Παρασκευή 26 Μαρτίου 2010

Ομιλία της ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Αλ. Παπαρήγα στο σεμινάριο κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων, στις Βρυξέλλες, για τον ρολό των κομμουνιστών στην πάλη για την ισοτιμία και χειραφέτηση της γυναίκας



Κλείνουν 100 χρόνια από τότε που η Γερμανίδα Κλάρα Τσέτκιν, μια από τις μεγαλύτερες γυναικείες φυσιογνωμίες του παγκόσμιου εργατικού επαναστατικού κινήματος, πρότεινε και υιοθετήθηκε στη Β' Διεθνή Συνδιάσκεψη των σοσιαλιστριών γυναικών να εορτάζεται κάθε χρόνο, αυτή η μέρα, ως επέτειος για την ηρωική θυσία των απεργών εργατριών γυναικών που έγινε στις 8 Μάρτη 1857 στη Νέα Υόρκη.

Η φετινή επέτειος αποτελεί κατά την γνώμη μας μια μεγάλη ευκαιρία να αποτιμήσουμε το ρόλο του Κομουνιστικού κινήματος στον αγώνα για την ισοτιμία των δύο φύλων, για την χειραφέτηση της γυναίκας στην πορεία ενός αιώνα. Επείγει όμως ταυτόχρονα να αναδείξουμε με ποια στρατηγική και τακτική θα αντιμετωπίσουμε την επιδείνωση της θέσης των γυναικών σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, ως ιδιαίτερο ζήτημα και μαζί αναπόσπαστο στοιχείο της ζωής της εργατικής, λαϊκής οικογένειας, του εργαζόμενου λαού.


Το εθνικό επίπεδο παραμένει βασικό πεδίο της ταξικής πάλης, από εδώ συντελείται η όποια θετική αλλαγή στο διεθνή συσχετισμό, εξ ίσου σημαντικό ζήτημα είναι η διεθνοποίηση του πεδίου της πάλης, ο συντονισμός και η υψηλού επιπέδου ταξική αλληλεγγύη.

 Είναι υποχρεωτικό καθήκον καθώς ένα μεγάλο μέρος των σύγχρονων καπιταλιστικών χωρών είναι οργανικά ενταγμένο σε περιφερειακές ιμπεριαλιστικές διακρατικές ενώσεις όπως είναι η ΕΕ, ενώ το σύνολο σχεδόν των καπιταλιστικών χωρών είναι ουσιαστικά ενταγμένο στο ιμπεριαλιστικό σύστημα ανεξάρτητα τυπικών δεσμεύσεων ή όχι, ανεξάρτητα επιπέδου ανάπτυξης.

Σε όλα τα ζητήματα και στο γυναικείο ζήτημα η κρίση φέρνει στην επιφάνεια ακόμα πιο καθαρά τα ιστορικά όρια του καπιταλιστικού συστήματος. Η νομική ισοτιμία της γυναίκας, η βελτίωση του μορφωτικού επιπέδου και ένας περιορισμένος αριθμός κοινωνικών ιδρυμάτων για την οικογένεια και το παιδί ήταν και το τέρμα του αστικού προοδευτισμού. Νομικά το καπιταλιστικό σύστημα επίσημα αναγνώρισε την ισότητα των δύο φύλων, βελτίωσε το οικογενειακό και το γενικότερο δίκαιο αλλά στάθηκε και στέκεται μέχρι σήμερα ταξικά αδιάλλακτο απέναντι στην φυλετική ισοτιμία στην ζωή. Η ανισοτιμία παρέμεινε στην κοινωνία άρα και σε μεγάλο βαθμό και στην οικογένεια, σε αρκετά επαγγέλματα, στο πολιτιστικό εποικοδόμημα. Έφυγε ο φερετζές του νόμου σε μεγάλο βαθμό, και το αποκρουστικό πρόσωπο του καπιταλισμού αποκαλύφθηκε πλήρως. Βεβαίως ξέρουμε ότι αυτά που περιγράφουμε δεν αφορούν το σύνολο των καπιταλιστικών χωρών καθώς στην Αφρική, στην Ασία και αλλού υφίστανται μορφές γυναικείας καταπίεσης που παραπέμπουν 100 και 200 ίσως χρόνια πίσω. Είναι το χαρακτηριστικό φαινόμενο της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού και όχι βέβαια κάποιες πολιτιστικές ή παραδοσιακές ιδιομορφίες του λεγόμενου πατριαρχισμού ή ανδροκρατίας.

Δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς το καπιταλιστικό σύστημα, ιδιαίτερα στις πιο αναπτυγμένες χώρες και ηπείρους της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας. Προχώρησε σε ορισμένες παραχωρήσεις για να πετύχει το βασικό: Την μεγαλύτερη εκμετάλλευση της γυναικείας εργασίας όπως και των νέων και των μεταναστών, την πολιτική και κοινωνική της χειραγώγηση ακόμα και στο όνομα της ισοτιμίας. Ήθελε την νέα γυναίκα πιο μορφωμένη και όχι αναλφάβητη. Δεν συνέφερε το καπιταλιστικό σύστημα η γυναίκα με γνώσεις για το νοικοκυριό μόνο, ή με μια γενική μόρφωση ως πολύφερνη νύφη, την ήθελε και με επαγγελματική ειδίκευση. Αναγκάσθηκε να κάνει ορισμένες παραχωρήσεις παρά την θέλησή του, κάτω από την πίεση του εργατικού κινήματος, του λαϊκού κινήματος, του γυναικείου κινήματος που έφυγε από την επιρροή των λίγων προοδευτικών για την εποχή τους αστών. Ο ρόλος των ΚΚ ήταν καθοριστικός στην προβολή του γυναικείου ζητήματος, στην ανάπτυξη και ισχυροποίηση του οργανωμένου γυναικείου κινήματος, στην ανάδειξη κομμουνιστριών στο εργατικό και γενικότερο λαϊκό κίνημα.
Το καπιταλιστικό σύστημα, οι αστικές κυβερνήσεις ένοιωσαν επίσης ισχυρή πίεση από τις μεγάλες κατακτήσεις, τις πρωτόγνωρες των γυναικών στις σοσιαλιστικές χώρες. Τα αστικά πολιτικά κόμματα συνειδητοποίησαν ότι οι γυναίκες της αστικής τάξης, των ανώτερων μεσαίων στρωμάτων, έπρεπε να πάψουν να είναι διακοσμητικές για τα συμφέροντα του κεφαλαίου, να κάνουν κυρίως δημόσιες σχέσεις. Τις προώθησαν σε ενεργητικό πολιτικό και κοινωνικό ρόλο, να γίνουν βουλευτίνες, υπουργοί ακόμα και πρωθυπουργοί και πρόεδροι δημοκρατίας, στρατιώτες και στρατηγοί, με στόχο: Να γίνουν το πρότυπο, το υπόδειγμα για τις άλλες, τις πολλές γυναίκες του λαού, της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων, να τις υποκαταστήσουν, να τις χειραγωγήσουν.

Αυτό που στις μέρες μας ζούμε δεν είναι μόνο ότι μας παίρνουν κατακτήσεις, δεν είναι ότι η ζωή μας γίνεται χειρότερη από χθες, διατρέχουμε ένα ακόμα μεγάλο κίνδυνο να μεγαλώσει δραματικά το χάσμα ανάμεσα στις σύγχρονες ανάγκες και τις δυνατότητές μας και σ΄ αυτό που θα βιώσουμε στο άμεσο μέλλον.
Δεν υποτιμούμε καθόλου την δυνατότητα του εργατικού κινήματος, του λαϊκού κινήματος σε συμμαχία με το ριζοσπαστικό γυναικείο κίνημα να συμβάλλουν σε διεργασίες και θετικές αλλαγές στο συσχετισμό δύναμης, επομένως να αποκρούσουν τα νέα βάρβαρα μέτρα. Όμως σήμερα είναι καθαρό ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα απόσπασης τέτοιων παραχωρήσεων, σαν εκείνες που έγιναν μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο στην Ευρώπη, σε περιόδους ευνοϊκής συγκυρίας για τον καπιταλισμό, την περίοδο που το σοσιαλιστικό σύστημα μπορούσε να ασκήσει πιέσεις.
Παρά την νίκη της αντεπανάστασης και, την δυσμενή αλλαγή του συσχετισμού δύναμης, παρά την διάχυτη μοιρολατρία σήμερα, σε όλα τα ζητήματα και στο γυναικείο ζήτημα έρχεται ξανά στη επιφάνεια η επικαιρότητα και αναγκαιότητα του σοσιαλισμού. Άλλωστε όπως είναι γνωστό η επικαιρότητα του σοσιαλισμού δεν καθορίζεται από το συσχετισμό δύναμης αλλά από τις αντιθέσεις που οξύνονται στο καπιταλιστικό σύστημα. Ανεξάρτητα σε ποιο επίπεδο βρίσκεται η όξυνση των αντιθέσεων, ανεξάρτητα της κατάστασης που βρίσκεται ο υποκειμενικός παράγοντας χρέος μας είναι να αναδείξουμε την επικαιρότητα του σοσιαλισμού, να υπηρετούμε με την στρατηγική μας τον σκοπό για τον οποίο ιδρύθηκε το ΚΚ. Ο συσχετισμός δύναμης, το επίπεδο συνείδησης μας επιβάλλει βεβαίως να επεξεργαζόμαστε σωστά την τακτική μας, ώστε αυτή να υπηρετεί την στρατηγική, να μην αγνοούμε τις δυσκολίες, αλλά και να μην υποκλινόμαστε σε αυτές.
Η πείρα του Κόμματος μας, παλαιότερη και πρόσφατη, δείχνει ότι δεν υπάρχει καμία αντίφαση ανάμεσα στην πιεστική ανάγκη να προσελκυσθούν στην οργανωμένη ταξική πάλη, στο κίνημα πλατειές εργατικές, λαϊκές μάζες, γυναίκες και άνδρες με κίνητρο τα οξυμένα τους προβλήματα, από τη μια και στον αγώνα για το σοσιαλισμό, από την άλλη. Είναι ζήτημα προσανατολισμού, ικανότητας και ποιότητας καθοδήγησης ώστε να κατευθύνεται ο καθημερινός αγώνας στην ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων, της αστικής πολιτικής εξουσίας, ώστε ο λαός να γίνει πραγματικός ιδιοκτήτης του πλούτου που παράγει.
Η διέξοδος από την καπιταλιστική κρίση είτε θα γίνει προς όφελος των δυνάμεων του κεφαλαίου και του αστικού πολιτικού συστήματος είτε θα συνοδευτεί με αλλαγή συσχετισμού δύναμης υπέρ του λαϊκού κινήματος, με την ωρίμανση της πολιτικής συνείδησης για αλλαγή στο επίπεδο της εξουσίας. Για να πάμε προς την δεύτερη εξέλιξη απαιτείται στρατηγική που συμβάλλει στην όξυνση των αντιθέσεων και όχι στη λεγόμενη εθνική συναίνεση που καλλιεργεί η άρχουσα τάξη και οι αστικές κυβερνήσεις.
Με τη θέση μας για τη συγκρότηση του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου Πάλης με κατεύθυνση τον αγώνα για λαϊκή εξουσία - οικονομία, επιδιώκουμε την κοινωνικοπολιτική συσπείρωση δυνάμεων που δεν συμφωνούν μαζί μας για το πώς εμείς βλέπουμε το σοσιαλισμό και την οικοδόμησή του, συμφωνούν όμως ότι η έκβαση του αγώνα πρέπει να είναι η ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων.

Το γυναικείο ζήτημα ως ιστορικό κοινωνικό φαινόμενο είναι ένα σύμπλεγμα οικονομικών, πολιτικών, πολιτιστικών ανισοτιμιών και διακρίσεων που εκδηλώνονται σε όλες τις κοινωνικές σχέσεις, συμπεριλαμβανομένων και των σχέσεων των δυο φύλων και πηγάζει από τις ταξικές σχέσεις εκμετάλλευσης. Μπήκε στην πραγματική κοίτη του από τους ιδρυτές του επιστημονικού σοσιαλισμού - κομμουνισμού, Μαρξ και Ένγκελς, που ανέδειξαν την ταξική φύση του, την αντανάκλασή του στο εποικοδόμημα νομικό, πολιτικό, ιδεολογικό, πολιτιστικό κάθε εκμεταλλευτικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού και τις προϋποθέσεις για τη λύση του. Το γυναικείο ζήτημα τοποθετείται αντικειμενικά ως συστατικό της σύγχρονης στρατηγικής απέναντι σε μια κρίση που και όταν ξεπεραστεί θα οδηγήσει σε μια αναιμική ανάκαμψη σε σύγκριση με το παρελθόν, σε ένα νέο κύκλο κρίσης σε συνθήκες οξύτατου ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, όπου δίπλα στα κλασσικά για τον 20ο αιώνα κέντρα (ΕΕ, ΗΠΑ, Ιαπωνία) έχουν εμφανισθεί και νέα εθνικά κέντρα, νέες συμμαχίες, προσωρινές βεβαίως, που όμως λειτουργούν ως αντιάξονες απέναντι στις ΗΠΑ, ΕΕ κλπ, οξύνουν της ανταγωνισμούς.
Όπως σας είναι γνωστό η Ελλάδα μπήκε και αυτή στον κύκλο της καπιταλιστικής κρίσης λίγο αργότερα από άλλες χώρες, σήμερα είναι κυριολεκτικά σ΄ αυτήν την δίνη.
Επειδή το τελευταίο διάστημα η κρίση του ελληνικού καπιταλισμού έχει περάσει στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος των χωρών της ευρωζώνης, επιτρέψατέ μου να δώσω μερικά στοιχεία ώστε να κατανοηθεί καλύτερα πώς το κεφάλαιο αξιοποιεί την επίθεση σε βάρος των εργαζομένων και των γυναικών προκειμένου να ξεπεραστεί η κρίση και να επανέλθει δριμύτερη η κερδοφορία του.

Η κρίση στην Ελλάδα εμφανίζεται από τα αστικά κόμματα αλλά και τους οπορτουνιστές ως πρόβλημα κυρίως κακής διαχείρισης, ή ως προϊόν της φιλελεύθερης αντίληψης διαχείρισης, έλλειψης πολιτικής «ρύθμισης και ελέγχου» των αγορών, κάνοντας πως δεν βλέπουν ότι την απελευθέρωση της αγοράς στήριξαν με πολιτικές αποφάσεις τα φιλελεύθερα και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, ρεφορμιστές και οπορτουνιστές. Γίνεται κάθε προσπάθεια να αποσπασθεί η σκέψη των εργαζομένων ότι πρόκειται για κρίση που πηγάζει από το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής και τις γνωστές αντιθέσεις και αντιφάσεις του.

Και στην Ελλάδα όπως και στον υπόλοιπο καπιταλιστικό κόσμο, αποτυπώνεται κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου, αρνητική μεταβολή του ΑΕΠ και ακόμη χειρότερη πρόγνωση για τα δύο επόμενα τρίμηνα. Σοβαρό πρόβλημα είναι η αρνητική μεταβολή στη Μεταποίηση και στα κεφαλαιουχικά προϊόντα. Και στην Ελλάδα όπως και στις άλλες καπιταλιστικές χώρες πραγματοποιείται απαξίωση κεφαλαίου σε όλες τις μορφές του (εμπορευματική, χρηματική), μειώνονται οι επενδύσεις, αυξάνεται ο αριθμός επιχειρήσεων που κλείνουν και η ανεργία. Με το ξέσπασμα της κρίσης έγινε αυτό που συμβαίνει στις συνθήκες του καπιταλισμού, μειώθηκε η λαϊκή κατανάλωση, έγινε σημαντική εκροή κεφαλαίου στο εξωτερικό για τοποθετήσεις σε ρέπος, κάτι που επιβεβαιώνει ότι το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα, ή μάλλον πατρίδα του είναι οποιαδήποτε χώρα εκτός ελληνικής αγοράς μπορεί να του εξασφαλίσει καλύτερους όρους κερδοφορίας.
Η επίσημη συζήτηση στη χώρα μας και στην Ευρωζώνη βάζει στο κέντρο της προσοχής το δημοσιονομικό έλλειμμα και το χρέος της Ελλάδας, τον δανεισμό της χώρας με υψηλά επιτόκια λόγω αναξιοπιστίας. Οι δείκτες στην Ελλάδα είναι πολύ αυξημένοι σε σχέση με τους δείκτες του συμφώνου της σταθερότητας. Στην βάση αυτή γίνεται κυριολεκτικά πλύση εγκεφάλου ότι υπάρχει ελληνική ιδιομορφία εξ αιτίας κακής διαχείρισης, διαφθοράς και προκλητικής σπατάλης σε αντίθεση με τις άλλες χώρες της ΕΕ, που υποτίθεται ότι δεν βαρύνονται με σκάνδαλα και μίζες. Το φιλελεύθερο αστικό κόμμα και το σοσιαλδημοκρατικό αστικό κόμμα στην Ελλάδα τσακώνονται σήμερα ποιος έκανε μεγαλύτερη ζημιά στην διαχείριση και στα σκάνδαλα. 

Και οι δύο βγάζουν λάδι τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, τις καπιταλιστικές παραγωγικές σχέσεις και τον ταξικό αντιδραστικό χαρακτήρα της ΕΕ. Σ΄ αυτήν την αποπροσανατολιστική προπαγάνδα συναντώνται και δίνουν χέρι βοήθειας στο αστικό πολιτικό σύστημα οι δυνάμεις του οπορτουνισμού και της ακροδεξιάς. Αποσπούν συστηματικά και συνειδητά την σχέση οικονομίας και πολιτικής προκειμένου να περάσουν την αντίληψη ότι υπάρχει βάση για ηθικοποίηση του καπιταλισμού, για ένα άλλο μείγμα διαχείρισης που μπορεί να ωφελήσει εξίσου καπιταλιστές και εργατική τάξη, μονοπώλια και μικροαστικά φτωχά λαϊκά στρώματα της πόλης και της υπαίθρου. Σ΄ αυτό το έδαφος φουντώνει μεν η δυσαρέσκεια αλλά υπάρχει κίνδυνος να εγκλωβιστεί σε ζητήματα αστικής διαχείρισης. Για τις εργάτριες και γενικά εργαζόμενες γυναίκες, άνεργες, συνταξιούχες, η σύγχυση μπορεί να γίνει μεγαλύτερη, αφού εξ αιτίας συνθηκών ζωής έχουν λιγότερη δυνατότητα οργανωμένης συμμετοχής στο κίνημα. Επί πλέον καλλιεργείται πιο βαθιά διάσπαση της εργατικής τάξης, καθώς ενοχοποιούνται οι δημόσιοι υπάλληλοι για υπερβολικές κατακτήσεις, ανάμεσά τους και οι γυναίκες.
Η κρίση στην Ελλάδα παρουσιάζεται επιλεκτικά και παραμορφωμένα για να πεισθούν οι εργαζόμενοι να χάσουν τις τελευταίες κατακτήσεις που τους απέμειναν, να δεχθούν ένα εργασιακό και κοινωνικό μεσαίωνα, με ακόμα χειρότερους δείκτες στις γυναίκες νέες στην ηλικία και στις γυναίκες πάνω από τα 45-50, ένα μεγάλο μέρος των οποίων ασχολούνταν στην μεταποίηση, σε κοινωνικές υπηρεσίες που συρρικνώνονται και ιδιωτικοποιούνται, στην αγροτική παραγωγή.

Το θέμα «σταθεροποίηση η ανάπτυξη», «περιοριστική πολιτική η επεκτατική πολιτική» αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, του ίδιου δρόμου καπιταλιστικής ανάπτυξης με κριτήριο τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας του μεγάλου κεφαλαίου, που εναλλάσσουν απλώς τις δοσολογίες στην ίδια στρατηγική πλεύση.

Στην Ευρώπη και στην Ελλάδα ανάμεσα στα φιλελεύθερα και σοσιαλδημοκρατικά-σοσιαλιστικά κόμματα, αλλά και ανάμεσα στα κόμματα αυτά και στις ρεφορμιστικές, οπορτουνιστικές δυνάμεις αναπτύσσεται μια διαπάλη για το λεγόμενο μίγμα της αντικρισιακής αντιλαϊκής πολιτικής. Διαφωνούν για το αν έχει προτεραιότητα το ένα αντιλαϊκό μέτρο ή το άλλο, για το αν άμεσα θα πληρώσουν βαρύ τίμημα η εργατική τάξη και τα φτωχά μικροαστικά στρώματα ή αν θα διαχυθούν οι θυσίες σε ένα μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Συμφωνούν σε κρατικές ή ευρωπαϊκές παροχές στους επιχειρηματίες, ώστε να αυξήσουν την πίττα και να γίνει τάχα διανομή κερδών.

Το Κόμμα μας βρέθηκε ιδεολογικά και πολιτικά προετοιμασμένο να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση, καθώς την είχαμε προβλέψει εδώ και χρόνια και είχαμε προχωρήσει σε επεξεργασίες της κατάστασης της ελληνικής οικονομίας σε συνθήκες ενσωμάτωσης στην ΕΕ.
Εξειδικεύσαμε σε ικανοποιητικό βαθμό τις συνέπειες στην ζωή και τα δικαιώματα των γυναικών, αντιμετωπίσαμε και με επιστημονικά επιχειρήματα και μελέτες την αποπροσανατολιστική προπαγάνδα ότι είναι θέμα ισοτιμίας να χάσουν οι εργαζόμενες ορισμένες διευκολύνσεις που είχαν αποσπάσει με αγώνες και θυσίες, όπως είναι η 5ετής διαφορά στην ηλικία συνταξιοδότησης, ορισμένες κοινωνικές εγκαταστάσεις για τα παιδιά που όμως προ πολλού ιδιωτικοποιήθηκαν, ζητήματα ωραρίου εργασίας, αδειών μητρότητας, απαγόρευση της νυχτερινής εργασίας των γυναικών στην βιομηχανία κλπ.
Απαντήσαμε στις ευρωενωσιακές αποπροσανατολιστικές θεωρίες ότι ισοτιμία των δύο φύλων σημαίνει ισοτιμία σε όλα, πράγμα που οδηγεί στην άδικη και αντιεπιστημονική εξίσωση της παραγωγικότητας των δύο φύλων, στην υποβάθμιση της ιδιαιτερότητας της μητρότητας και των απαιτήσεών της. Απαντήσαμε στο ψέμμα ότι οι ίδιες οι γυναίκες ζητούν μερική και προσωρινή απασχόληση, ελαστικές εργασιακές σχέσεις, γιατί τάχα θέλουν χρόνο για να αφιερωθούν στην οικογένεια.

Παρεμβήκαμε έγκαιρα ως κόμμα αλλά και μέσα από το εργατικό και γυναικείο κίνημα με συγκεκριμένα αιτήματα και στόχους πάλης, με πλαίσιο κατεύθυνσης που βοηθά να κατανοείται ότι το γυναικείο ζήτημα είναι γενικό λαϊκό πρόβλημα.
Αξιοποιήσαμε τα 100 χρόνια της επετείου της Διεθνούς Μέρας της Γυναίκας για να παρέμβουμε και στο ιδεολογικοπολιτικό πεδίο για την ιστορία και την ταξική φύση του γυναικείου ζητήματος, με προέκταση βέβαια στις σύγχρονες συνθήκες, τις συνθήκες της κρίσης.
Πραγματοποιήθηκε μεγάλη πορεία σε πολλές πόλεις της χώρας και στην Αθήνα οργανωμένη από το ΠΑΜΕ και την Ομοσπονδία Γυναικών Ελλάδας για την ισοτιμία της γυναίκας στις 8 του Μάρτη, μια εκδήλωση που επιτρέπει να ανοιχτεί μια νέα σελίδα στη συμμαχία εργατικού κινήματος και ριζοσπαστικού γυναικείου.

Ειδική δουλειά έγινε κατά την διάρκεια των 5 αλλεπάλληλων απεργιακών κινητοποιήσεων, και θα συνεχισθεί με την κλιμάκωση της πάλης που πρέπει να ακολουθήσει.
Δώσαμε σκληρή μάχη και επιδρούμε ευρύτερα σε μη κομμουνιστικές δυνάμεις ότι την κρίση πρέπει να πληρώσει η πλουτοκρατία και ότι ο λαός δεν οφείλει ούτε ένα ευρώ να δώσει για την κάλυψη των χρεών και ελλειμμάτων. Αναδείξαμε όλη την πορεία ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, τι είναι η κρίση, τι σημαίνει διέξοδος.
Η πτώση της βιομηχανικής παραγωγής και ιδιαίτερα της μεταποίησης στην Ελλάδα, όπως και τα προβλήματα στην αγροτική παραγωγή δεν εκδηλώθηκαν την περίοδο της κρίσης, προϋπήρχαν ακόμα και την περίοδο που η Ελλάδα σημείωνε αυξημένους ρυθμούς ανάπτυξης πάνω από το μέσο όρο της ευρωζώνης. Η κατάργηση κατακτήσεων των εργαζομένων και γυναικών προηγήθηκε στη διάρκεια της 10ετίας του ‘90, πάρθηκαν πίσω σημαντικές εργατικές λαϊκές κατακτήσεις σε περιόδους ανάπτυξης και βεβαίως μεγάλης κερδοφορίας όταν δεν υπήρχαν σημάδια κρίσης. Το μεγάλο έλλειμμα και το υψηλό χρέος που εμφανίζεται στην Ελλάδα, δεν είναι αποκλειστικό φαινόμενο. Βεβαίως οι συγκεκριμένοι δείκτες εμφανίζονται πιο οξυμμένοι στην Ελλάδα και σε συνδυασμό μεταξύ τους. Είναι αποτέλεσμα της προσαρμογής της Ελλάδας στην ΕΕ, σε συνθήκες απελευθέρωσης αγοράς, λόγω της ανισομετρίας που χαρακτηρίζει τον καπιταλιστικό κόσμο, την ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Παρά την άνοδο της παραγωγικότητας η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας υποχώρησε.

 Στην Ελλάδα επίσης εμφανίζεται το κλασσικό φαινόμενο, ένα σημαντικό τμήμα του κεφαλαίου να συνεχίζει να έχει κερδοφορία και παράλληλα να επιταχύνεται η τάση συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, να αλλάζει ο συσχετισμός, η κερδοφορία και ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων σε βασικούς κλάδους. Ένα χαρακτηριστικό επίσης για την Ελλάδα είναι ότι βρίσκεται σε μια γεωγραφική περιοχή όπου εκδηλώνεται μεγάλη όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων. Μετά τις εκλογές στη Βουλγαρία και στη χώρα μας αναδείχθηκαν κυβερνήσεις φιλικότερες στα σχέδια των ΗΠΑ για την ευρύτερη περιοχή.
Ο ανταγωνισμός ευρώ και δολαρίου έχει ιδιαίτερο αντίκτυπο στην Ελλάδα.
Ο ανταγωνισμός ΕΕ και ΗΠΑ εκδηλώνεται και στη θάλασσα του Αιγαίου, όπου γίνεται λόγος για πιθανά κοιτάσματα πετρελαίου, που οξύνουν την εμπλοκή των ιμπεριαλιστικών κέντρων στην περιοχή, αξιοποιείται η κρίση, η ανάγκη δανεισμού της χώρας. Η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ έχει κάνει σοβαρές παραχωρήσεις που θίγουν παραπέρα τα ήδη εκχωρημένα κυριαρχικά δικαιώματα με απρόβλεπτες ενδεχόμενα εξελίξεις στα επόμενα χρόνια.
Η διέξοδος από την κρίση δεν μπορεί να γίνει χωρίς να θιγεί η καπιταλιστική ιδιοκτησία και εξουσία. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει αξία να προτάσσονται στο κίνημα στόχοι και αιτήματα πάλης που αποτελούν κρίκους συσπείρωσης και αγώνα, όπως δείχνουν οι μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις στην χώρα μας, στις οποίες κυριολεκτικά βάζει γερό αποτύπωμα η δράση και οι θέσεις του Κόμματος. Η άμυνα όμως και κάποιες περιορισμένες βελτιώσεις δεν μπορεί να είναι η αρχή και το τέλος του αγώνα. Άλλωστε είναι ουτοπία να πιστεύει κανείς ότι η διέξοδος από την κρίση μπορεί να γίνει με επιστροφή στο χθες. Είναι ώριμο πέρα από τους στόχους και αιτήματα πάλης να διαγράφεται η κατεύθυνση σύγκρουσης με τα μονοπώλια και την εξουσία τους, η αντίθεση με το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, να προβάλλεται η αναγκαιότητα του σοσιαλισμού. Διαφορετικά το κίνημα θα εγκλωβιστεί και θα ενσωματωθεί.

Το ΚΚΕ 92 χρόνια κάνει συστηματική προσπάθεια να οργανωθεί αγώνας για το γυναικείο ζήτημα, έχει σοβαρή συμβολή στην ανάπτυξη του γυναικείου κινήματος, στην απόσπαση κατακτήσεων, στην ανάδειξη γυναικών στα όργανα του Κόμματος και του κινήματος, στην απόκρουση των αστικών, ρεφορμιστικών, νεοφιμινιστικών οπορτουνιστικών αντιλήψεων.
Ωστόσο δεν έχουμε καταφέρει ακόμα να εξειδικεύεται η δουλειά στις γυναίκες σε κάθε τομέα του Κόμματος και του κινήματος, να αντιμετωπίζεται εύστοχα η λαθεμένη άποψη ότι η γυναικεία δράση είναι υπόθεση του γυναικείου κινήματος και ορισμένων γυναικών που καταπιάνονται με το σοβαρό αυτό και πάντα επίκαιρο τομέα πάλης. Η δυσκολία εξειδίκευσης της γενικής πολιτικής του Κόμματος στις γυναίκες εμφανίζεται όχι μόνο ανάμεσα στα στελέχη άνδρες αλλά και στις ίδιες της συντρόφισσες. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί να είναι ίδια με εκείνη της περιόδου που ήταν βαρύ και καταθλιπτικό το βάρος των παραδοσιακών αντιλήψεων περί της γυναικείας κατωτερότητας, περί αποκλειστικού ρόλου της γυναίκας ως συζύγου και μητέρας.

Οι αλλαγές και εκσυγχρονισμοί στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος που συνέβησαν στη διάρκεια των 100 χρόνων από τότε που η Κλάρα Τσέτκιν πρότεινε την διεθνή μέρα της Γυναίκας, έφεραν αντιφατικά αποτελέσματα στη συνείδηση των γυναικών. Σήμερα πολύ περισσότερες γυναίκες και άνδρες έχουν αποβάλλει ορισμένες αντιλήψεις που κυριαρχούσαν εδώ και 50 χρόνια, ο τρόπος ζωής των γυναικών δεν είναι ο ίδιος, είναι καλύτερος, ενώ προστέθηκαν όμως νέα προβλήματα και νέες ανάγκες.
Εξ αιτίας του ότι δεν συνδυάσαμε σωστά την θεωρητική, διαπαιδαγωγητική και την πρακτική δουλειά, τη σχέση δηλαδή στρατηγικής και τακτικής και στο γυναικείο ζήτημα, εξ αιτίας του ότι δώσαμε σχετικά μονόπλευρο βάρος στην προβολή και διεκδίκηση ορισμένων προβλημάτων, δεν καταφέραμε να διαμορφώσουμε ένα στέρεο υπόβαθρο ώστε να κατανοείται η ταξική φύση του γυναικείου ζητήματος από λαϊκές μάζες με ριζοσπαστική συνείδηση, πράγμα που οφείλεται στο γεγονός ότι δεν έχει λυθεί το ζήτημα και στις γραμμές του Κόμματος αν και ο γενικός προσανατολισμός είναι σωστός, όμως δεν έχει γίνει η κατάλληλη δουλειά στις ΚΟΒ και στα όργανα που τις καθοδηγούν με ευθύνη βεβαίως της καθοδήγησης και πριν απ' όλα της ίδιας της ΚΕ. Η νομική ισοτιμία της γυναίκας, η μαζική είσοδός της στο εκπαιδευτικό σύστημα και σε νέους σχετικά τομείς εργασίας, η μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων στην προσωπική ζωή καλλιεργεί αυταπάτες ότι αυτή είναι η ισότητα, ή ότι τέλος πάντων δεν υπάρχει σήμερα γυναικείο ζήτημα οξυμένο όπως συνέβαινε πριν 50 και 100 χρόνια.

Η ζωή διαψεύδει πανηγυρικά τέτοιες αυταπάτες. Η κοπέλα σήμερα στο σχολείο και το πανεπιστήμιο, δεν συναντά ορατά εμπόδια στις προσωπικές σχέσεις. Ή και αν τα συναντά δεν τα ξεχωρίζει καλά. Τα πράγματα αλλάζουν όμως όταν η κοπέλα, η νέα γυναίκα αναζητεί δουλειά, όταν φτιάχνει οικογένεια, όταν γίνεται μητέρα. Τότε οι ανισότητες και διακρίσεις με βάση το φύλο, ο ταξικός τους χαρακτήρας γίνεται ορατός. Με αποτέλεσμα να έχουμε ορατή υποχώρηση στην συμμετοχή των γυναικών σε σταθερή βάση στο κίνημα. Αλλά και στο κόμμα και στην ΚΝΕ δυσκολεύονται να ανταπεξέρχονται στα πολλαπλά καθήκοντα, ακόμα και στις συνθήκες που ο σύντροφος σύζυγος δίνει κάποιο χέρι βοήθειας. 

Το ζήτημα δεν μπορεί να λυθεί σε αυστηρά ατομική βάση, ούτε επαρκή η σωστή προπαγάνδα για τη συμμετοχή και των δύο φύλων στην ανατροφή των παιδιών και στις ευθύνες της οικογένειας. Το πολιτικό πρόβλημα είναι που παίζει καθοριστικό ρόλο, εμποδίζει να καλλιεργείται το πνεύμα ισοτιμίας και στις προσωπικές σχέσεις, στην οικογένεια. Όταν αναφερόμαστε στην έννοια της εξειδίκευσης εννοούμε ότι πρέπει να προβάλλουμε πώς η στρατηγική του αντιπάλου υλοποιείται σε κάθε ζήτημα και στο γυναικείο, ώστε η προσαρμογή να είναι δημιουργική και ταυτόχρονα να εντάσσεται στον γενικό πολιτικό άξονα του κόμματος, στη στρατηγική του.

Τι πρέπει να κάνουμε σήμερα

1.Να αναδείξουμε την ιστορική μήτρα του ριζοσπαστικού γυναικείου αγώνα, την μήτρα δηλαδή του κομμουνιστικού κινήματος και της θεωρίας του επιστημονικού σοσιαλισμού. Δίχως ιδεολογική αντεπίθεση σήμερα λίγα αποτελέσματα θα έχουμε. Να πολεμήσουμε στις γραμμές μας την άγνοια, κυρίως την σχηματική τυπική γνώση, την ημιμάθεια για την ταξική φύση του γυναικείου προβλήματος, να εκλαϊκεύσουμε τις θέσεις μας στον περίγυρό μας.
Η πραγματική ιστορία του αγώνα για την κοινωνική ισότητα των δύο φύλων, για την ισότητα άνδρα και γυναίκας, δεν αρχίζει από τότε που αιτήθηκε η ψήφος των γυναικών, δεν αρχίζει ακόμα και στα πιο πρωτοπόρα συνθήματα των πρώτων αστών γυναικών. Αρχίζει από τότε που ο ΜΑΡΞ έκανε την μεγαλύτερη ανακάλυψη, αποκάλυψε το μυστικό της καπιταλιστικής ταξικής εκμετάλλευσης που είναι η απόσπαση της υπεραξίας, από τότε που ο Ένγκελς με τον πιο γλαφυρό τρόπο περιέγραψε επιστημονικά πριν απ' όλα ότι το γυναικείο φύλο περιέπεσε στην ανισοτιμία με το πέρασμα στην πρώτη ταξική κοινωνία, την δουλοκτητική, από τότε που ο ίδιος ανέλυσε στη σχέση της ατομικής ιδιοκτησίας με το κράτος και την οικογένεια.
Να αναδείξουμε την λενινιστική κληρονομιά των θέσεων για την απελευθέρωση της γυναίκας από την ταξική εκμετάλλευση και τη διπλή καταπίεση.
Οι θεμελιωτές του επιστημονικού σοσιαλισμού και της σοσιαλιστικής επανάστασης υπογράμμισαν τις συνθήκες μέσα στις οποίες μπορεί να συνδυαστεί χωρίς αντιφάσεις η συμμετοχή της γυναίκας στην κοινωνική εργασία με τη μητρότητα. Να απαλλαγεί η γυναίκα και η οικογένεια από το μεγαλύτερο μέρος των άχαρων και κοπιαστικών εργασιών του νοικοκυριού, μετατρέποντας αυτές σε κοινωνική εργασία. Έτσι ώστε γυναίκες και άντρες θα εργάζονται, θα συμμετέχουν στους θεσμούς του εργατικού και κοινωνικού ελέγχου από τα κάτω προς τα πάνω, θα έχουν ελεύθερο χρόνο για να αναπτύσσουν ολόπλευρα τα ενδιαφέροντα και τις ικανότητές τους, τη συλλογικότητά τους, την κομμουνιστική διεθνιστική αλληλεγγύη.
Το 1885 ο Ένγκελς υποστήριζε:
«Ομολογώ ότι εμένα με ενδιαφέρει πιο πολύ η υγεία της επερχόμενης γενιάς απ' ότι η απόλυτη τυπική ισότητα των δύο φύλων κατά τα τελευταία χρόνια της ύπαρξης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Η πραγματική ισοτιμία της γυναίκας και του άνδρα μπορεί κατά την γνώμη μου να επιτευχθεί μόνο όταν καταργηθεί η κεφαλαιοκρατική εκμετάλλευση των γυναικών και των ανδρών, ενώ η διαχείριση του νοικοκυριού που σήμερα αποτελεί ατομική απασχόληση θα μετατραπεί σε τομέα της κοινωνικής παραγωγής»
Υπάρχει πιο πρωτοπόρα, επαναστατική άποψη από αυτήν που επιβεβαιώθηκε ήδη από τα πρώτα κιόλας χρόνια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης;
Ακόμα και οι πιο τολμηροί αστοί, οι πιο τολμηροί ρεφορμιστές και οπορτουνιστές δύσκολα θα μιλήσουν με ένα τέτοιο τρόπο απέναντι στο σπιτικό νοικοκυριό.
2. Να αναδείξουμε τα συμπεράσματα της ιστορίας της πάλης για τη χειραφέτηση της γυναίκας. Ο αγώνας μπορεί να φέρει αποτελέσματα, δείχνει και κάτι πολύ σοβαρότερο: Ότι κανένα θετικό αποτέλεσμα δεν είναι κατοχυρωμένο και βέβαιο αν ο αγώνας των γυναικών ως αναπόσπαστο μέρος του γενικότερου εργατικού, λαϊκού αγώνα δεν φθάσει ως το αίσιο τέλος, δηλαδή την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων, αν δεν φτάσει στο σοσιαλισμό. Αν δεν φθάσει στο αίσιο τέλος της νίκης της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Αυτή η νίκη σηματοδοτεί μια νέα αρχή μιας πορείας οικοδόμησης της νέας κοινωνίας, η οποία εγγυάται την κοινωνική ισότητα, τέτοια ισότητα που παραμερίζει και καταργεί και τα τελευταία ίχνη της φυλετικής ανισότητας, της ανισότητας ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, των προκαταλήψεων που έχουν καλλιεργηθεί με βάση την εθνικότητα, τη θρησκεία ή τις πολιτιστικές και άλλες διαφορές.
Να προβάλλουμε τις ιστορικές κατακτήσεις των γυναικών στις χώρες του σοσιαλισμού, ασύγκριτες με τις όποιες κατακτήσεις απέσπασαν οι γυναίκες για ένα χρονικό διάστημα στις συνθήκες του καπιταλισμού.
Ο καπιταλισμός δεν κάνει λάθη, διαπράττει εγκλήματα. Η εργατική εξουσία διέπραξε λάθη, και αυτή η διαφορά δεν είναι μικρή ανάμεσά τους.
Αν συγκρίνουμε το τότε της Ρωσίας και το σήμερα θα δούμε ότι από τα πρώτα χρόνια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και στη συνέχεια πάρθηκαν μέτρα ώστε η οικογένεια, όσο διάστημα της μέρας ήταν μέσα στο σπίτι, να μπορεί να αφιερώνεται στην ανάπτυξη των μεταξύ τους σχέσεων, να έχουν δημιουργικό ελεύθερο χρόνο, να μην είναι η ζωή στο σπίτι η συνέχεια της δουλειάς στο εργοστάσιο, στην επιχείρηση.
Πουθενά στον καπιταλισμό, και στις πιο αναπτυγμένες και πλούσιες χώρες δεν δημιουργήθηκε ένα τόσο πλατύ εκτεταμένο, για την συγκεκριμένη βεβαίως ιστορική περίοδο, δίκτυο κοινωνικών εγκαταστάσεων που κυρίως ωφελούσε εξ αντικειμένου την γυναίκα.
3. Να εξασφαλιστεί το γυναικείο ζήτημα να αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο του κάθε τομέα δουλειάς στην εργατική τάξη, την αγροτιά, τους αυτοαπασχολούμενους, στο χώρο της παιδείας, της υγείας, του περιβάλλοντος, παντού. Επιδιώκουμε η εξειδίκευση της πολιτικής μας στις γυναίκες να βρει απήχηση στις γραμμές του εργατικού κινήματος, των αυτοαπασχολουμένων, της φτωχής αγροτιάς, της νεολαίας που ανήκει στην εργατική τάξη, στα λαϊκά στρώματα. Να στηρίξουμε τη μεγάλη προσφορά των αγωνιστικών γυναικείων οργανώσεων, να συμβάλλουμε στο ενιαίο μέτωπο του γενικότερου λαϊκού κινήματος με το ιδιαίτερα οργανωμένο γυναικείο κίνημα που η προσφορά του είναι και μπορεί να γίνει ακόμα πιο μεγάλη και δυναμική.
Η προβολή της ταξικής φύσης του γυναικείου ζητήματος είναι επίσης το καλύτερο πεδίο αντιμετώπισης υποτιμητικών αντιλήψεων σε βάρος των γυναικών, που υπάρχουν και σήμερα, έστω και αν έχουν ενδυθεί το μανδύα του μοντερνισμού, του κοσμοπολιτισμού.
Συμβάλλει στη βελτίωση των διαπροσωπικών σχέσεων των δύο φύλων, αναδείχνει τη σημασία της ενωμένης κοινής πάλης, απαντά στις αναθεωρητικές, οπορτουνιστικές και επιζήμιες απόψεις που ανάγουν το ζήτημα σε θέμα αντίθεσης των δύο φύλων, στις λεγόμενες πατριαρχικές και ανδροκρατικές αντιλήψεις. Όχι ότι δεν υπάρχουν οι τελευταίες, όπως υπάρχουν και λαθεμένες αντιλήψεις ανάμεσα και στις ίδιες τις γυναίκες. Το ζήτημα όμως είναι η σωστή πολιτικοποίηση του ζητήματος και όχι η άμβλυνση της πολιτικής πάλης, της πολιτικής συνείδησης.
Είναι δική μας ευθύνη η ιδεολογικοπολιτική στήριξη, τα πρακτικά οργανωτικά μέτρα, η αλληλεγγύη ανάμεσα στα μέλη της κομμουνιστικής οικογένειας, στους συντρόφους και τις συντρόφισσες, ώστε κανείς, καμία να μη χάσει το δρόμο του αγώνα, που είναι ο δρόμος της πραγματικής ζωής.
Οφείλουμε να στεκόμαστε κοντά, ιδιαίτερα σε εκείνες της ηλικίες των γυναικών που ζουν την μεγαλύτερη πίεση των ατομικών και οικογενειακών δυσκολιών.
Προτείνουμε να ξεκινήσει με πιο συστηματικό τρόπο η ανταλλαγή εμπειριών ανάμεσα στα κόμματά μας και σε όλα τα άλλα που θέλουν για την εξειδίκευση της στρατηγικής μας στις γυναίκες, για τον συντονισμό μας, για την ενίσχυση του διεθνούς ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος.
Επιτρέψατέ μου να σταθώ επίσης σε δύο ζητήματα που αφορούν την εξειδίκευση της στρατηγικής μας στις γυναίκες, αλλά και γενικότερα στην εργατική τάξη, στο λαό.
Το πρώτο αφορά την πάλη κατά των επιλογών της ΕΕ που πανθομολογούμενα πλήττουν τον ελληνικό λαό, τους λαούς της Ευρώπης. Στην Ελλάδα έχουν αδυνατίσει σημαντικά οι αυταπάτες ότι η συμμετοχή στην ΕΕ γλιτώνει τη χώρα από οικονομικές, πολιτικές περιπέτειες, ενώ διαφυλάσσει κυριαρχικά δικαιώματα, αποτρέπει τον πόλεμο, εξασφαλίζει τα σύνορα. Η γενική δυσαρέσκεια υπάρχει, είναι αποτέλεσμα της εμπειρίας του λαού αλλά και της συστηματικής διαφώτισης του Κόμματός μας, που είναι το μοναδικό που διατυπώνει τη θέση ότι είναι ασυμβίβαστη η προοδευτική πορεία, η λαϊκή ευημερία με τη συμμετοχή στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ. Η δυσαρέσκεια αυτή συνοδεύεται όμως από ένα πνεύμα φόβου για σύγκρουση με τις επιλογές της ΕΕ ως την αποχώρηση. Ο φόβος επιβεβαιώνει τη θέση μας ότι η ΕΕ δεν είναι μια συμμαχία εθελοντικά προσερχομένων λαών, αλλά μια συμμαχία που τιμωρεί, διώκει, όταν ένας λαός διαλέγει ένα διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης.
Παρ΄ όλα αυτά, ακόμα και σε συνθήκες φόβου να φθάσει η δυσαρέσκεια ως το τέλος, ως τη λύση, είναι θετικό ότι η ΕΕ ως όραμα έχει αδυνατίσει στο λαό, και στις γυναίκες. Είναι τόση η πίεση από αυτή την τάση που οι οπορτουνιστές στην χώρα μας που ανήκουν μάλιστα στο γνωστό ΚΕΑ, προσπαθούν να βρουν τρόπο να αντιστραφεί το κλίμα. Ένα μέρος του αναπαράγει το φόβο από τις συνέπειες της ρήξης και της αποδέσμευσης, ενώ ένα άλλο προβάλλει την ουτοπική θέση περί επανοικοδόμησης της ΕΕ, περί τροποποίησης του συμφώνου σταθερότητας, ή ακόμα και υποκριτικής μετάνοιας που στήριξαν την συνθήκη του Μάαστριχ και βασικές συνθήκες της ενοποίησης. Αν και εμείς είχαμε δεχθεί μοιρολατρικά την συμμετοχή στην ΕΕ, αν την είχαμε ανακηρύξει σε μονόδρομο, δεν θα υπήρχε ούτε αυτή η υποκριτική τους στάση. Βεβαίως με την υποκρισία και τη διγλωσσία το κίνημα δεν χειραφετείται. Από την άποψη αυτή θεωρούμε ότι εξακολουθεί να παίζει ζημιογόνο ρόλο η πολιτική και τακτική του ΚΕΑ, κυρίως γιατί βάζει φραγμό στη ριζοσπαστικοποίηση, ενσωματώνει, χειραγωγεί τις ανερχόμενες λαϊκές αντιδράσεις. Εκτιμάμε ότι η περίοδος που διανύουμε μας δίνει το πλεονέκτημα να αναπτύξουμε και να επιδράσουμε ευρύτερα στο κύριο ζήτημα ότι υπάρχουν δύο δρόμοι ανάπτυξης, δύο δρόμοι διεθνοποίησης και διεθνούς συνεργασίας: Αυτός που καθορίζεται από τα συμφέροντα του κεφαλαίου, των μονοπωλίων και αυτός που καθορίζεται από την ικανοποίηση των ανθρωπίνων αναγκών. Οι δύο δρόμοι διαφέρουν όχι μόνο ως προς το περιεχόμενο και την κατεύθυνση αλλά και στο ζήτημα της πολιτικής εξουσίας. Το θέμα αυτό είναι επίκαιρο και ως προς την αναγκαιότητα πάλης και ρήξης με την ΕΕ, με την αποδέσμευση. Ο αγώνας για να αποκρουστούν οι πανθομολογούμενες αρνητικές συνέπειες από τις επιλογές της ΕΕ δεν είναι αποτελεσματικός, καθώς δεν είναι δυνατόν να διαχωριστούν οι συνέπειες από την φύση και τον χαρακτήρα της ΕΕ. Η ιδέα της αποδέσμευσης μπορεί και πρέπει να στηρίζεται στην ανάδειξη των δυνατοτήτων της χώρας μας, πιστεύουμε της κάθε χώρας να σταθεί στα πόδια της, δίνοντας έμφαση στην ανάδειξη των αναπτυξιακών της δυνατοτήτων που υποθηκεύονται από τις επιλογές της ΕΕ. Μια τέτοια θέση δεν δηλώνει καθόλου εθνική απομόνωση, άρνηση διεθνούς συνεργασίας. Αντίθετα, στο έδαφος των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, μπορεί να διασφαλίσει την αξιοποίησή τους προς όφελος διεθνών ανταλλαγών που στηρίζονται όσο γίνεται στο αμοιβαίο όφελος. Η διεύρυνση της ΕΕ απέδειξε ότι όσες περισσότερες χώρες εντάσσονται, τόσο φουντώνει η ανισομετρία και η εσωτερική διαπάλη για τον έλεγχο παλαιότερων και νέων αγορών προς όφελος των ηγετικών δυνάμεων, αυτό το φαινόμενο δεν καταργείται ούτε ρυθμίζεται, είναι χαρακτηριστικό του καπιταλισμού στο ιμπεριαλιστικό στάδιο.
Ένα δεύτερο ζήτημα είναι η μεγαλύτερη εμπλοκή της Ελλάδας στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, στη στρατιωτικοποίησή τους. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έδωσε νέα γη και ύδωρ ιδιαίτερα στις ΗΠΑ αλλά και στη Γερμανία, Γαλλία, με συμφωνίες για νέα επιθετικά εξοπλιστικά προγράμματα. Το κυριότερο έχει συμφωνήσει, όπως έχει διαρρεύσει από επίσημα δημοσιεύματα, να δεχθεί τις αμφισβητήσεις της τουρκικής ηγεσίας στο Αιγαίο, και να μετατρέψει την αμφισβητούμενη σε βάρος μας περιοχή και σε αντίθεση με το διεθνές δίκαιο σε νατοϊκή ζώνη, όπου δεν μπορεί να περνούν εκεί όχι μόνο τουρκικά αλλά και ελληνικά στρατιωτικά αεροπλάνα. Πρόκειται για προκλητική παραχώρηση που στο άμεσο ή έστω απώτερο μέλλον θα μας μπλέξει ενδεχομένως και σε πολεμικές επιχειρήσεις πολύ κοντά μας. Είναι παραχώρηση εδάφους, και βεβαίως δεν καθησυχάζει κανένα επειδή αυτή γίνεται με σημαία το ΝΑΤΟ,
Το θέμα της μη συμμετοχής σε στρατούς κατοχής, σε επεμβατικά σώματα είναι μείζον ζήτημα όχι μόνο γιατί μας φορτώνει με οικονομικά βάρη, κάτι που κυρίως το αναφέρουν οι οπορτουνιστές στην χώρα μας, αλλά γιατί είναι συμμετοχή σε άδικο πόλεμο και σε δυνάμεις αντεπανάστασης που θα επεμβαίνουν σε κάθε χώρα, εναντίον κάθε λαού που παλεύει για ένα άλλο δρόμο ανάπτυξης σε αντίθεση με τα μονοπώλια, τον ιμπεριαλισμό.
Τα δύο παραπάνω ζητήματα πρέπει να εκλαϊκευθούν ευρύτερα και στις γυναίκες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: