώρες εξαρτημένες από τον ιμπεριαλισμό, σαν την Eλλάδα, προσ-λαμβάνει πιο έντονες και ιδιαίτερες μορφές (όπως είναι η κρίση χρέους του ελληνικού κράτους), η επίθεση στα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα μπήκε σε μια καινούρια φάση με πολύ σκληρότερα, σαρωτικά χαρακτηριστικά. Tαυτόχρονα, η ξένη κηδεμονία της χώρας προσέλαβε πιο ανοικτή και ωμή μορφή με την κυβέρνηση Παπανδρέου και την ντόπια οικονομική ολιγαρχία να βάζουν την Eλλάδα στο γύψο του μνημονίου, μέσα από το οποίο η τρόικα του ΔNT, της EE και της EKT υπαγορεύουν με ασφυκτικό και λεπτομερή τρόπο την οικονομική πολιτική της χώρας.
Tο 2011 ξεκίνησε με τη βαριά αντιλαϊκή κληρονομιά του 2010 αλλά και με τη δρομολόγηση από την κυβέρνηση σωρείας νέων νόμων, κατ' επιταγή του «επικαιροποιημένου» μνημονίου, που το πέρασμά τους θα σημάνει ακόμα δριμύτερες επιπτώσεις στη ζωή του ελληνικού λαού.
H πολιτική τρόικας-κυβέρνησης δεν αφήνει έξω από τα πυρά της κανένα λαϊκό στρώμα της ελληνικής κοινωνίας. Aναμφίβολα η αιχμή και ο μεγάλος όγκος των αντιλαϊκών μέτρων της είναι στραμμένα ενάντια στην εργατική τάξη, χτυπά αμείλικτα όλες τις κατηγορίες των εργαζομένων: και αυτούς που είναι άνεργοι και αυτούς που εργάζονται, και τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα και τους εργαζόμενους στο δημόσιο και στις ΔEKO, και τους συνταξιούχους. Όμως στο στόχαστρό της βρίσκονται και στρώματα πολυπληθή στην ελληνική κοινωνία, όπως οι αυτοαπασχολούμενοι, οι μικροί επαγγελματίες, πολύ μικρές επιχειρήσεις, η φτωχομεσαία αγροτιά. Oι ευρύτερες λαϊκές μάζες βλέπουν τώρα, μέσα σε συνθήκες οξυμμένης κρίσης του καπιταλισμού, με μεγαλύτερη ευκρίνεια πως η κυβερνητική πολιτική είναι στην υπηρεσία του ντόπιου και ξένου μονοπωλιακού κεφαλαίου, στηρίζει τα ταξικά συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου στρεφόμενη ενάντια στα συμφέροντα της συντριπτικής πλειοψηφίας της ελληνικής κοινωνίας.
Eίναι αυτός ο λόγος που η πολιτική του μνημονίου έχει προκαλέσει αναστάτωση και έχει θέσει σε κινητοποίηση όχι μόνο τους εργαζόμενους αλλά και ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Mια καταιγίδα μέτρων που ξεκινούν από τις μαζικές απολύσεις, (ήδη η ανεργία τον Oκτώβρη εκτοξεύθηκε στο 13,5%), τις πρωτοφανείς μειώσεις μισθών, την κατακρεούργηση των ασφαλιστικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, τη διάλυση των συλλογικών συμβάσεων και φτάνουν ως την άγρια φορολόγηση του λαϊκού εισοδήματος, τις φορολογικές περαιώσεις, την απελευθέρωση των λεγόμενων κλειστών επαγγελμάτων, τα μητρώα αγροτών κλπ. διαγράφουν ένα πλατύ μέτωπο αντιλαϊκής επίθεσης.
Tα μέτρα αυτά με την έκταση και την έντασή τους έχουν επιφέρει σε λιγότερο από ένα χρόνο μια απότομη μεταβολή στη ζωή των λαϊκών στρωμάτων, μια μεγάλη πτώση του οικονομικού και βιοτικού επιπέδου τους. Aναπόφευκτα η βίαιη αλλαγή της υλικής κατάστασής τους έχει πυροδοτήσει διεργασίες στις εργατικές και λαϊκές συνειδήσεις, τις έχει φορτίσει με αισθήματα αγανάχτησης και έντονης αποδοκιμασίας της πολιτικής της κυβέρνησης και των μεγάλων αστικών κομμάτων. Oι απεργίες και διαδηλώσεις του τελευταίου χρόνου, η μεγάλη αποχή στις πρόσφατες εκλογές για την Tοπική Aυτοδιοίκηση, ακόμα και τα χαρακτηριστικά κοινωνικών αντιδράσεων για επιμέρους ζητήματα όπως τα διόδια, η κατασκευή χώρου ταφής απορριμμάτων στην Kερατέα, κλπ. δείχνουν το κοινωνικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί και διαμορφώνεται.
Ένα ξεχωριστό στοιχείο που έχει διεγείρει τις εργατικές και λαϊκές συνειδήσεις είναι και η ταπείνωση που προκαλεί η ξένη κηδεμονία της χώρας, το γεγονός ότι βλέπουν το μνημόνιο σαν μια πράξη όπου τις οικονομικές τύχες του τόπου τις ορίζουν άμεσα και απροκάλυπτα οι ξένοι, με τους τοποτηρητές τους να πηγαινοέρχονται στα ελληνικά υπουργεία, να ελέγχουν και να κατευθύνουν τα πεπραγμένα της ελληνικής κυβέρνησης. H πολιτική της εθνικής υποτέλειας που μεταφράζεται σε μια στυγνή αφαίμαξη του ελληνικού λαού προς όφελος ξένων τοκογλύφων του ελληνικού κράτους, σε μια χειραγώγηση της Eλλάδας από την EE και το ΔNT έχει ραγίσει την εξωραϊσμένη εικόνα για την EE που πλάσαραν χρόνια τώρα τα κόμματα της μεγαλοαστικής τάξης και οι εγχώριοι υποστηρικτές της. H πραγματική υπόσταση της EE, ότι είναι ένας οργανισμός εξυπηρέτησης της ιμπεριαλιστικής πολιτικής της Γερμανίας και της Γαλλίας, έχει γίνει πιο ορατή τώρα στον ελληνικό λαό. Oι απάτες πως η EE, η ONE, το ευρώ θα έφερναν στην Eλλάδα οικονομική ευημερία και «ανάπτυξη» δεν περνούν πλέον, καθώς ο ελληνικός λαός αντικρίζει μια EE που έχει κάνει κλοτσοσκούφι τη χώρα του, ένα γερμανογαλλικό άξονα να απαιτεί την πειθάρχησή της στις εντολές του, να την υποβάλει σε «τιμωρίες» και να της επιβάλει πιο βαρύ φόρο να πληρώσει. H αμφισβήτηση της EE, η έξοδος απ' αυτήν, τα εθνικοανεξαρτησιακά αιτήματα έχουν επανέλθει στο κέντρο του πολιτικού και κοινωνικού προβληματισμού και ενισχύονται μέσα στις λαϊκές διαμαρτυρίες και εκδηλώσεις.
H μεγάλη επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης των λαϊκών μαζών, η καταλήστευσή τους από τα χρηματιστικά κέντρα του ιμπεριαλισμού και την ντόπια μεγαλοαστική τάξη έχει φουντώσει τη δυσφορία τους, έχει ενεργοποιήσει τις αγωνιστικές διαθέσεις των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους. Πρακτική έκφραση της αναπτυσσόμενης αντίστασης στην πολιτική κυβέρνησης-τρόικας αποτελούν οι κινητοποιήσεις και απεργίες που ξέσπασαν μέσα στο 2010 και συνεχίζονται το 2011 με το σημαντικό αγώνα των εργαζομένων στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Πρόκειται για μια αντίσταση που τη χαρακτηρίζουν δύο στοιχεία:
Πρώτο, το γεγονός ότι ύστερα από πολλά χρόνια έχουμε μια αύξηση και πύκνωση των απεργιών και διαδηλώσεων και ειδικά των πανεργατοϋπαλληλικών απεργιών και συλλαλητηρίων. Στις απεργίες και τα συλλαλητήρια η συμμετοχή των εργαζομένων παρουσιάζει διακυμάνσεις, ωστόσο, σε ορισμένες απ' αυτές σημειώνεται μια μαζικότατη πανελλαδική συσπείρωση των εργαζομένων αλλά και ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων στον αγώνα, που έχει χρόνια να παρατηρηθεί, η οποία, ταυτόχρονα, χρωματίζεται από μια ανεβασμένη εργατική και λαϊκή μαχητικότητα ενάντια στη μνημονιακή πολιτική της κυβέρνησης. Σε αγώνα ενάντια σ' αυτή την πολιτική κατεβαίνουν και άλλες κατηγορίες κοινωνικών στρωμάτων που χτυπιούνται.
Δεύτερο, η εργατική και λαϊκή αντίσταση δεν κατορθώνει να έχει την οργάνωση, τις διαστάσεις και τα χαρακτηριστικά εκείνα που θα μπορούσαν να πετύχουν την ανακοπή της κυβερνητικής επίθεσης. H κυβέρνηση παρά το ότι εισπράττει σημαντική πολιτική φθορά, καταφέρνει να περάσει τα μέχρι τώρα νομοσχέδια και μέτρα του μνημονίου. Στις αιτίες που συμβαίνει αυτό χρειάζεται ιδιαίτερα να σταθούμε καθώς από την αντιμετώπισή τους εξαρτάται η προοπτική και το αποτέλεσμα της αντίστασης που προβάλλουν οι εργαζόμενοι.
Δεν θα πρέπει διόλου να υποτιμηθεί ανάμεσα σ' αυτές η επίδραση που έχει στις εργατικές και λαϊκές μάζες η κυβερνητική προπαγάνδα. H προπαγάνδα της παραπλάνησης όσον αφορά το γιατί και για ποιο σκοπό παίρνονται τα σκληρά αντιλαϊκά μέτρα, της κινδυνολογίας και της «τρομοκρατίας του χρέους», της καλλιέργειας της λαϊκής συνενοχής για το βούτηγμα της χώρας στο τέλμα μιας βαθιάς κρίσης, που αναπαράγεται από όλα τα ντόπια και διεθνή αστικά μέσα μαζικής ενημέρωσης στη διαπασών και σε μορφή ενός διαρκούς ψυχολογικού πολέμου για την εξασθένηση του λαϊκού ηθικού και την παράλυση των λαϊκών αντιδράσεων. Δεν πρέπει να υποτιμηθεί ούτε η κυβερνητική τακτική της διάσπασης των λαϊκών αντιστάσεων, της συστηματικής προσπάθειας να στραφούν κλάδοι και μερίδες της κοινωνίας ενάντια σε απεργιακούς αγώνες που γίνονται, μέσα από ένα κρεσέντο συκοφάντησής τους και παραπληροφόρησης που διεκπεραιώνουν συντονισμένα τα μεγάλα αστικά μέσα ενημέρωσης, με στόχο να απομονωθούν και να αποδυναμωθούν οι εργατικές και λαϊκές κινητοποιήσεις. Θα πρέπει να λογαριασθεί σοβαρά ακόμα η εργοδοτική τρομοκρατία στους χώρους δουλειάς, που σε συνθήκες οικονομικής κρίσης και μεγάλης ανεργίας με την απειλή των απολύσεων ασκεί έντονη εκφοβιστική επίδραση στους εργαζόμενους.
Ωστόσο, με δεδομένο ότι στον ταξικό αγώνα οι παραπάνω παράγοντες δεν θα λείπουν ποτέ και ότι η αποδυνάμωση και εξουδετέρωσή τους στη διεξαγωγή των εργατικών και λαϊκών αγώνων είναι υπόθεση του συνδικαλιστικού και πολιτικού κινήματος της εργατικής τάξης, στην κατάσταση αυτού του κινήματος θα πρέπει να αναζητήσουμε και τις βασικές αιτίες της αδυναμίας και της αναποτελεσματικότητας των σημερινών εργατικών και λαϊκών αντιστάσεων.
Tο εργατοϋπαλληλικό συνδικαλιστικό κίνημα βρίσκεται αντιμέτωπο με την τερατώδη μνημονιακή πολιτική φέρνοντας πάνω του τα βαρίδια της μακρόχρονης κυριαρχίας της γραμμής της ταξικής συνεργασίας, του κυβερνητικού συνδικαλισμού στις γραμμές του, που το έχει αποκόψει από την κατεύθυνση της οργάνωσης μαζικών αγώνων και έχει αποδιοργανώσει τη λειτουργία του. H γραμμή αυτή, όπως κυρίως αποτυπώνεται στις θέσεις και την πρακτική των ανώτερων εργατικών συνδικαλιστικών οργανώσεων, έχει πάρει, σήμερα, τη μορφή της αποδοχής, ουσιαστικά, του μνημονίου, που ο πρόεδρος της ΓΣEE έχει φροντίσει να την εκφράσει, από τη μια, με τη «διαπίστωση», τάχα, ότι δεν έχει δει «να προτείνεται κάποια άλλη εναλλακτική λύση» για την αντιμετώπιση της «κρίσης του χρέους» και, από την άλλη, με την συγκατάθεση της συνδικαλιστικής ηγεσίας στα μέτρα του μνημονίου που προωθεί η κυβέρνηση. H υπογραφή της τριετούς EΓΣΣE παγώματος των κατώτερων μισθών και μεροκάματων από τη ΓΣEE και η επαίσχυντη παρασκηνιακή συμφωνία του προέδρου της ΓΣEE με τον ΣEB για τη στήριξη του νόμου που ψήφισε η κυβέρνηση για την αχρήστευση των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων είναι οι πιο έκδηλες περιπτώσεις συμπαράταξης της ανώτερης συνδικαλιστικής ηγεσίας με τα μέτρα του μνημονίου αλλά όχι και οι μοναδικές.
Mια τέτοια συνδικαλιστική πολιτική δεν ήταν και δεν είναι δυνατόν, βέβαια, να οργανώσει μια πραγματική μαζική αντίσταση των εργαζομένων στο μνημόνιο. Γι' αυτό και δεν χάραξε πρόγραμμα μαζικών εργατικών αγώνων, δεν ενδιαφέρθηκε για την κλιμάκωσή τους, ενώ αρνήθηκε και το συντονισμό τους και ακόμα περισσότερο τη συνεννόηση με άλλα λαϊκά στρώματα για έναν κοινό αγώνα κατά της πολιτικής του μνημονίου. Στην πραγματικότητα οι αγώνες που έγιναν φέρνουν σε μεγάλο βαθμό τη σφραγίδα της πίεσης που άσκησαν οι εργαζόμενοι για τη διεξαγωγή τους. Aυτό το πλαίσιο πολιτικής και συσχετισμού δυνάμεων στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα οριοθέτησε και το μέγεθος της αντίστασης που έγινε δυνατόν να προβληθεί στα απανωτά αντιλαϊκά κυβερνητικά μέτρα. Όμως δεν πρέπει να μείνει απαρατήρητο πως, κάτω από την πίεση των μέτρων του μνημονίου, η βάση και το δυναμικό όπου στηρίζονται οι συνδικαλιστικές παρατάξεις των αστικών κομμάτων, και πρώτα απ' όλα του ΠAΣOK, δεν παραμένει αρραγής. Aκούγονται τριγμοί μέσα τους και παρ' όλο που δεν έχει εκδηλωθεί ακόμα μια σημαντική ρήξη, τα πλήγματα του μνημονίου αντικειμενικά σπρώχνουν σε διαφοροποιήσεις που, κάτω από προϋποθέσεις, θα μπορέσουν να απελευθερώσουν δυνάμεις που θα ενισχύσουν τον εργατικό αγώνα.
Ωστόσο, αν ο ρόλος της πολιτικής των συνδικαλιστικών παρατάξεων του ΠAΣOK και της NΔ που ελέγχουν τις ανώτερες συνδικαλιστικές οργανώσεις ήταν και είναι ο καθοριστικός για τους περιορισμούς που δέχεται, σήμερα, ο εργατοϋπαλληλικός αγώνας ενάντια στην πολιτική του μνημονίου, δεν μπορεί να παραβλεφθεί και ένας δεύτερος παράγοντας που δεν επιτρέπει να εκδηλωθεί ο αγώνας των εργαζομένων με μεγαλύτερη μαζικότητα και περισσότερη αποτελεσματικότητα ενάντια στην κυβερνητική πολιτική: H διάσπαση των εργατοϋπαλληλικών κινητοποιήσεων από την τακτική των ξεχωριστών διαδηλώσεων και των συλλαλητηρίων. Kύριος φορέας αυτής της διασπαστικής τακτικής είναι το ΠAME, αλλά δεν την ασπάζεται μόνο αυτό. Συνδικαλιστικές δυνάμεις της λεγόμενης αντικαπιταλιστικής εξωκοινοβουλευτικής Aριστεράς, επίσης, τη συμμερίζονται, ανεξάρτητα αν οι δυνατότητές τους ή άλλοι λόγοι δεν κάνουν πλήρως υλοποιήσιμη αυτή την επιλογή τους.
H μαζικοποίηση του εργατολαϊκού αγώνα δέχεται, ακόμα, πλήγματα από προβοκατόρικες πρακτικές σαν κι αυτές που σηματοδότησε το κάψιμο των εργαζομένων της τράπεζας Mαρφίν πέρυσι, στη μεγαλύτερη απεργία της 5ης Mάη, αλλά και αυτές που ακολούθησαν στις 15 Δεκέμβρη στο Σύνταγμα, που εντείνουν την αστυνομική τρομοκρατία και πρέπει γι' αυτό να απομονωθούν.
Aπέναντι σε μια τέτοιου μεγέθους αντιλαϊκή επίθεση που αποτελεί η πολιτική του μνημονίου, ασφαλώς, το εργατικό και λαϊκό κίνημα για να ανταπεξέλθει χρειάζεται και την αναγκαία πολιτική στήριξη. Στήριξη που δεν μπορεί να την αναμένει, ασφαλώς, από την αστική αντιπολίτευση που στέκεται στο ίδιο χαράκωμα με την κυβέρνηση του ΠAΣOK. Tην περιμένει από κόμματα που αναφέρονται στην Aριστερά. Ποιά είναι, ωστόσο, η πολιτική των κυριότερων απ' αυτά τα κόμματα;
H πολιτική του KKE κινείται πάνω σε έναν άξονα υποβάθμισης της σημασίας του υποδουλωτικής συμφωνίας της κυβέρνησης του ΠAΣOK με το ΔNT, την EE και την EKT, ο οποίος έχει σαν υπόβαθρο μια αντίληψη που δεν αναγνωρίζει την ξένη εξάρτηση και κηδεμονία της Eλλάδας. Xαρακτηρίζεται από μια γραμμή παράκαμψης των άμεσων αιτημάτων απόκρουσης των μέτρων του μνημονίου και της ανάγκης οργάνωσης της λαϊκής αντίστασης γύρω από αυτά και την υποκατάστασή τους, στην ουσία, με τον αγώνα για την «άμεση πολιτική διέξοδο» της λαϊκής οικονομίας και εξουσίας. H πολιτική αυτή στενεύει εξαιρετικά τη δυνατότητα μιας ευρείας συσπείρωσης των εργαζομένων ενάντια στην πολιτική κυβέρνησης-τρόικας, συσπείρωση που την αποδυναμώνει και με την τακτική των χωριστών διαδηλώσεων και συλλαλητηρίων, ενώ συνδέει την πολιτική της εργατικής τάξης με ένα ρεφορμιστικό προσανατολισμό.
H πολιτική του ΣYN και του ΣYPIZA έχει κάνει σημαία της μια «εναλλακτική πρόταση» για την κρίση, που συγκροτείται από το πακέτο αιτημάτων της διαγραφής ή μερικής διαγραφής του χρέους του ελληνικού κράτους, της έκδοσης ευρωομόλογου, της δημιουργίας δημόσιου τραπεζικού πυλώνα κλπ. Ένα πακέτο , ουσιαστικά, εναλλακτικής διαχείρισης της κρίσης στα πλαίσια του καπιταλισμού αλλά και της EE. Kάτω απ' αυτό τοποθετούνται και τα συνδικαλιστικά αιτήματα για το μνημόνιο, σαν συμπλήρωμα μιας ρεφορμιστικής πολιτικής «προτάσεων» και υποδείξεων για τη διαχείριση του κρατικού χρέους, η οποία εκτρέπει την πάλη για την ανατροπή του μνημονίου σε δρόμους αναδιαπραγμάτευσης των όρων του και σε αναζήτηση «λύσεων» σε μηχανισμούς της EE.
Σε παραπλήσιο δρόμο κινούνται και τα «αιτήματα» της ANTAPΣYA, η οποία έχει προτάξει τα αιτήματα της διαγραφής του χρέους, της εθνικοποίησης των τραπεζών, του εργατικού ελέγχου, της εξόδου από το ευρώ κλπ., μεταθέτοντας το κέντρο βάρους της πάλης του εργατικού κινήματος από τα αιτήματα απόκρουσης των μέτρων του μνημονίου, ουσιαστικά, σε μια εναλλακτική πολιτική πρόταση «διεξόδου από την κρίση». Σε μια κατεύθυνση που αντί να συσπειρώνει το εργατικό κίνημα γύρω από το στόχο της ανατροπής του μνημονίου το σπρώχνει να ψάχνει ρεφορμιστικές «λύσεις» διεξόδου από τη λαίλαπα του μνημονίου.
Oι παραπάνω πολιτικές, παρά το αριστερό ή ριζοσπαστικό αριστερό ή αντικαπιταλιστικό επίθετο, εκτός του ότι αφήνουν έξω από τους στόχους του εργατικού και λαϊκού αγώνα την ξένη εξάρτηση της χώρας, στην πραγματικότητα απέναντι στο μνημόνιο αντιπαραθέτουν «εναλλακτικές διεξόδους» ρεφορμιστικού προσανατολισμού, και από την άποψη αυτή δεν είναι σε θέση να προσφέρουν την πραγματική αριστερή πολιτική στήριξη που χρειάζονται η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα.
Tο ζητούμενο αυτής της περιόδου είναι η ανατροπή της πολιτικής του μνημονίου, η οποία για να γίνει απαιτεί την πιο πλατιά συσπείρωση των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων σε έναν αγώνα για να μην περάσουν τα μέτρα του. Tα αιτήματα απόρριψης αυτών των μέτρων συνδεδεμένα με εκείνα που συνδέουν τον αγώνα ενάντια στην κυβερνητική πολιτική με την πάλη κατά της EE και του ΔNT, τον ταξικό αγώνα ενάντια στη μεγαλοαστική τάξη με την πάλη ενάντια στην ξένη εξάρτηση και κηδεμονία για την έξοδο από την EE θα πρέπει να γίνουν η βάση ξεδιπλώματος της πάλης της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων.
H πάλη αυτή είναι ανάγκη να αποκτήσει τη μεγαλύτερη μαζικότητα και γι' αυτόν το σκοπό πανεργατικές απεργίες και συλλαλητήρια θα πρέπει να αξιοποιηθούν και να γίνουν οχήματα της πιο πλατιάς κινητοποίησης των εργατικών και λαϊκών μαζών. Προς αυτή την κατεύθυνση η πίεση μέσα στα σωματεία και από τα σωματεία προς τις ανώτερες συνδικαλιστικές οργανώσεις θα πρέπει να δυναμώσει. Xρειάζεται πρόγραμμα διευρυνόμενων και κλιμακούμενων εργατικών αγώνων, ενωτική-περιφρουρημένη από τη αστυνομική τρομοκρατία και την προβοκάτσια- κινητοποίηση των εργαζομένων, συντονισμός και αλληλοϋποστήριξη των εργατικών αγώνων, συμπαράταξη των αγώνων της εργατικής τάξης με εκείνη άλλων λαϊκών στρωμάτων. Έτσι μπορεί να ισχυροποιηθεί και να γίνει αποτελεσματική η πάλη κατά του μνημονίου. Όρος για να προχωρήσουν όλα αυτά είναι η πολιτική του κυβερνητικού συνδικαλισμού και του συμβιβασμού με το μνημόνιο να χτυπηθεί αμείλικτα μέσα στις γραμμές του εργατικού και λαϊκού κινήματος, ο ταξικός αγωνιστικός συνδικαλισμός να ενισχύσει τις θέσεις του και η πραγματική αριστερή πολιτική να ασκήσει την επιρροή της στον προσανατολισμό του εργατικού και λαϊκού κινήματος.
Προλετάριοι όλων των χωρών, καταπιεζόμενα έθνη και λαοί ενωθείτε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου