Κάνει ζέστη. Διψάω. Πίνω νερό και σκέφτομαι τα πηγάδια στα Κατεχόμενα. Αυτά που επιχωμάτωσαν ή τσιμέντωσαν οι Ισραηλινοί για να διψάνε οι Παλαιστίνιοι και να πέσουν στην ανάγκη τους.
Αμολάω την πετονιά μου, σπαρταράει το ψαράκι, σκέφτομαι τον μπαρμπα - Ανέστη, πρόσφυγα απ' τη Μικρά Ασία, που μ' έμαθε την καθετή, να μου λέει πως όποιος ξέρει να ψαρεύει, δε θα πεινάσει ποτέ. Κι οι Παλαιστίνιοι δεν μπορούν να ψαρέψουν στο νερό τους, καταδικασμένοι να πεινάνε.
«Σβήσε το έξω φως, μαζεύονται κουνούπια και λογαριασμοί», ακούγεται μια φωνή από το διπλανό μπαλκόνι και μέσα η τηλεόραση δείχνει τη Γάζα ερεβώδη, σκοτεινή, της νύχτας τα εγκλήματα οι μέρες απλώς τα μετράνε.
Σ' ένα τραπεζάκι καλοκαιρινό ανάμεσα σε φραπέδες κι έγνοιες ζωντανών, ανοίγεις μια συζήτηση για έννοιες «λεπτές», «νομικές», όπως «άμυνα» και ««υπέρβαση του ορίου αμύνης», «δικαίωμα» και «κατάχρηση δικαιώματος» και σκάει η σκέψη η επιστημονική, η καλοπροαίρετη, σαν φούσκα από τα βέλη της πραγματικότητας. Οταν αιμορραγείς, φωνάζεις πιάσε μια γάζα, ήχος πολιτισμού, είδος πρώτης ανάγκης... Παράξενο πράγμα που είναι η γλώσσα. Παίζει κάτι παιχνίδια... Η γάζα για τα μεγάλα τραύματα είναι μια λωρίδα τυλιγμένη σε καρούλι, άτσαλα ξεδιπλωμένη στην ακτή της Παλαιστίνης και τόσο κόκκινη πια που τη λένε λωρίδα της Γάζας κι είναι γης.
Κάτι παιδάκια στην παραλία τσιρίζουν και τρυπάνε τ' αυτιά ντόπιων και τουριστών, μια μεγάλη κυρία χαριτολογώντας διασκεδάζει την ενόχλησή της, λέγοντας «πού είναι ο Ηρώδης». Μαύρη έκφραση, μαύρο χιούμορ σε ένδοξα μαύρους καιρούς, εκτοξευμένο χωρίς τύψεις εν μέσω θερινής ραστώνης. Οι οιμωγές των άλλων παιδιών στις γάζες της Γης, που μετατρέπονται μ' έναν κρότο και μια λάμψη στην αφόρητη σιωπή του φριχτότερου θανάτου που είναι των παιδιών την ώρα που κοιμούνται κι ακόμα χειρότερα την ώρα που φοβούνται.
Είναι παράξενο αυτό το καλοκαίρι στην Ελλάδα, αν σου μείνουν έστω και 5 λεπτά να σκεφτείς πως η θάλασσα και οι αμμουδιές, εκτός από προνόμιο κι ευλογία, είναι εδώ και τώρα και τάφοι πνιγμένων μεταναστών και άψυχων κορμιών παιδιών που συνοδεύονται από θραύσματα όλμων, οβίδων και βομβών, φριχτά κτερίσματα της τελετουργίας του μαζικού θανάτου.
«Πιάσε μια μπύρα να ξεχαστούμε». Ανθρώπινη επωδός αντίδοτο στο άθροισμα των υποκειμενικών βασάνων στα οποία προστίθεται και το συλλογικό πολεμικό γίγνεσθαι υπό τους ήχους του αργεντίνικου τάνγκο της ελεγχόμενης χρεοκοπίας και του σχολιαστικού ξεκατινιάσματος των αστών επενδυτών - πολιτικών. Πρέπει να δείξουμε κατανόηση. Ο κόσμος έχει κουραστεί, αγωνιά, φτωχαίνει, δεν έχει δουλειά, η εφορία καραδοκεί κλπ., κλπ. Τυλίγεται η γάζα στο λαιμό, γύρω από τον κόσμο... Τι θα γίνει άμα δεν πάμε στη θάλασσα, αλλά μας πετάξουν στη θάλασσα; Αλλότρια δράματα, οικεία ερωτηματικά. Εχεις διακοπές, δικαιωματικά αναγκαστικές... Δεν έχω κατανόηση για τη λήθη. Το ελάχιστο της συνεισφοράς στο ανθρώπινο είδος.
Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ
Πηγή : Κυριακάτικος Ριζοσπάστης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου